Θείος Βάνιας θα ζήσουμε.. λέει η Σόνια στο θείο της σ’έναν απ’τους πιο τρυφερούς μονολόγους που έχω δει στο τέλος της παράστασης “Θείος Βάνιας”που σκηνοθετεί η Μαρία Μαγκανάρη και σβήνουν τα φώτα αφήνοντας μία θλίψη στα μάτια των θεατών. Έτσι αφήνουμε και τον Βάνια να κάθεται στην καρέκλα και να μιλάει μόνος περιμένοντας άλλον έναν δύσκολο χειμώνα..γι’αυτά μας μίλησε και ο Κώστας Κουτσολέλος που τον υποδύεται. Για τα όνειρα που τελικά δεν έγιναν, για τις επαναστάσεις των ηρώων που έμειναν στη μέση αλλά και για την απλότητα των πραγμάτων που καμιά φορά οδηγεί στα ωραιότερα πράγματα.

Είναι δεύτερος χρόνος επιτυχίας για την παράσταση θα ήθελες να μοιραστείς τα συναισθήματα σου;
-Τον Θείο Βάνια τον παίξαμε πέρσι στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεόρασης όπου είχε μία τρομερή επιτυχία που δεν περίμενε κανείς,ήταν η πρώτη φορά που είδα τέτοια αποδοχή σε παράσταση προσωπικά αλλά και συγκίνηση απ’τους θεατές στο τέλος. Έτσι αποφασίσαμε να το ξαναπαίξουμε στο ΒΙΟS σε παραγωγή του θεάτρου του Ν.Κόσμου. Προσωπικά είχα τις επιφυλάξεις λόγω της αλλαγής χώρου,της άλλης ηχητικής που θα υπήρχε και επίσης είχα τον φόβο της περσινής επιτυχίας ότι τώρα μπορεί να μην λειτουργήσει θετικά. Μπορεί αυτός ο απόηχος υπέρ της παράστασης ότι ήταν πολύ καλή να δημιουργήσει προσδοκίες και να έρθει κάποιος και να πει “αυτή η μαλακία ήταν”δεν έγινε και κάτι. Ευτυχώς όμως όλα πήγαν καλά.

Μίλησε μου για τον δικό σου χαρακτήρα τον Θ-Βάνια;
-Ο Θ-Βάνιας είναι ένας χαρακτήρας όπως όλοι μας. Δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο και αυτή είναι η μαγεία στον Τσέχωφ και στο έργο του. Δεν είναι ένας σαιξπηρικός ήρωας είναι ένας άνθρωπος που προσπάθησε να τα καταφέρει στη ζωή του δεν τα κατάφερε σε πολλούς τομείς πέρασαν τα χρόνια και φαίνεται να τελειώνει η ζωή του με μία ήττα. Προσπαθεί να βγάλει το θυμό του να κάνει την επανάσταση του αλλά δεν έχει την δύναμη να κάνει ούτε αυτό. Οπως μας έλεγε και η Μαρία υπάρχει ένας υποβιβασμός απ’τον ίδιο τον Τσέχωφ προς τον ήρωα καθώς δεν χρησιμοποιεί το πραγματικό όνομα.

Πώς ήταν η συνεργασία σου με την Μαρία Μαγκανάρη;
-Η Μαρία πέρσι στις πρόβες δουλεύοντας στο έργο μου έβγαλε τον αδοξαστο και ευτυχώς που το έκανε αυτό γιατί αλλιώς θα έπαιζα όπως ξέρω και όπως παίζω συνήθως με τους δικούς μου τρόπους τα δικά μου κλισέ. Επίσης θα ήθελα να προσθέσω ότι η Μαρία είναι απ’τους ελάχιστους σκηνοθέτες που ξέρει να σκηνοθετεί ηθοποιούς. Δουλεύει στα πολύ απλά πράγματα της υποκριτικής που συγχρόνως είναι και τα πιο βασικά. Δουλεύει στα πρακτικά,στο διάλογο,στο μονόλογο.

Τί το ξεχωριστό είχε αυτός ο Θ-Βάνιας και είχε αυτήν την θετική αποδοχή από κοινό και κριτικούς;
– Το έχουμε σκεφθεί όλοι και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η παράσταση λειτούργησε γιατί ήταν πολύ απλή χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη σκηνοθεσία. Ακολουθήθηκαν σχεδόν οι σκηνικές υποδείξεις του Τσέχωφ,κρατήθηκε όλο το έργο,δεν υπήρξε κάποια παράβαση,δεν μπερδεύτηκαν οι σκηνές. Τα πράγματα είναι απλά και οι ηθοποιοί μιλάνε απλά μεταξύ τους για το τί θέλει ο ένας απ’τον άλλο. Είναι ίσως ο μοναδικός Τσέχωφ που ακούς τί λένε οι ήρωες όχι σ’ένα επίπεδο συμβολικής ή Τσεχωφικης ατμόσφαιρας απλά ακούς τι λένε. Βοήθησε επίσης η σκηνοθεσία ότι δεν παίξαμε σε σκηνή-πλατεία μακριά απ’τους θεατές αλλά κάπου ανάμεσα τους. Και σίγουρα και κάτι άλλο που κανείς δεν ξέρει κάτι που κανείς δεν μπορεί να ελέγξει είναι για να συμβεί ή να μην συμβεί.

Σ’ένα σημείο του έργου ο Βάνιας αναφέρει ότι χαράμισε τη ζωή του,θα ήθελες να μου αναλύσεις αυτή τη φράση;
-Νομίζω ότι είναι η μόνη φράση που μπορώ να τη στηρίξω κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη.Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος άνθρωπος μετά τα σαράντα που να μην νιώθει ότι χαράμισε τη ζωή του σε μαλακίες. Ίσως ο Μικ Τζάγκερ. Όλοι αυτοί οι ήρωες είχαν αλλά όνειρα σαν έφηβοι μία άλλη σκέψη για το πόσο εντυπωσιακή θα μπορούσε να ήταν η ζωή τους και τελικά δεν συνέβη τίποτα αξιόλογο.

Ποιά είναι η σχέση του Βάνια με την Σόνια;
-Την αγαπάει πάρα πολύ αν και μικρότερη σε ηλικία υπάρχει κάτι πολύ κοντινό στο χαρακτήρα τους. Δεν φαίνεται και για εκείνη κάποιο σπουδαίο μέλλον,φαίνεται να αγαπιούνται πολύ και να ταιριάζουν συναισθηματικά παρ’όλο που τους χωρίζει κάποια ηλικία έχουν μία κοινή μοίρα.

Υπάρχει μία απαισιοδοξία στους ήρωες των έργων του Τσέχωφ;
-Όχι δεν υπάρχει ακριβώς απαισιοδοξία νομίζω ότι ο Τσέχωφ παρατηρεί πολύ καλά την ανθρώπινη ζωή,δεν είναι απαισιόδοξος απλώς παρατηρεί πολύ σωστά. Ότι υπάρχει απαισιοδοξία θα το έλεγε κάποιος πανίβλακας που έχει κάνει κάποια σεμινάρια θετικής ψυχολογίας. Ο Τσέχωφ αυτό που κάνει είναι να παρατηρεί πολύ σωστά τους ήρωες του. Αυτά που είχαν ονειρευτεί δεν γίνονται,κάποιες επιθυμίες που έχουν για να τ’αλλάξουν συνήθως δεν κάνουν το βήμα. Έτσι εν τέλει λειτουργούν οι άνθρωποι.

Υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα στους χαρακτήρες του Τσέχωφ και του Μπέκετ;
-Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον και θα πρότεινα να φωνάξουμε έναν διακεκριμένο θεατρολογο ή δραματουργό γιατί μάλλον έχεις δίκιο αλλά δεν ξέρω τι να πω παραπάνω. Πιστεύω όμως ότι όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς μιλάνε για τα ίδια θέματα. Τώρα όμως που είπες για Μπέκετ και Τσέχωφ ποιος είμαι εγώ για να τους πιάσω στο στόμα μου “ένα σκουπίδι”. Ίσως διαφέρουν από ποια οπτική βλέπουν αυτό που συμβαίνει στη ζωή. Ο Τσέχωφ κοιτάει τη ζωή κοντά απ’τους ήρωες ενώ ο Μπέκετ από μακριά.

Τελικά πρέπει να τα παρατάμε ή να παλεύουμε στη ζωή μας;
-Πιστεύεις ότι αν πω κάτι θα επηρεάσει προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση έστω και ελάχιστα τον ρου της ανθρωπότητας προς την καταστροφή και τον ψόφο. Αν πω εγώ “όχι μην τα παρατάμε” κάποιος που θα διαβάσει τη συνέντευξη θα αλλάξει γνώμη. Δεν ξέρω πραγματικά,όσο αντέξει ο καθένας με όση δύναμη έχει.

Του Γιάννη Βανταράκη