Μανόλης Αναγνωστάκης, (photo: Μ. Φάις, 1992)

O Νίκος Καρούζος του Βασίλη Παπαβασιλείου, ο Μίλτος Σαχτούρης της Όλιας Λαζαρίδου και της μπάντας Lost Βοdies, ο Μανόλης Αναγνωστάκης της Αλεξίας Καλτσίκη και του Θανάση Δόβρη, o Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου του Γιάννη Ρήγα και των δέκα μαθητών του ΚΘΒΕ, η Μάτση Χατζηλαζάρου της Δήμητρας Κονδυλάκη και Δέσποινας Παπάζογλου, ο Αργύρης Χιόνης του Μιχάλη Βιρβιδάκη και Σταύρου Ψυλλάκη, ο Γιάννης Βαρβέρης της Γεωργίας Τριανταφυλλίδου και Αργύρη Μπακιρτζή, και ο Ιωάννης Κωνσταντινίδης και Γ.Ξ. Στογιαννίδης του Κοσμά Χαρπαντίδη, θα ξενυχτίσουν στις 30 και 31 Ιουλίου, μαζί με τους θεατές του Φεστιβάλ Φιλίππων & Θάσου•

«μέχρι όρθρου βαθέος», όπως διαβάζουμε και στο πρόγραμμα, για να μας εμψυχώσουν με λέξεις σπάνιες και σιωπές πολύτιμες, ανάχωμα στον παρατεταμένο «σπαραγμό της κοινοτοπίας»―όπως λέει κι ο Αναγνωστάκης―που μας περιβάλλει, αλλά και για να μας αναστατώσουν με τραγούδια, χορό, μέθη, ερωτισμό, πένθος, θυμό, σαρκασμό, αυτοπαρατήρηση…

Αυτή τη διήμερη ποιητική ολονυχτία σχεδίασε, με ελάχιστους πόρους, ο Θοδωρής Γκόνης (πρώτα εμψυχωτής και και κατόπιν διευθυντής του Φεστιβάλ), μετεωριζόμενος, χρόνια τώρα, ανάμεσα στο σανίδι και στη γραφή, αλλά αμετακίνητος στην πεποίθηση ότι ,εντέλει, το πνευματικό κέντρο δεν είναι γεωγραφικός προσδιορισμός.

Σ’ αυτόν τον φωτεινό αστερισμό λοιπόν, από ποιητές και σκηνικούς αναγνώστες τους, ανέλαβα να βάλω σε μια σειρά τη ζωή και το έργο ενός σατιρικού λυρικού της διάψευσης (όχι της «ήττας»), ένος σωματικού ποιητή της πολιτικής πράξης.

Προκρίναμε, ως καμβά της παράστασης «Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστιαστικά», μια μαγνητοφωνημένη συνομιλία που είχα με τον ποιητή στο σπίτι του, στην Πεύκη, το Νοέμβριο του 1992. Πάνω σ’ αυτό το σπάνιο ηχητικό τεκμήριο χτίσαμε.

Μπορεί ένας μανιώδης αναγνώστης του Αναγνωστάκη να κάνει (ή μήπως αυθυποβάλεται ότι κάνει;) μια ραδιοφωνική εκμπομπή με τίτλο «Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστικά»; Μπορεί μια μαγνητοφωνημένη αφήγηση του ποιητή να συνομιλήσει σκηνικά με την ποίηση του; Πως ο λυσσασμένος αέρας, οι ιαχές γηπέδου, η βουή διαδηλώσεων κτλ, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στον μονόλογο του ποιητή και στα ποιήματά του, διασταυρώνονται με την παρτιτούρα του κειμένου; Μπορεί σε μια ραδιοφωνική εμπομπή επί σκηνής, οι θεατές να μεταμορφώνονται σε ακροατές;

Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που μας απασχόλησαν ως ομάδα: τόσο, δηλαδή, την Α. Καλτσίκη (σκηνοθετική επιμέλεια), τον Θ. Δόβρη (ερμηνεία), τον Κωστή Κουσουλό (ηχητικός σχεδιασμός), την Εύα Γουλάκου (σκηνογραφική φροντίδα), όσο και μένα που είχα την ευθύνη της ροής ενός τόσο αταξινόμητου και ζέοντος υλικού.

Εσωτερική πυξίδα, σ’ αυτή την προσπάθεια, είχα τη φωνή του Αναγνωστάκη, τις ρωγμές της, την αυτουπονόμευσή της, τις παύσεις της, με δύο λόγια την ψυχοστασία του συνεντευξιαζόμενου. Ή όπως έγραφα στο επίμετρο του τομίδιου «Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστικά» (πρόλογος Παντελής Μπουκάλας, Εκδόσεις Πατάκη, 2010): «Η φωνή του χρωματίζεται άλλοτε μ’ έναν τόνο ειρωνικής ματαιότητας κι άλλοτε με μια κουρασμένη επιείκια, για όσα αδράχνει το δίχτυ της μνήμης• σ’ αυτά λοιπόν που λέγονται, άλλοτε με τον τρόπο του υπαινιγμού κι άλλοτε με τον τρόπο της γύμνωσης, βράζει «ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων», όχι σε θερμοκρασία δωματίου, τακτοποιημένη ζωή, συνείδηση και τα ρέστα, αλλά με τον επείγοντα και πυρετικό τρόπο του Γκράμσι, καθώς «η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της Ιστορίας» στον ορίζοντα του ποιητικού υποκειμένου αλλά και του δημιουργού του».

Είναι η δεύτερη φορά που ανεβαίνω στην Καβάλα (πριν δυο χρόνια με την «Πέστροφα Δουνάβεως», και πάλι καλεσμένος του «μεθόριου» Θοδωρή, στο σχήμα «Βορράς―5 συγγραφείς»). Ο Γκόνης, σε καιρούς παρατεταμένης δυσθυμίας και αβέβαιότητας, παρατεταμένα και εξακολουθητικά καταφεύγει στη λογοτεχνία.

Tου Μισέλ Φάις

Πηγή: protagon.gr