Πριν ξεσπάσει όλο αυτό που ζούμε με τον κορονοϊό και καθώς λέγαμε ότι ζούμε την καθημερινότητα μας είχα προλάβει να έχω μία συζήτηση με τον Νίκο Χατζόπουλο για την παράσταση “Γιον Γκάμπριελ Μπόρκμαν” του Χένρικ Ίψεν σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. Συζητώντας μαζί του μου εξήγησε τι είναι αυτό που πρεσβεύει ο Μπόρκμαν,μου μίλησε για την σύγκρουση ανάμεσα στο παλιό και το νέο που υπάρχει και σε άλλα έργα του Ίψεν,μου τόνισε τις θυσίες που έχει κάνει ο ήρωας στο βωμό της “ιερής αποστολής”όπως την έχει ονομάσει και τέλος τί είναι αυτό που κάνει αισιόδοξο και τι απαισιόδοξο τον Νίκο Χατζόπουλο στη ζωή του.
 
Μοιάζει να βρίσκεται το σπιτικό του Μπόρκμαν σε μία παρακμή όταν το 
βλέπουμε; 
 -Το σπιτικό του Μπόρκμαν κατοικείται από ανθρώπους που εκπροσωπούν ιδέες καταδικασμένες να πεθάνουν, αν δεν έχουν ήδη πεθάνει, γι’ αυτό και η αναφορά της παράστασης στους νεκρούς. Ιδέες άκαμπτες και απόλυτες, που εξορίζουν την ίδια την ζωή. Από την μία ο Μπόρκμαν με την υπέρμετρη αλαζονεία και μεγαλομανία του, 
και από την άλλη η Γκούνχιλντ, η σύζυγός του, με την εμμονή της στην «υπόληψη της οικογένειας», που θέλει να επιβάλει στο γιο της μία «αποστολή». Προσθέστε και την Έλλα, την αδελφή της, που χειραγωγεί με τον συναισθηματισμό της. Όλα αυτά μαζί πνίγουν την ορμή και τους χυμούς της ζωής.
 
Ποια είναι η σχέση του Μπόρκμαν με την οικογένεια του;
 -Ο Γιον Γκάμπριελ ομολογεί ότι σε πρώτη μοίρα ήταν η αποστολή του και σε δεύτερη ερχόταν η προσωπική του σχέση με τους ανθρώπους. Αυτό φυσικά έχει τις επιπτώσεις του. Χρησιμοποιεί μεγαλόστομες εκφράσεις που δεν λέγονται από φυσιολογικό άνθρωπο. Η σχέση του με την οικογένεια είναι μία σχέση εξουσίας και όχι αγάπης.
 
Είναι ένας άνθρωπος που τα έχει θυσιάσει όλα στον βωμό των χρημάτων;
 -Συχνά, όταν λέμε τη φράση “τα θυσιάζω όλα”, αναγνωρίζουμε συγχρόνως την αξία αυτών που θυσιάζουμε. Δεν ξέρω αν ο Μπόρκμαν γνωρίζει την αξία αυτών που αφήνει πίσω κυνηγώντας την εξουσία. Δεν θέλω να μπω σε ψυχαναλυτικές ερμηνείες για το τί καλύπτεις με την εξουσία εσωτερικά, αλλά πολλές φορές της δίνεις ένα χρίσμα ιερού σκοπού. Έτσι και ο Μπόρκμαν ονόμασε ανώτατο ιδανικό και ιερό σκοπό την εξουσία που επιζητούσε, και μ’ αυτό τον τρόπο όλα τ’ άλλα πήραν μία 
δευτερεύουσα θέση. Έντυσε την επιθυμία του με όρους μεγαλείου και “ιερής αποστολής” και αυτό του προσδίδει και ένα μέγεθος. Ο τρόπος που πεθαίνει είναι ταυτόχρονα μεγαλειώδης και κωμικοτραγικός.
 
Πόσο ταιριάζει ο κόσμος του έργου με τη σημερινή κοινωνία;
 -Η εποχή του καπιταλισμού, που στην άνθισή του αναφέρεται το έργο, δεν έχει πεθάνει. Ο καπιταλισμός έχει την ιδιότητα να μεταλλάσσεται και να προσαρμόζεται γιατί είναι στη φύση του, αυτό υπάρχει συνεχώς γύρω μας. Ωστόσο προτιμώ να αναζητάμε την ομοιότητα του τότε με το σήμερα στο μεταφορικό και όχι στο ρεαλιστικό επίπεδο. Όχι στην αναπαράσταση του περιβάλλοντος, αλλά στις ιδέες. Μ’ 
αυτή την έννοια οι ίδιες ιδέες είναι και σήμερα υπαρκτές. Η επιδίωξη της εξουσίας πνίγει την ανθρωπιά μέσα μας. 
 
Παρατηρούμε και σ’ αυτό το έργο του Ίψεν μία σύγκρουση του παλιού με το 
νέο;
 -Υπάρχει αυτή η σύγκρουση, γιατί ο Ίψεν είχε πάντα μία διαρκή επαφή με τους νέους ανθρώπους και συνειδητοποιούσε ότι γερνάει. Ήταν και οι ερωτικές του σχέσεις με νέα κορίτσια. Αυτό, σ’ έναν ηλικιωμένο άνθρωπο καλύπτει κάποιες 
πλευρές, αλλά σίγουρα του θυμίζει συνεχώς τα γηρατειά του. Άρα ήταν στο μυαλό του το πως οι νέοι επηρεάζονται απ’ τους μεγαλύτερους. Επίσης, ζώντας σε μία εποχή 
που η κοινωνία μεταλλασσόταν και εξελισσόταν, τον απασχολούσαν αυτοί οι νέοι δρόμοι που ανοίγονταν, και πολλές φορές, στα κοινωνικά του έργα, πρότεινε δρόμους ο ίδιος.
 
Μοιάζουν οι χαρακτήρες του Ίψεν να ακροβατούν ανάμεσα στη “ζωή” και το 
“θάνατο”;
 -Με μία έννοια ναι. Όχι την κυριολεκτική, απλώς οι ιδέες που κουβαλάνε βρίσκονται στο όριο μεταξύ ζωής και θανάτου. Λέει χαρακτηριστικά η Γκούνχιλντ 
στον Μπόρκμαν: “Είσαι ήδη νεκρός”, υπονοώντας ότι αυτά που εκπροσωπεί έχουν πεθάνει και δεν βρίσκουν ανταπόκριση στους νέους.     
 
“Βαρύς νορβηγικός χειμώνας” πιστεύετε ότι έχει σκεπάσει και την κοινωνία μας;
 -Δεν ξέρω αν είναι νορβηγικός ο χειμώνας, πάντως ένα βαθύ σκοτάδι έχει αρχίσει να μας περιβάλλει. Γιατί βλέπουμε γύρω μας, για πολλούς και διαφόρους λόγους, να αποκτούν φωνή ανθρώπινες πλευρές και ιδέες που πιστεύαμε ότι ήταν ξεχασμένες. 
Ένα σκοτεινό και απάνθρωπο ένστικτο όχι μόνο αποκτά φωνή, αλλά και ισότιμη αξία με οποιαδήποτε άλλη φωνή. Ίσως συμβάλλει σ’ αυτό και η «ελευθερία» του διαδικτύου. Νιώθω ότι πολλά πράγματα που νομίζαμε ότι η ανθρωπότητα είχε αφήσει πίσω της έχουν ξαναζωντανέψει στο σήμερα.
 
Δηλώνετε αισιόδοξος ή απαισιόδοξος;
 -Πάντα πίστευα ότι δεν χάνεται η σπίθα της θετικής επαφής των ανθρώπων μεταξύ τους και της αγάπης για το συνάνθρωπο μας, και το τι σημαίνει να ζούμε σε κοινωνίες και όχι μοναχικά. Αυτό μου δίνει ελπίδα και με κάνει να νιώθω αισιοδοξία.Αλλά βλέποντας αυτές τις άλλες φωνές να αποκτούν “όγκο” με τη φασαρία τους, 
γίνομαι απαισιόδοξος γιατί νιώθω ότι το σκοτάδι απειλεί να πνίξει το φως. 
 
Αν δεν ήσασταν ηθοποιός;
 -Θα ήμουν αρχιτέκτονας, όπως σπούδασα κι έχω δουλέψει κιόλας. Ευτυχώς που έγινα ηθοποιός, γιατί, με την κρίση, πολλοί αρχιτέκτονες πείνασαν! Και είμαι τυχερός που ακόμα αμείβομαι από τη δουλειά μου, γιατί βλέπουμε ότι τα επαγγελματικά του 
κλάδου μας σήμερα διανύουν έναν μαύρο μεσαίωνα.
 
Του Γιάννη Βανταράκη