Το φετινό καλοκαίρι είχε βροχές, καταιγίδες, χαλάζι, κεραυνούς και αστραπές, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Πέραν της υπέρογκης φορολόγησης και των παχυλών εκκαθαριστικών σημειωμάτων, του ΕΝΦΙΑ-που τυχαία ήρθε υπέρογκος και λανθασμένος σε πολλές περιοχές-, ήρθε και η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους μετά από ερώτηση που έθεσε το αρμόδιο υπουργείο, σαν κεραυνός εν αιθρία: επιτρέπονται πλέον στις φορολογικές αρχές οι κατ΄ οίκον έρευνες ΧΩΡΙΣ την παρουσία δικαστικής αρχής, για διενέργεια φορολογικών ελέγχων και αναζήτηση χρημάτων για είσπραξη διαφόρων οφειλών προς το Δημόσιο.

Οι έλεγχοι αυτοί μπορούν να διενεργηθούν από τα αρμόδια όργανα ελέγχου τόσο στην κατοικία του φυσικού προσώπου όσο και στην επαγγελματική του έδρα. Η ολομέλεια του ΝΣΚ γνωμοδότησε με οριακή πλειοψηφία 14-10 ψήφων, ερμηνεύοντας το Σύνταγμα και ειδικότερα το άρ. 9, που τιτλοφορείται «το άσυλο της κατοικίας», ότι δύνανται οι φορολογικές αρχές να διενεργούν ελέγχους στην επαγγελματική και την φυσική ή πραγματική κατοικία, όχι μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις φοροδιαφυγής, η οποία, σημειωτέον, αποτελεί ποινικό αδίκημα, αλλά και στις περιπτώσεις οφειλών προς το Δημόσιο, αναζητώντας χρήματα, που τυχόν έχουν οι φορολογούμενοι, αλλά και άλλα κινητά πράγματα αξίας, όπως κοσμήματα κλπ, ώστε να ικανοποιηθεί το δημόσιο.

Μάλιστα, η ολομέλεια έκρινε ότι δεν είναι απαραίτητη η παρουσία δικαστικής αρχής, εφόσον, δεν πρόκειται για την αναζήτηση αποδεικτικών στοιχείων που στοιχειοθετούν την τέλεση ενός εγκλήματος, αρκεί δε η εισαγγελική εντολή που προβλέπει ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας. Από πού να αρχίσω να σας λέω… Κατ’ αρχήν το άρ. 9 παρ. 1 Σ ορίζει: « Η κατοικία του καθενός αποτελεί άσυλο. Η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή είναι απαραβίαστη. Καμία έρευνα δε γίνεται σε κατοικία, παρά μόνον όταν και όπως ο νόμος ορίζει και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας.».

Ο όρος κατοικία χρησιμοποιείται με την έννοια της φυσικής ή πραγματικής καταστάσεως, δηλαδή, το κατάλυμα ή ο χώρος που χρησιμοποιεί το άτομο για εγκατάσταση ή επαγγελματική απασχόληση, εφόσον ο χώρος αυτός είναι περιφραγμένος με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη δύναται ο οποιοσδήποτε να εισέρχεται ελεύθερα. Η οικογενειακή ζωή του ατόμου αναφέρεται στην εν γένει συμπεριφορά του ως μέλους ορισμένης οικογένειας με την ευρύτερη του όρου έννοις. Η ιδιωτική ζωή του τόμου είναι ακόμη ευρύτερη έννοια και καλύπτει δραστηριότητές του που δεν σχετίζονται με την ιδιότητά του ως μέλους ορισμένης οικογένειας, χωρίς όμως να φθάνουν και σε δραστηριότητες δημοσίου βίου, παραδείγματος χάρη η υγεία του ατόμου, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις, η οικογενειακή του συμπεριφορά, ζητήματα σχετικά με το γάμο και το διαζύγιο, η μορφή του ανθρώπου (φωτογραφία), η οικονομική του κατάσταση κλπ. Το απαραβίαστο του ασύλου της κατοικίας μαζί με το άρ. 5 παρ. 3 του Σ. που ορίζει τα περί προσωπικής ασφάλειας αποτελεί ατομικό δικαίωμα που κατ’ εξοχήν προστατεύει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.

Ανέκαθεν η κατοικία ήταν ο κατεξοχήν φυσικός ιδιωτικός χώρος του ατόμου ο οποίος προστατευόταν από τις εξωγενείς κρατικές παρεμβάσεις. Η προστασία αυτή έχει πλέον ενσωματωθεί στα περισσότερα σύγχρονα συνταγματικά και διεθνή κείμενα. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9 Σ. προβλέπεται και ο περιορισμός του δικαιώματος, η κατ’ οίκον έρευνα. Με αυτόν τον τρόπο η προστασία του ασύλου καθίσταται σχετική. Η κατ’ οίκον έρευνα είναι επιτρεπτή μόνον εφόσον υπάρχει σχετική νομοθετική πρόβλεψη και πραγματοποιείται παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής αρχής (υπάρχει σχετική γνωμοδότηση του Αρείου Πάγου ήδη από το έτος 1975).

Σκοπός της συγκεκριμένης διατάξεως του Συντάγματος είναι η προφύλαξη του κυρίως χώρου εκδήλωσης της προσωπικής ελευθερίας του ατόμου έναντι των αυθαιρεσιών των δημοσίων αρχών. Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, αγαπητοί αναγνώστες, ότι με τη παροχή της δυνατότητας στις φορολογικές αρχές να εισβάλλουν στην κατοικία του καθενός για να διενεργούν ελέγχους, να κατάσχουν άμεσα χρήματα και άλλα αντικείμενα προς ικανοποίηση οφειλών των φορολογουμένων και μάλιστα χωρίς την παρουσία δικαστικών αρχών παραβιάζεται κατάφωρα το Σύνταγμα και καταλύονται κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματα τόσο συνταγματικά όσο και από διεθνή κείμενα, με κίνδυνο να εγερθούν αξιώσεις περί αποζημιώσεως από το Δημόσιο σε περίπτωση κατάχρησης (εφόσον καμία έτερη αρχή δεν επιβλέπει), οι οποίες, ωστόσο, ας μην ξεχνάμε μπορεί να μην ικανοποιηθούν ουδέποτε. Πότε θα αντισταθούμε ως πολίτες;