Photo: calisingleton

Συμμετείχα στην εκδήλωση της κίνησης «Δυναμική Ελλάδα» προχθές στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, το θέμα μου δεν είναι η ίδια η εκδήλωση (δεν είναι της παρούσης…) αλλά ένα περιστατικό που μου έκανε εντύπωση.

Μετά τις σύντομες τοποθετήσεις ακολούθησαν ερωτήσεις από το ακροατήριο. Ο Γιώργος, 25 ετών, μίλησε για αυτά που τον βασανίζουν. Πρώτα ανέφερε ότι οι πολιτικοί δεν προσφέρουν όπως θα όφειλαν, συνέχισε μιλώντας για την αδυναμία των νέων να βρουν δουλειά και την αναγκαστική μετανάστευση, για τα όνειρά του που του τα γκρέμισαν και κατέληξε ρωτώντας σχεδόν οργισμένα γιατί να εμπιστευτεί τους 50χρονους και τους 60χρονους εφόσον αυτοί τα έκαναν θάλασσα και του κατέστρεψαν το μέλλον.

Μέσα σε δυο λεπτά, ο Γιώργος διατύπωσε τα πιο δημοφιλή κλισέ της εποχής.

Αργότερα ζήτησα τον λόγο, θέλοντας να του απαντήσω στο πρώτο σημείο: αυτό της προσφοράς των πολιτικών.

Μέχρι λίγο πριν το τέλος των ‘90ς, ουδείς ασχολούνταν με την «προσφορά» στην πολιτική. Για την ακρίβεια, ουδείς ανέλυε τι σημαίνει «πολιτικός». Ο πολιτικός ήταν «πολιτικός», ένας άνθρωπος επιφορτισμένος με καθήκοντα που ασκούσε καλώς, κακώς, μετρίως ή με τον παραδοσιακό ελληνικό λαϊκίστικο τρόπο.

Το 1998, όμως, μπήκε στη ζωή μας η Έλενα Ράπτη. Ο πρώτος άνθρωπος στη χώρα που έκανε σημαία τις φράσεις «θέλω να προσφέρω» και «εμείς οι νέοι». Νέα κι όμορφη, εντυπωσίασε αμέσως ένα μιντιακό σύστημα ψόφιο για νέα και φωτογενή πρόσωπα. Η Έλενα το κατέκτησε. Κάθε της χαριτωμένη κίνηση γινόταν είδηση πρώτου μεγέθους. Γι αυτό και η ίδια δεν άφησε ποτέ τίποτε στην τύχη. Πολιτεύτηκε με σημαία την προσφορά και με «τη χαρά της αφθαρσίας στα μάτια» (όπως θα έλεγε και ο ποιητής) που προσέφεραν τα νιάτα της, έπεισε ότι οι νέοι στην πολιτική είναι μια κατηγορία ατόμων με ειδικές δυνάμεις.

Τη Σχολή Έλενας Ράπτη ακολούθησαν εκατοντάδες νέες σε όλη την Ελλάδα. Και νέοι, αλλά οι γυναίκες ήταν εκείνες που απέκτησαν το copyright της προσφοράς. Ναι, η Έλενα Ράπτη θα μπορούσε κάλλιστα να ιδρύσει ένα ΙΕΚ, διδάσκοντας «την τέχνη του πολιτεύεσθαι για άφθαρτους».

Πες πες, το παραμύθι της «προσφοράς» πέρασε. Πέρασε στους νέους ανθρώπους και ξαφνικά πίστεψαν ότι ο πολιτικός πρέπει να είναι ένας αλτρουιστής ο οποίος μακριά από μικρότητες και ανθρώπινες αδυναμίες με κάποιον μαγικό τρόπο θα ονειρεύεται ότι πραγματοποιεί τα όνειρα του κάθε Γιώργου.

Διαφωνώ και το είπα δημοσίως. Πιστεύω ότι ο πολιτικός πρέπει να είναι ένας άνθρωπος που κάνει μια δουλειά προκειμένου να βελτιώσει, πρώτα-πρώτα τη δική του ζωή. Όχι αποκτώντας τα προνόμια του βουλευτή και λύνοντας το πρόβλημά του. Ένας άνθρωπος που ξέρει ότι όσα προνόμια κι αν έχει ο ίδιος, αν ζει σ’ ένα περιβάλλον ασχήμιας και ταραχής, δεν θα είναι ικανοποιημένος. Ένας άνθρωπος που ξέρει ότι πρέπει και οι γύρω του να είναι ικανοποιημένοι. Που αντιμετωπίζει τα «όνειρα του κάθε Γιώργου» με επαγγελματισμό κι ένα μείγμα ρεαλισμού κι ευαισθησίας. Αν έχει όραμα κι είναι φιλόδοξος σαν άτομο, ακόμη καλύτερα.

Πρωτίστως, όμως, ο πολιτικός πρέπει να έχει όρεξη για δουλειά και να είναι κατάλληλος γι αυτήν, όχι ένας ορεξάτος για προσφορά. Αν θέλει να προσφέρει, υπάρχουν εκατοντάδες άλλες ευκαιρίες για να το κάνει. Κι η Έλενα Ράπτη, εξάλλου, η πρώτη διδάξασα, είναι ιδρυτικό μέλος ΜκΟ με το όνομα «Αγάπη». Και σαφώς το έργο της στην «Αγάπη» είναι πιο αξιομνημόνευτο από την κοινοβουλευτική της παρουσία.

Θα ήθελα, ακόμη, να σου πω, Γιώργο, ότι τα όνειρα δεν είναι κάτι αδιαπραγμάτευτο. Ούτε καν κάτι απαραίτητα υλοποιήσιμο. Κατά κανόνα, τα όνειρα μένουν όνειρα. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να τα πραγματοποιήσει ή να βοηθήσει κάποιον στην πραγματοποίησή τους. Προσπαθώ να θυμηθώ τα δικά μας όνειρα, τα όνειρα των νεότερων απ’ τους «50χρονους και 60χρονους που τα έκαναν θάλασσα». Ε λοιπόν, δεν τα θυμάμαι! Όσο για τα δικά μου, έχουν αλλάξει καμιά εκατοστή φορές και κάθε όνειρο ήταν απείρως ωραιότερο απ’ το προηγούμενο. Πόσα πραγματοποιήθηκαν; Πάρα πολλά! Ανέβηκα στον Όλυμπο με ένα μέτρο χιόνι, έμαθα να κάνω αλματάκια με το ποδήλατο, γνώρισα τον Μανού Τσάο, πήγα σε χορό στη Βιέννη, έκανα συνέντευξη με τον Μιχάλη Δερτούζο, διαβάζω ξενόγλωσσα βιβλία, έκανα τον πατέρα μου φανατικό του ίντερνετ, έκανα μπάνιο στο Σίμο στην Ελαφόνησο. Και που είσαι ακόμα! Κάποια μέρα θα καταφέρω να πάρω το C2 στα γερμανικά, θα τρέξω τα 5 χιλιόμετρα σε λιγότερο από μισή ώρα και θα πάω στους Red Hot Chili Peppers που δεν είδα φέτος επειδή δεν με έπαιρνε οικονομικά.

Σου φαίνονται χαζά τα όνειρά μου; Τι να κάνουμε, τέτοια έχω. Κι όταν κι εμένα μου φαίνονται χαζά ή απραγματοποίητα, απλώς τα αλλάζω. Ξέρεις, η ζωή δεν έχει manual. Ο καθένας κάνει ό,τι μπορεί. Άσε δε που πλέον, δεν κάνω όνειρα: κάνω σχέδια. Και νιώθω πολύ καλύτερα, πιο σίγουρη και δυνατή.

Όσο για τους «50χρονους και 60χρονους που τα έκαναν θάλασσα», σκέψου κάτι πολύ απλό. Ότι τόσο ήξεραν, τόσο μπορούσαν, τόσο έκαναν. Μου θυμίζεις κάποιους που κατηγορούν τους γονείς τους για όσα δεινά τους βρήκαν. Μα, οι γονείς τόσο ξέρουν, τόσο μπορούν, τόσο κάνουν. Αντιλαμβάνομαι πόσο βολικό είναι να σου φταίει πάντα κάποιος άλλος. Σκέψου, όμως, ότι αυτός ο άλλος μπορεί να ξεκίνησε σαν κι εσένα με όνειρα και στην πορεία να βρέθηκε με μια πραγματικότητα στην οποία δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί έγκαιρα, με αποτέλεσμα να τα κάνει θάλασσα. Ούτε εκείνος είχε manual. Σου εύχομαι ολόψυχα να μη σου συμβεί κι εσένα αυτό.

Αυτά προς το παρόν!

Της Χριστίνας Ταχιάου

Πηγή: protagon.gr