Γράφει ο Θάνος Κάλλης, δικηγόρος – ιστορικός: Σε αποφασιστική ναυμαχία που έλαβε χώρα στην θαλάσσια περιοχή της Σάμου στις 5/17 Αυγούστου 1824, ο ελληνικός στόλος υπό την ηγεσία του αντιναυάρχου Γεώργιο Σαχτούρη, κατατροπώνει τον οθωμανικό στόλο, που γλυτώνει με τρομακτικές απώλειες και υποχωρεί. 

Η νίκη του ελληνικού στόλου ήταν ουσιαστικά η πρώτη μεγάλη νίκη του πολεμικού ναυτικού και είχε σωτήρια αποτελέσματα τόσο για τη Σάμο όσο και για άλλα νησιά του Αιγαίου, την Πελοπόννησο και γενικότερα την Ελληνική επανάσταση του 1821.

Το καλοκαίρι του 1824,ο οθωμανικός στόλος υπό τον Χοσρέφ Πασά εκστρατεύοντας κατά των νήσων του Αιγαίου σκόπευε να ενωθεί με τον αιγυπτιακό και από κοινού να πλεύσουν εναντίον του Μοριά για να καταστείλουν την επανάσταση. Κάθε αντίσταση που συναντούσαν αντιμετωπιζόταν με ολοσχερή καταστροφή, παραδειγματική για τους υπόλοιπους εξεγερμένους.

Αντιπροσωπευτικό δείγμα της βαναυσότητας και βαρβαρότητας των Τούρκων, ήταν η καταστροφή των Ψαρών. Κατά τη κατάληψη του νησιού από τα οθωμανικά στρατεύματα έχασαν την ζωή τους περισσότεροι από 20.000 Έλληνες. Ο ναύαρχος Χοσρέφ έστειλε δώρο στο Σουλτάνο τα κεφάλια πολλών Ελλήνων καθώς και 1.200 κομμένα αυτιά και τις σημαίες του νησιού. Αφού άφησε στα Ψαρά μερικά πλοία και 600 Αλβανούς, πήγε στην Λέσβο για να γιορτάσει το Μπαϊράμι.

Ο τουρκικός στόλος περιέπλευσε την Σάμο και προσπάθησε επανειλημμένως, ανεπιτυχώς όμως, να κάνει απόβαση στις βόρειες ακτές, στο Καρλόβασι και στον Κότσικα. Κάθε τέτοια επιχείρηση αντιμετωπίστηκε με επιτυχία από τους νησιώτες.

Λίγο μετά την καταστροφή των Ψαρών, οι Τούρκοι προσπαθούσαν είτε με εξαγορές είτε με απειλές να πείσουν τους Σαμιώτες να δηλώσουν υποταγή. Οι Σάμιοι υπό την αρχηγία του Λυκούργου Νομοθέτη είχαν επαναστατήσει κατά των Οθωμανών το 1821 και είχαν εγκαταστήσει καθεστώς αυτονομίας στο νησί.

Οι Σαμιώτες απέκρουσαν την πρόταση των Τούρκων, να υποταχθούν στην θέληση του Σουλτάνου, αλλά ο φόβος τους ήταν μεγάλος, καθώς το νησί τους ήταν πλησίον στις ακτές της Μικράς Ασίας και το καθιστούσε εύκολο στόχο για τον εχθρικό στόλο.

Οι Έλληνες αγωνιστές για να μην επαναλάβουν το λάθος των Ψαρών, αποφάσισαν να ανασυγκροτήσουν τον στόλο και να σπεύσουν προς υπεράσπιση της Σάμου. Τώρα δεν είχαν καμία δικαιολογία να μην το κάνουν, καθώς πρόσφατα είχε παραληφθεί το πρώτο εξωτερικό δάνειο (90.000 δίστηλα), που είχε συνάψει η επαναστατική κυβέρνηση με την βρετανική αυτοκρατορία.

Στις 28 Ιουλίου του 1824 ξεκινάει ο Χοσρέφ Πασάς με σχεδόν ολόκληρο τον οθωμανικό στόλο αποτελούμενο από 200 πλοία κατά της Σάμου, με σκοπό να την καταλάβει, να την κάψει ολοσχερώς και να εξανδραποδίσει τον πληθυσμό.

Σε βοήθεια έσπευσαν πλοία του ελληνικού επαναστατικού στόλου, προερχόμενα κυρίως από την Ύδρα και τις Σπέτσες και υπό τη διοίκηση του Υδραίου καραβοκύρη Γεωργίου Σαχτούρη, καθώς έπλεαν ανοιχτά της Ικαρίας κατευθυνόμενα προς τη Σάμο, εντόπισαν ένα μικρό στολίσκο εισβολής. Η Ελληνική μοίρα κατεδίωξε τα καράβια και τα ανάγκασε να τραπούν σε άτακτη φυγή (30 Ιουλίου 1824).

Την επομένη, ελληνικά πλοία κινήθηκαν προς τα τουρκικά παράλια και συγκεκριμένα προς το στενό της Μυκάλης, όπου παρατηρήθηκε έντονη τουρκική δραστηριότητα και υπήρχε προφανής πρόθεση να επιχειρήσουν κατάληψη της Σάμου. Τα ελληνικά καράβια ενεπλάκησαν σε σειρά αψιμαχιών με τα οθωμανικά, τις τρείς πρώτες ημέρες του Αυγούστου, σε μια προσπάθεια να ματαιώσουν τις κινήσεις τους.

Στις 4 Αυγούστου συγκεντρώθηκε μεγάλη τουρκική δύναμη από 22 μεγάλα πλοία έναντι 16 ελληνικών. Ωστόσο, τη μέρα εκείνη φανερώθηκε διχογνωμία στην ελληνική πλευρά και κυρίως από την πλευρά των καπεταναίων των πυρπολικών, που θεωρούσαν άσκοπο να εξαπολύσουν επίθεση κατά των τουρκικών σκαφών. Εκείνη τη στιγμή, ξεχώρισαν για το θάρρος και τις ηγετικές τους ικανότητες ο Σαχτούρης και ο Μιαούλης, που πέρασαν από πλοίο σε πλοίο και ξεσήκωσαν τα πληρώματα. Με υψηλό φρόνημα και ηθικό ,οι Έλληνες αγωνιστές κατάφεραν να αποκρούσουν την έφοδο του εχθρού, που φοβισμένος έφυγε μέσα στη νύχτα.

Η αποφασιστική σύγκρουση ήρθε στις 5 Αυγούστου, όταν ο Τούρκος ναύαρχος Χοσρέφ διέταξε γενική επίθεση του στόλου. Η αρμάδα άρχισε να βαρεί με όλα της τα κανόνια. Τι βρόντος και καπνός ήταν εκείνος. Σωστή κοσμοχαλασιά γινόταν. Τα ελληνικά πυρπολικά πρωταγωνίστησαν για μια ακόμη φορά και καθόρισαν την έκβαση της αναμέτρησης.

Σε μια κατάλληλη στιγμή το μπουρλότο του Υδραίου Τσαπέλη επιτέθηκε σε μια μεγάλη τουρκική φρεγάτα. Ο αέρας ήταν αντίθετος και απέτυχε. Η φρεγάτα ωστόσο δε γλύτωσε. Ότι δεν κατάφερε ο Τσαπέλης, το κατάφερε ο ατρόμητος Κανάρης, που τίμησε το προσωνύμιο του «Μπουρλοτιέρη». Έβαλε φωτιά την ώρα ακριβώς που ο καπετάνιος της την έριξε έξω στη στεριά για να τη γλυτώσει. Οι «γλώσσες της φωτιάς» έζωσαν μονομιάς το καράβι και το έκαψαν σαν πελώριο πυροτέχνημα. Ξύλα, κατάρτια, κανόνια, σκοτωμένα κορμιά και κάθε λογής κομμάτια, τινάχτηκαν στον αέρα. Απο το πλήρωμα της φρεγάτας κανείς δεν επέζησε.

Τα ίδια με τη τουρκική φρεγάτα έπαθε και ένα καράβι τυνησιακό από το μπουρλότο του Υδραίου Βατικιώτη, και άλλο ένα τριπολίτικο από το Σπετσιώτη Ματρόζο. Απο την πλευρά τους, τα υδραίικα και σπετσιώτικα πλοία με τα πυροβόλα τους εμπόδισαν τον εχθρό να προχωρήσει. Μάλιστα, σε κάποια φάση της πολεμικής αναμέτρησης πέρασαν στην αντεπίθεση, με επικεφαλής τον  Ανάργυρο Λεμπέση.

Παρά την συντριπτική αριθμητική υπεροχή των Οθωμανών, οι ατρόμητοι Έλληνες αγωνιστές κατάφεραν να αποδιοργανώσουν τον εχθρό και να αποκτήσουν σημαντικό πλεονέκτημα στη θάλασσα. Ο Τούρκος διοικητής αναγκάστηκε να τερματίσει τη ναυμαχία και να οπισθοχωρήσει στην Κω. Οι απώλειες για τον τουρκικό ναυτικό, εκτός από τα τρία πλοία, ήταν 100 κανόνια και περίπου 1000 άνδρες. Οι Έλληνες θρήνησαν τον θάνατο τριών γενναίων μπουρλοτιέρηδων.

Η περιφανής ελληνική νίκη στη Ναυμαχία της Σάμου συνέπεσε με την ορθόδοξη χριστιανική εορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Η Γενική Συνέλευση των Σαμίων και ο στρατιωτικός και πολιτικός ηγέτης του νησιού, Λυκούργος Νομοθέτης αποφάσισαν την ανέγερση ομώνυμου ναού στην περιοχή του Κάστρου. Απο το 1824 μέχρι σήμερα, η ανάμνηση της ένδοξης ναυμαχίας εορτάζεται στην συγκεκριμένη εκκλησία και θεωρείται τοπική εθνική εορτή του νησιού.

//

Πηγή