Γράφει ο Απόστολος Μοσχόπουλος*: Η δημοσιογραφία, στην εποχή που ζούμε, έχει υποστεί σοβαρή και ουσιώδη μετάλλαξη σε σχέση με αυτό που ήταν. Ελάχιστα χρόνια πριν, μπορεί να υπήρχε η διάκριση σε αυτό που ονομάζουμε «μαχόμενη», «ερευνητική», ή και «ελαφριά», αλλά το καθήκον του να ενημερώνεις το κοινό έχαιρε κάποιας εκτίμησης τόσο από την κοινωνία, όσο και από τους «απέναντι», είτε αυτοί ήταν μια πολιτική φωνή που πιεζόταν από τις αποκαλύψεις, είτε ιδιώτες που «τα έβρισκαν σκούρα» από το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι η αρχή του τέλους της δημοσιογραφίας επήλθε με την άνοδο του Internet. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, οι διαδεχόμενες πληροφορίες και η διαρκής μάχη για το ποιος θα μεταδώσει πιο γρήγορα μια είδηση, διατάραξε το δίπολο ποσότητας και ποιότητας, ειδικά στους ενημερωτικούς ιστότοπους. Αυτή η εκτίμηση, πράγματι, εν μέρει, είναι αλήθεια. Ανέκαθεν η δημοσιογραφία κρινόταν στη «μάχη του αποκλειστικού». Η πιο γρήγορη κάλυψη ενός γεγονότος όντως θα έπαιρνε εύσημα, καθώς όλοι μάχονταν πάντα για το καλύτερο πλάνο, για τις πρώτες δηλώσεις, για την πρώτη εκτίμηση, προκειμένου να κερδίσουν το ενδιαφέρον του κοινού. Μοιραία, η βιάση αυτή έριξε εν πολλοίς την ποιότητα του ρεπορτάζ. Είτε ανοίγοντας το παράθυρο στα fake news, είτε κάνοντας είδηση, το απολύτως τίποτα, προκειμένου να παραμείνει συντονισμένο το κοινό στον δέκτη του, πολλές φορές παρερμηνεύθηκε ή και αλλοιώθηκε μια είδηση, πολλές φορές ειπώθηκαν χοντράδες και ανακρίβειες, αφήνοντας ενίοτε εκτεθειμένο το δημοσιογραφικό μέσο και, σχεδόν πάντα, παραπληροφορημένο το κοινό. 

Ωστόσο, το μέσο δεν είναι ποτέ απρόσωπο, και ποτέ δε φταίει μονομερώς, δεδομένου ότι η φύση του είναι αλληλένδετη της ταυτότητας που του δίνουν οι χρήστες του. Έτσι λοιπόν, το μεγαλύτερο πρόβλημα της διαδικτυακής δημοσιογραφίας, ονομάζεται ανωνυμία των blogs. Ενώ στη δημοσιογραφία στις εφημερίδες και τα οπτικοακουστικά ρεπορτάζ, οι εκάστοτε συντάκτες και δημοσιογράφοι έφεραν κατά πλειοψηφία την ευθύνη των πληροφοριών που μετέδιδαν, περάσαμε στη νέα εποχή σε ανώνυμες πληροφορίες, «σπόντες» και σωρεία αναπόδεικτων ρεπορτάζ που εξυπηρετούν στοχευμένα το εκάστοτε αφήγημα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως, είναι η γαλούχηση ενός κοινού με «πιπεράτες» αποκαλύψεις στα όρια της συκοφαντίας, και κίβδηλες ειδήσεις που μένουν μετέωρες και ατεκμηρίωτες, υπακούοντας στο δόγμα του Γκέμπελς περί  προπαγάνδας. 

Επιστρέφοντας στην «παραδοσιακή δημοσιογραφία», τα τελευταία χρόνια η επωνυμία της κάλυψης μιας είδησης δεν εγγυάται και την «αντικειμενικότητα» της (στο βαθμό που αυτή υπάρχει). Ο ένας λόγος αφορά στο γεγονός ότι η έρευνα και το ρεπορτάζ των ισχυρότερων (σε έρεισμα) φωνών, ειδικά στην Ελλάδα, έχουν αντικατασταθεί σχεδόν κατά αποκλειστικότητα από τον (κυρίως μονόπλευρο) σχολιασμό των ειδήσεων. Έτσι, κλονίζεται η φερεγγυότητα ενός μέσου ενημέρωσης, καθώς δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος ταύτισης της φωνής του μέσου με τη φωνή του δημοσιογράφου, ειδικά όταν τα σχόλια αντιβαίνουν σε κάθε λογική σκέψη, αποκρύπτουν κάθε αλήθεια, ή αντικρούουν κάθε έρεισμα στην πλειοψηφία της κοινωνίας.

Επιπλέον, το γεγονός ότι πολλοί δημοσιογράφοι τα τελευταία χρόνια έχουν εισρρεύσει στους χώρους της πολιτικής, τους έχει καταστήσει ισοδύναμους με φερέφωνα των εκάστοτε κομμάτων, και όχι άδικα. Πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, στις συνθήκες της οξυμμένης πόλωσης των μνημονιακών μέτρων και των αμφιλεγόμενων πολιτικών, ειπώθηκαν πράγματα που παραλληλίστηκαν ευθέως, λίγο καιρό αργότερα, με τις κομματικές γραμμές των παρατάξεων τις οποίες κλήθηκαν να εκπροσωπήσουν στις εκλογικές αναμετρήσεις. Παράλληλα δε, διάφορες αποκαλύψεις για υπόγειες ή και φανερότατες χρηματοδοτήσεις τους, έδωσαν ξεκάθαρες λαβές για τις αιτιάσεις που δέχονται από το κοινό για «ξεπούλημα» της προσωπικής ή εργασιακής τους ηθικής. 

 

Ωστόσο, και τα ίδια τα ΜΜΕ, ως επιχειρήσεις, τα τελευταία χρόνια επιδόθηκαν σε μια πρωτοφανή αλλαγή του ρόλου τους. Αφ’ενός, η ειδησεογραφία που μετέδιδαν πλέον έδωσε σιγά σιγά τη θεση της σε μια χυδαία αναβάπτιση των παντων με όρους lifestyle. Αφ’ετέρου, ακόμη και στις αμιγώς ειδησεογραφικές στιγμές, έγινε περισσότερο εμφανής από ποτέ η παραχάραξη της πραγματικότητας που καλύπτουν. Άλλες φορές παραμορφώνοντας βίαια την αλήθεια με «μονταζιέρες», άλλες φορές αποσιωπώντας οποιονδήποτε αντίλογο στην κρατούσα (ή τη δική τους) ρητορική και άλλες φορές συγκαλύπτοντας και προστατεύοντας πρόσωπα και καταστάσεις, τα ΜΜΕ υπερέβησαν πολλές φορές τα εσκαμμένα, δείχνοντας ότι ο σκοπός τους δεν είναι “το λειτούργημα της ενημέρωσης” και ο έλεγχος των τριών εξουσιών, αλλά ένα υβρίδιο εξουσιών μέσω του οποίου, συνεπώς, υποσκάπτεται εν τέλει η ευθυκρισία και το αυτεξούσιο της λαίκής εξουσίας. 

Σε μια εποχή όπου η γνώση είναι ευκολότερο στην πρόσβαση από ποτέ να διασταυρωθεί, κρίνεται τόσο αφελές να μιλάει κανείς μας για «δημοσιογραφική αλητεία», όσο και επιβεβλημένο, ως πολίτες, να αλλάξουμε συνήθειες και κριτική σκοπιά. Με την απομυθοποίηση καθε αυθεντίας που μπορεί να κατείχαν κάποτε οι δημοσιογράφοι και τα μέσα στα οποία εργάζονταν, και με την υιοθέτηση των ευθυνών που μας αναλογούν να αναζητούμε τις σχέσεις αιτίου-αιτιατού σε ο,τι μας περιβάλλει, ίσως η θέση μας στον κόσμο να είναι κάτι παραπάνω από το να σωπαίνουμε σαν αμνοί σε έναν κόσμο γεμάτο κακούς λύκους.

Ο συνεργάτης του InVeria.gr Απόστολος Μοσχόπουλος είναι απόφοιτος Αγγλικής Φιλολογίας και αρθρογραφεί στην μόνιμη στήλη “Στήλη… Άλατος” κάθε Παρασκευή.

 

Κάντε LIKE στη σελίδα του InVeria.gr και…  μείνετε ενημερωμένοι για όλα!

//

Πηγή