Την Κυριακή των Βαΐων ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο Λόγο στο Ναό Αγίων Αναργύρων Βεροίας.

Στο τέλος της θείας Λειτουργίας χοροστάτησε στην Ιερά Λιτάνευση της Εικόνος της Βαϊφόρου και στη τελετή ευλογήσεως των Βαΐων, κατά το τυπικό της Σιωνίτιδος Εκκλησίας. Τέλος, σύμφωνα με την παράδοση, βγήκε αναμνηστική φωτογραφία με τους ιερείς και τους ιερόπαιδες της Ενορίας.

Η ομιλία του Μητροπολίτη:

«Μή φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδού ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται, καθήμενος ἐπί πῶλον ὄνου».

Ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ προφήτου Ζαχαρίου, ἕξι αἰῶνες πρίν ἀπό τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, ἐπιβεβαιώνεται σήμερα, καθώς ὁ Κύριός μας εἰσέρχεται στά Ἱεροσόλυμα «ἐπί πῶλον ὄνου», καθισμένος ἐπάνω σέ ἕνα ταπεινό γαϊδουράκι, καί ἐπευφημεῖται ἀπό τά πλήθη τῶν Ἰουδαίων πού εἶχαν συγκεντρωθεῖ γιά νά δοῦν αὐτόν πού εἶχε ἀναστήσει ἕνα τετραήμερο νεκρό, τόν φίλο του Λάζαρο.

Ἐνῶ ὅμως τό πλῆθος τόν ὑποδέχεται μέ τά βαΐα τῶν φοινίκων, ἐνῶ τόν ἐπευφημοῦν ὡς βασιλέα τῶν Ἰουδαίων, ἐνῶ στρώνουν τά ἱμάτιά τους γιά νά περάσει, δέν κατανοοῦν τό νόημα τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Δέν κατανοοῦν ποιός εἶναι αὐτός τόν ὁποῖο ζητωκραυγάζουν καί ὑποδέχονται ὡς βασιλέα. 

Ἀλλά τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Παρότι ὁ Ἰησοῦς τούς εἶχε μιλήσει γιά τό πάθος, τό ὁποῖο ἐπρόκειτο νά ὑπομείνει, ἐνῶ εἶχε προσπαθήσει νά τούς ἐξηγήσει τήν ἀποστολή του στόν κόσμο, οἱ μαθητές του δυσκολευόταν νά κατανοήσουν ὅσα ἔβλεπαν. Ἀδυνατοῦσαν νά συνειδητοποιήσουν ὅτι ὁ διδάσκαλός του ἦταν αὐτός, γιά τόν ὁποῖο εἶχαν ὁμιλήσει ὅλοι οἱ προφῆτες τοῦ Ἰσραήλ, γιά τήν ἔλευσή του στόν κόσμο, προκειμένου νά σώσει τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν ἁμαρτία. 

Τί καί ἐάν διάβαζαν τά ἱερά κείμενα; Τί καί ἐάν ἀνέμεναν καί αὐτοί, ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι, τόν Μεσσία νά ἔλθει; Τί καί ἐάν ὁ Χριστός τούς εἶχε δώσει ἐπανειλημμένα δείγματα τῆς Θεότητός του; Δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν τή σημασία ὅλων ὅσων ἔβλεπαν καί ἄκουαν.

Τό ὁμολογεῖ ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Ἰωάννης στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, λέγοντας: «Ταῦτα δέ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταί αὐτοῦ τό πρῶτον, ἀλλ᾽ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ᾽ αὐτῷ γεγραμμένα». Ὅλα αὐτά δέν τά καταλάβαιναν στήν ἀρχή, ὅταν συνέβαιναν, οἱ μαθητές, ἀλλά ὅταν δοξάσθηκε ὁ Ἰησοῦς, μετά δηλαδή τήν ἀνάστασή του, τότε θυμήθηκαν ὅτι ὅλες οἱ προφητεῖες ἦταν γραμμένες γι᾽ αὐτόν. 

Καί τό ἴδιο θά ὁμολογήσει καί ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Λουκᾶς, περιγράφοντας τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στούς δύο μαθητές πού βάδιζαν πρός τούς Ἐμμαούς, ἀλλά καί τήν ἐπίπληξή του, γιατί δέν κατανοοῦσαν τόν λόγο τῶν προφητῶν. 

Καί ἐάν οἱ μαθητές εἶναι φυσικό νά δυσκολευόταν νά συσχετίσουν τίς προφητεῖες μέ τόν Ἰησοῦ, γιατί δέν εἶχαν ἀκόμη τόν φωτισμό καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία «διήνοιξεν αὐτῶν τούς ὀφθαλμούς», ἐμεῖς ἔχουμε αὐτό τό προνόμιο. Γιατί ὄχι μόνο ἔχουμε λάβει μέ τό ἅγιο βάπτισμα καί τά ἄλλα μυστήρια στά ὁποῖα μετέχουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί γιατί ἔχουμε τήν πίστη καί τή μαρτυρία ἑκατομμυρίων ἁγίων, πατέρων, μαρτύρων καί ὁμολογητῶν, οἱ ὁποῖοι μέ τή ζωή, μέ τόν λόγο, μέ τό μαρτύριο καί μέ τήν ὁμολογία τους μᾶς ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό. Μᾶς βεβαιώνουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ σωτήρας καί λυτρωτής τοῦ κόσμου ἀλλά καί τοῦ κάθε ἀνθρώπου προσωπικά. Μᾶς βεβαιώνουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι αὐτός τόν ὁποῖο πρέπει νά πιστεύουμε καί νά ἀκολουθοῦμε, διότι κανείς ἄλλος δέν μπορεῖ νά μᾶς σώσει καί νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι αὐτός πού μπορεῖ νά ἀναστήσει καί ἐμᾶς, ὅπως ἀνέστησε τόν φίλο του Λάζαρο, «πεπτωκότας τῇ ἁμαρτίᾳ», ἀλλά κυρίως νά μᾶς ἀναστήσει στήν αἰώνια ζωή τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία μᾶς ἐξασφάλισε μέ τή σταυρική θυσία καί τήν ἀνάστασή του.

Καί μπορεῖ ὄντως νά μᾶς ἀναστήσει ὁ Χριστός ὑπό μία ὅμως προϋπόθεση. Νά μήν ἀκολουθήσουμε τό πλῆθος τῶν Ἰουδαίων πού σήμερα τόν ἐπευφημεῖ κατά τήν εἴσοδό του στά Ἱεροσόλυμα. Νά μήν περιορισθοῦμε νά τόν θαυμάζουμε καί νά θέλουμε νά τόν πλησιάσουμε ἀπό περιέργεια ἤ καί ἀπό συνήθεια, ὅπως ἔκαναν ὅσοι ἤθελαν σήμερα νά συναντήσουν, γιά νά δοῦν ποιός ἦταν αὐτός πού ἀνέστησε τόν Λάζαρο. Διότι ὅλοι αὐτοί, σέ λίγες ἡμέρες ὄχι μόνο τόν ἐγκατέλειψαν ἀλλά καί ἀπαιτοῦσαν τήν σταύρωσή του.

Ἄς ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό ὄχι μόνο σήμερα, ἀλλά καί στίς ἡμέρες τοῦ Πάθους του πού θά ἀκολουθήσουν καί ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς μας, μέ τή συναίσθηση ὅτι ὁ Κύριός μας ὑπέμεινε τά πάντα ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς. Τά ὑπέμεινε γιά τή δική μας σωτηρία, γιά νά δείξει καί σέ μᾶς τήν ὁδό τῆς ταπεινώσεως καί τῆς θυσίας, τῆς νεκρώσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν παθῶν μας, τήν ὁδό τῆς μετανοίας καί τῆς ἐκζητήσεως τοῦ ἐλέους του. 

Καί ἄν ἀκολουθήσουμε αὐτή τήν ὁδό, μέσα ἀπό τόν προσωπικό μας ἀγώνα ἀλλά καί μέσα ἀπό τίς εὐκαιρίες πού μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας, τότε δέν θά παραμείνουμε μέσα στό πλῆθος, ἀλλά θά ἀξιωθοῦμε νά γίνουμε συνοδοιπόροι τοῦ Κυρίου μας, ὄχι μόνο στό Πάθος, ὄχι μόνο μέχρι τόν Γολγοθᾶ, ἀλλά καί μέχρι τήν Ἀνάστασή του.

Πηγή