Φασαρία στην πόλη, κόσμος μαζεμένος στην αγορά και στα τείχη. 

Μα τι στο καλό γίνεται και έχει τόση οχλαγωγία; Α! Πλησιάζει το Πάσχα των Ιουδαίων!

Και σαν έρχεται το Πάσχα τους, δεν θα έπρεπε να έχουν χαρές και πανηγύρια;

Αναστεναγμούς και κραυγές ακούω, κλάματα γυναικών και βρισιές στα λατινικά. 

Α, είναι εκείνος ο Ναζωραίος. Τον θυμάμαι, σε ένα ποτάμι τον είδα να βαπτίζεται. 

Και μετά πύρινους λόγους να βγάζει, ανθρώπους να ψαρεύει, θάλασσες να γαληνεύει. 

Νεκρούς να ανασταίνει, ασθενείς να θεραπεύει, είρωνες και υποκριτές να αποστομώνει, 

πόρνες να συγχωρεί, αμαρτωλούς να σώζει και έναν άλλο δρόμο σωτήριο να δείχνει. 

Εκείνον, που τον υποδέχτηκαν ως Μεσσία στα Ιεροσόλυμα, μετά βαΐων και κλάδων,

Πως τώρα εσείς τον θέλετε να σταυρωθεί άρον – άρον; Τι κακό σας έκανε άνθρωποι; 

Α! Βλασφήμησε… Απείλησε με το κήρυγμά του την εξουσία του Ιερατείου σας… 

Αμφισβήτησε τους νόμους και τις παραδόσεις σας, που τόσο σχολαστικά τηρείτε…

Περπατώ μαζί του στην πορεία προς τον Γολγοθά. Ανηφορικός ο δρόμος και δύσκολος. 

Μαζί με τον Σίμωνα προσπαθώ λίγο κι εγώ να σηκώσω το βαρύ ξύλο του Σταυρού. 

Νοιώθω πως με την άκρη του ματιού του με κοιτά και σα να μου γνέφει ευχαριστώντας με. 

Και κάπως έτσι φτάσαμε μαζί μέχρι την κορυφή του λόφου, του Κρανίου Τόπου…

Σταυρώθηκες, πόνεσες, σε χλεύασαν, έβαλαν κλήρο τα ιμάτιά σου, σε πότισαν ξύδι…

Μα εσύ εκεί, να ζητάς από τον Πατέρα σου να τους συγχωρέσει, να τους λυπηθεί…

Σηκώνεις το βλέμμα ψηλά, «Θεέ μου, Θεέ μου» σε ακούω να φωνάζεις με πόνο. 

Μα μετά ηρεμείς και γαληνεύεις, ξεκινάς την ριζική ανακαίνιση του κόσμου όλου. 

Κλείνεις τα μάτια, ξεψυχάς. Και γίνεται μεγάλος χαλασμός, σεισμός και καταποντισμός. 

Ο ανίκητος Άδης ταράσσεται όταν σε βλέπει στο βασίλειό του, το απόλυτο  τελειώνει. 

Τρεις μέρες νεκρός και κήρυξες σε όσους δεν πρόλαβαν να σε γνωρίσουν. Και αναστήθηκες. 

Σε είδα, ανάμεσα στους μαθητές σου. Δεν χρειάστηκε να σε αγγίζω για να πεισθώ. 

Σαν πέρασαν μέρες και χρόνια μετά την Ανάληψή σου, αρχίσαμε λίγο – λίγο να ξεχνάμε… 

Κάποιους μας κυνήγησαν, άλλους τους έριξαν στα λιοντάρια, άλλοι κρυφτήκαν στη γη. 

Κάποιοι γύρισαν στις ζωές τους, στα είδωλά τους, στις ανέσεις της υποταγής στο καθεστώς. 

Μα το χειρότερο είναι ότι κάποιοι στο όνομά σου, για αιώνες, έκαναν εγκλήματα φρικτά. 

Αυτό είναι που δεν μπορώ να καταλάβω, και να με συμπαθάς, είναι γιατί μας άφησες μετά.

Πως από Μαρτυρικός Σταυρός αυτός που κουβαλούσαμε έγινε όπλο φονικό σε χέρια μιαρά;

Πως το σύμβολο της ταπείνωσης μετατράπηκε σε σύμβολο καταδυνάστευσης και εξουσίας;

Πως η Πίστη μας σε Σένα δεν ήταν ποτέ αρκετή, ώστε κάθε κακό να εξαλειφτεί από τη γη; 

(Λογοτεχνικό editorial, στην ψηφιακή εφημερίδα “InVeria”, Κυριακή 28 Απριλίου 2024, φύλλο 104)

Πηγή