Την προηγούμενη μόλις εβδομάδα έγινε και πάλι λόγος για την άρση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας στην Ελλάδα. Η έντονη φημολογία και οι συζητήσεις περί του θέματος εντάθηκαν με νέο άρθρο των Financial Times, το οποίο αναφέρει αυτολεξεί «Οι βυθισμένοι στην ύφεση Έλληνες δεν έχουν χρήματα για να αποπληρώσουν τα δάνεια, που πήραν στις καλές εποχές, κι έτσι κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια και τα εξοχικά τους στη θάλασσα ή το χωριό». Η τρόικα πιέζει ασφυκτικά την Ελλάδα αναφορικά με τον πλειστηριασμό πρώτης κατοικίας, ενώ η χώρα μας επιδιώκει συμβιβασμό για το τέλος της απαγόρευσης των πλειστηριασμών, η οποία λήγει το Δεκέμβριο.
Πολλά τα ερωτήματα, πολλή ανησυχία και αγωνία για τους δανειολήπτες, τόσο αυτούς που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες, όσο και τους ενήμερους, οι οποίοι φοβούνται ότι με τα επερχόμενα και ακόμη πιο σκληρά οικονομικά μέτρα δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Αν, τελικά, το μέτρο της απαγόρευσης πλειστηριασμού νέας κατοικίας εφαρμοστεί, κινδυνεύουν οι περισσότεροι Έλληνες να χάσουν τα σπίτια τους. Αναφορικά με τις εξοχικές κατοικίες, στις οποίες αναφέρεται το ως άνω άρθρο των Financial Times, δεν χρειάζεται να γίνει λόγος, καθώς δεν προστατεύονται με νόμο από την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό, συνεπώς οι τράπεζες μπορούν να ικανοποιηθούν από αυτές.

Μας δόθηκε μια μικρή γεύση ως προς το σκοπό που θέλουν να επιτύχουν οι δανειστές μας με την άρση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας. Ούτε λίγο ούτε πολύ το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και ευρωπαϊκές χώρες, με πρώτη και καλύτερη τη Φιλανδία (!), πιέζουν τη χώρα μας να δεχθεί την δημιουργία ενός ιδρύματος, με έδρα το Λουξεμβούργο, το οποίο θα αξιοποιήσει αρχικά περίπου 80.000 χιλιάδες ακίνητα στην Ελλάδα με ΞΕΝΗ διοίκηση. Η αιτιολογία της πρότασης αυτής, η οποία δεν απέχει πολύ από την υλοποίηση, είναι το μεγάλο πρόβλημα που δημιουργείται με τις αποκρατικοποιήσεις, οι οποίες δεν πραγματοποιούνται! Λίγοι, φυσικά, από τους Έλληνες πολίτες έχουν καταλάβει ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα, το οποίο έχει ήδη ξεκινήσει, αλλά υπάρχουν κωλύματα σχετικά με την ιδιοκτησία αλλά και τις αρχαιολογικές έρευνες. Το υπουργείο Οικονομικών προσπαθεί με κάθε τρόπο να προστατεύσει την πρώτη κατοικία, αλλά απ’ ότι φαίνεται η τρόικα έρχεται πολύ αποφασισμένη και έτοιμη να αντεπιτεθεί στις σκληρές διαπραγματεύσεις.

Η Ελλάδα αποτελεί έναν από τους πιο διάσημους και συχνότερους προορισμούς διακοπών σε όλο τον κόσμο, γεγονός που εξηγεί σε κάθε περίπτωση την «επένδυση» που θέλουν να κάνουν οι δανειστές μας αξιοποιώντας τα ακίνητα στη χώρα. Κατά τη γνώμη μου, προτεραιότητα θα δοθεί σε ακίνητα-φιλέτα μεγάλης αξίας τόσο χρηματικής όσο και από γεωγραφικής άποψης, και σε δεύτερη φάση θα αξιοποιηθούν άλλου είδους ακίνητα. Επειδή πολλοί είναι αυτοί που εφησυχάζουν, σκεπτόμενοι πως είναι πολύ δύσκολο στους καιρούς των ισχνών αγελάδων που διανύουμε να πωληθούν τα ακίνητα και μάλιστα σε τιμή ικανοποιητική, αρκεί να δούνε το δάσος και όχι το δέντρο. Ακόμη κι αν δεν είναι προς το συμφέρον των δανειστών μας να κατασχεθούν και να πλειστηριασθούν τα ακίνητα με την ύφεση που επικρατεί στην αγορά ακινήτων, δεν αποκλείεται να βρεθούμε οι ίδιοι «νοικάρηδες» στα σπίτια μας, καταβάλλοντας μίσθωμα σε αυτόν που θα το αποκτήσει, αντί της δόσης του δανείου στην τράπεζα. Κι ενώ με το δάνειο που αποπληρώναμε στην τράπεζα είχαμε την προσδοκία ότι θα αποκτήσουμε την κυριότητα του ακινήτου ελεύθερο βαρών, με τη μίσθωση αυτού η εν λόγω προσδοκία χάνεται.

Σε όλο αυτό το βαρύ και δυσοίωνο κλίμα, έρχεται να προστεθεί και η σημερινή πραγματικότητα της ελληνικής δικαιοσύνης, η οποία ενεργούσα πότε ως φοροεισπράκτορας του κράτους και πότε ως υπάλληλος των τραπεζών, ευνοεί την αύξηση των χρεών των ιδιωτών προς το κράτος και τα πιστωτικά ιδρύματα, εκδίδοντας σωρηδόν και παρανόμως διαταγές πληρωμής υπέρ των τραπεζών, ακόμη κι όταν υπάρχουν παράνομοι και καταχρηστικοί Γενικοί Όροι Συναλλαγών στις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί μεταξύ δανειολήπτη και τράπεζας. Ο νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά τείνει να καταρρεύσει, όταν οι δικαστές ανά τη χώρα, αντικατοπτρίζοντας τις προοπτικές της Ελλάδας στα επόμενα χρόνια, απορρίπτουν για νόμω και ουσία αβάσιμους λόγους τις αιτήσεις των φυσικών προσώπων για ρύθμιση των οφειλών τους. Πρέπει δε να σημειώσω ότι για να ασκήσει κανείς έφεση κατά των αποφάσεων αυτών, οφείλει να καταβάλει μόνο για το παράβολο υπέρ του Δημοσίου 200,00 Ευρώ!

Συνεπώς, ο υπερχρεωμένος ιδιώτης είναι υποχρεωμένος να έχει την «καβάντζα» του, αν δεν θέλει να χάσει το σπίτι του, για να κινήσει μια χρονοβόρα δικαστική διαδικασία, η οποία εν τέλει μπορεί και να μην αποφέρει κανένα θετικό αποτέλεσμα. Μετά από όλα τα παραπάνω, οι σκέψεις που με κατακλύζουν δεν είναι ευχάριστες. Σκέφτομαι την Ελλάδα ως ένα τουριστικό θέρετρο ξεπουλημένο σε ξένα κεφάλαια, με απόλυτη συναίνεση πολιτών και κράτους, για το λόγο αυτό, νομίζω πως ήρθε η ώρα να απαντήσει ο ελληνικός λαός με κάθε πρόσφορο τρόπο.

της Χριστίνας Παπαγιώτα για το kathemera.gr

*Η Χριστίνα Παπαγιώτα είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής τμήματος ΝΟΠΕ του ΑΠΘ και Δικηγόρος Πρωτοδικείου Βέροιας.