Όσο και αν «πολιτικοποιήσουμε» το πλεόνασμα η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Η φτώχεια στην Ελλάδα που «χτυπάει» το 20% δεν θα μειωθεί. Απολύσεις θα γίνουν και στο 2014. Η Ελλάδα θα παραμείνει η φτωχότερη στην Ευρωζώνη. Και τα ακίνητα θα χάνουν το 60% της αξίας τους. Για να αλλάξουν αυτά χρειάζεται ρευστότητα στην αγορά και επενδύσεις. Όχι άλλο θέατρο.

Ρίξτε μια ματιά δίπλα μας στην Ιταλία που μπήκε στο ΔΝΤ με χρέος στο 130% του ΑΕΠ και μελετείστε αυτά που είπε (έστω και ως προθέσεις) ο νέος πρωθυπουργός της κ. Ρέντσι στην κ. Μέρκελ εισπράττοντας και εύσημα για το πρόγραμμά του.

Ότι θα κόψει από το κράτος και τους κρατικούς υπαλλήλους 7 δισ. ευρώ και βλέπουμε για του χρόνου. Ότι θεωρεί φτωχούς όσους έχουν εισόδημα ετήσιο 25.000 ευρώ (εμείς τους θεωρούμε πάμπλουτους) και θα τους ενισχύσει οικονομικά. Ότι θα ρίξει στην αγορά, μόνο για εφέτος, 12 δισ. ευρώ προς ενίσχυση των μικρομεσαίων τους οποίους και θα φοροελαφρύνει συνεχώς και όσο μπορεί.

Μαζί δε με το ιταλικό παράδειγμα ας μην ξεχνάμε ότι και η Ιρλανδία που πνίγηκε στην λιτότητα και την φτώχεια βγήκε τελικά από τα μνημόνια και πέρασε παλικαρίσια στις αγορές.

Ότι η Ισπανία μείωσε μισθούς και έχασε θέσεις εργασίας αλλά τα κατάφερε και βγαίνει από τα μνημόνια.

Ότι η Πορτογαλία έχει πάρει σειρά για εξυγίανση της οικονομίας της και απομάκρυνση από τους δανειστές.

Ότι και η Κύπρος μετά τα κουρέματα-θρίλερ παίρνει ανάσες και όλα δείχνουν πως πολύ σύντομα θα μας εκπλήξει σε όλους τους τομείς.

Τι κάνουμε εμείς;

Κλείνουμε ένα εξάμηνο με κουβεντολόι για το πλεόνασμα και μόνο στοιχήματα δεν παίχτηκαν με το ύψος του και το μέγεθος της επιτυχίας του…

Θα συμφωνήσουμε ότι πρόκειται για θετικότατη ένδειξη στην προσπάθεια εξόδου της οικονομίας από την κρίση και ότι ασφαλώς καταγράφεται ως επιτυχία.

Έως εκεί όμως.

Γιατί είναι λάθος να ξεχνάμε ότι φθάσανε να γίνουμε μισθολογικά η Κίνα της Ευρώπης… για να το επιτύχουμε.

Συνταξιοδοτικά ανταγωνιζόμαστε τους γείτονες στα Βαλκάνια. Εργασιακά θυσιάσαμε 1.500.000 θέσεις εργασίας και ετοιμαζόμαστε για άλλες 70.000 απολύσεις μέσα στο 2014 από 250.000 μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα που δεν πρόκειται να τα βγάλουν πέρα. Επιχειρηματικά (σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση) μέσα σε μια πενταετία μπήκαν λουκέτο σε 280.000 επιχειρήσεις.

Αρκετά λοιπόν με την προπαγάνδα για το πλεόνασμα.

Αρκετά και με τα «στοιχήματα» για το πότε θα βγούμε στις αγορές και το πόσα θα πάρουμε για να αρχίσουμε πάλι να ονειρευόμαστε τι μπορούμε εμείς να περιμένουμε από τον κρατικό κορβανά αφού τα νέα δανεικά θα τακτοποιήσουν τους δανειστές.

Αρκετά γιατί ούτε οι κρατικοί υπάλληλοι που θα πάρουν πίσω κάποια χαμένα θα σωθούν, ούτε οι ελεημοσύνες στις πενταμελείς οικογένειες που έχουν μόνο ένα εργαζόμενο θα σώσουν την κατάσταση.

Ας αποφύγουμε να μετατρέψουμε σε καθαρή κωμωδία την υπόθεση του πλεονάσματος επικεντρώνοντας την προσοχή της κοινής γνώμης  στην διανομή του και στο ποσοστό που θα μοιραστεί σε εκείνους που έτσι και αλλιώς η λιτότητα τους έλιωσε και τους έβγαλε από το παιχνίδι της οικονομίας.

Το θέμα που τίθεται (επιτακτικά κατά την άποψή μου) είναι ότι από εδώ και στο εξής η οικονομία πρέπει να «νοιώσει» τα κέρδη της τόσο από την λιτότητα όσο και την ιστορική μείωση του πληθωρισμού.

Για να γίνει όμως αυτό, σε μια ασθενή οικονομία όπως είναι η δική μας, χρειάζεται άμεσα συνταγή θεραπείας με συνδυασμό φαρμάκων και «ενέσεων».

Η πρώτη δε σειρά ενέσεων πρέπει να έχει το φάρμακο της ρευστότητας με κάθε μορφή και από κάθε πηγή.

Το κράτος οφείλει να χρηματοδοτήσει την οικονομία μέσα από συστήματα «συγκοινωνούντων δοχείων» και χρηματοδοτικής ανακύκλωσης όσο οι Τράπεζες αδυνατούν να έχουν πρωταγωνιστικό χρηματοδοτικό ρόλο.

Οι δημόσιες επενδύσεις είναι η κλασσική μέθοδος που πρέπει και πάλι να περάσει σε προτεραιότητα.

Η καταβολή οφειλών του κράτους πρέπει να γίνει σε χρόνο μηδέν.

Και η επανεξέταση των δυνατοτήτων φορολογικών ελαφρύνσεων και διευκολύνσεων στις επιχειρήσεις που  ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους αλλά αποδεδειγμένα έχουν πρόβλημα ρευστότητας να γίνει οδηγός για τα επόμενα βήματα.

Όσο όμως η πολιτική αντιπαράθεση, λόγω εκλογών, καταφεύγει σε αγώνα δρόμου στον στίβο του λαϊκισμού με μοναδικό σκοπό να συγκινηθούν οι μάζες και να αναθαρρήσει η εκλογική πελατεία πολύ φοβάμαι ότι και η σημασία του πλεονάσματος αντί για εργαλείο οικοδόμησης εμπιστοσύνης για το αύριο της οικονομίας θα περιοριστεί σε ένα άθλιο πολιτικό κουμπαρά διανομής ελεημοσύνης και συσσιτίου. Τίποτε περισσότερο.

Του Γιώργου Κράλογλου

Πηγή: capital.gr