Η γέφυρα Ρίου Αντιρρίου κόστισε συνολικά 740 εκ ευρώ. Από αυτά:
* Το 10% 74 εκ. ευρώ το έβαλε η κοινοπραξία που την κατασκεύασε και την εκμεταλλεύεται.
* Το 40% (296 εκ. ευρώ) είναι η συμμετοχή του δημοσίου, δηλαδή το πληρώσαμε εμείς.
* Το υπόλοιπο 50% (370 εκ. ευρώ) είναι δάνειο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα, με κρατικές εγγυήσεις. Που σημαίνει ότι αν στραβώσει η δουλειά, η τράπεζα θα πάρει τα λεφτά της από το κράτος, δηλαδή από εμάς. Αν δεν στραβώσει, θα τα πάρει από τα διόδια, δηλαδή πάλι από εμάς.
Αν το υπολογίσουμε αυτό σε διάστημα 35 χρόνων, προκύπτει εύκολα ότι κάθε χρόνο η κατασκευάστρια κοινοπραξία θα καθαρίζει περίπου 6 δισ. δηλαδή το 1/4 της αρχικής της συμμετοχής στο έργο.
Δηλαδή σε 4 χρόνια θα έχει πάρει τα λεφτά της πίσω και θα της μένουν άλλα 31 χρόνια να εισπράττει.
Αυτού του είδους οι δουλειές, πριν τις βαφτίσουν «υποδειγματικά αναπτυξιακά έργα», τις λέγανε απλώς «αποικιακές». Και ο βασιλεύς Λεοπόλδος, στο Κονγκό, το 1900, με τέτοιους όρους δούλευε.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα πώς μπορεί κάποιος με αρχικό κεφάλαιο 25 δισ. δηλαδή όσο κοστίζει η κατασκευή ενός ολυμπιακού σταδίου μαζί με τις υπερβάσεις (και λίγο παραπάνω από όσα κατηγορείται ο Νεονάκης ότι κέρδισε στο χρηματιστήριο) να βγάλει σε τέσσερα χρόνια τα λεφτά του και εφτά φορές άλλα τόσα στα επόμενα 31 χρόνια. Η απάντηση είναι απλή: πρέπει να βρεις κάποιον να σου βάλει το υπόλοιπο 90% της επένδυσης, χωρίς καμία αξίωση στα κέρδη.
Από πλευράς του Έλληνος φορολογουμένου, η κατάσταση έχει ως εξής:
Αυτό σημαίνει ότι πληρώνουμε 680 δισ. για μια γέφυρα που αποδεδειγμένα στοίχισε 252, δηλαδή πληρώνουμε τη γέφυρα 2,7 φορές παραπάνω από το πραγματικό της κόστος.
Αυτό το μοντέλο κατασκευής δημοσίων έργων ονομάζεται ΣΔΙΤ – «Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα» και διαφημίζεται ως ο πλέον σύγχρονος και αποτελεσματικός δρόμος για τις προκλήσεις του 21ου αιώνα.
Αν η γέφυρα είχε κατασκευαστεί με τις οπισθοδρομικές μεθόδους του προηγούμενου αιώνα, θα μας είχε κοστίσει 252 δισ. και θα την είχαμε αποσβέσει με τους ίδιους ρυθμούς σε 15 χρόνια και τρεις μήνες.
Αλλά ακόμα κι αν ο κράτος επέμενε να εισπράττει διόδια επί 35 χρόνια, ώστε να μαζέψει 2,7 φορές την αξία της γέφυρας, έχει κάποια διαφορά να πληρώνεις διόδια στο κράτος και όχι σε κοινοπραξίες εταιρειών.
Διότι τα λεφτά που πάνε σε κοινοπραξίες δεν θα τα ξαναδούμε ποτέ, ενώ τα λεφτά που πάνε στο κράτος, όλο και κάποια τρύπα θα μπαλώσουν.
Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος αφελής να αναρωτηθεί γιατί το κράτος, αφού πλήρωσε που πλήρωσε το 40% (296 δισ.) της γέφυρας και δανείστηκε το άλλο 50% (370 δισ.), δεν έδινε και 25 δισ. στην κατασκευάστρια εταιρεία, να φτιάξει τη γέφυρα και να πάει στο καλό, αντί να μας κάθεται 35 χρόνια στο σβέρκο σαν τον Προκρούστη και να εισπράττει διόδια.
Αλλά όχι. Διότι τότε η γέφυρα θα ήταν δημόσια επένδυση, πράγμα που γενικώς δεν αρέσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και διότι ως δημόσια επένδυση, θα ξέφευγε διαρκώς από τον προϋπολογισμό και από τα χρονοδιαγράμματα, για να μην πούμε ότι πιθανώς να ήταν και ελαττωματική στην κατασκευή της.