Με συμπαίκτη σου τον Κάρλες Πουγιόλ δεν σε παίρνει να λουφάρεις μέσα στον αγώνα. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Θα πιάσεις το ρυθμό του. Θα είσαι στον ίδιο τόνο.

Στο ποδόσφαιρο το γήπεδο είναι μεγάλο, καμμία σχέση με τον αγωνιστικό χώρο του μπάσκετ, του βόλεϋ, του χαντ-μπωλ, άσε ότι το έργο παίζεται με το πόδι, όχι με τα χέρια. Αυτό σημαίνει ότι εύκολα ένας παίκτης για κάποια λεπτά, για ένα, δύο διαστήματα μπορεί να “κρυφθεί”, να κρατήσει απόσταση από την ποδοσφαιρική δράση.

Δύσκολο αυτό με αρχηγό τον Πουγιόλ. Θα σε “πάρει” μαζύ του. Όπως  ο Μέγας Αλέξανδρος. Παροιμιώδης ο ενθουσιασμός που προκαλούσε στους οπλίτες του. Αυτός πρώτος στη μάχη. “Αλέκο, θα σε φάνε, όχι τόσο μπροστά, θα σε δούνε…”. Και η Αλεκάρα έλεγε “Αυτό θέλω, να με δούνε, να τους φύγουν τα ψιλά και τα χοντρά…”.

Σκέπτομαι το τελευταίο ματς του αρχηγού στο Καμπ Νου. Όλοι οι μπαρτσελωνίτες στις μύτες των ποδιών όρθιοι να ρίξουν μια τελευταία ματιά βουρκωμένη στον μπλαουγκράνα Κάρολο Πουγιόλ. Και μετά…

…Μετά η αίσθηση της απώλειας, η επίσκεψη της θλίψης, η συνείδηση του κενού. Δεν θα ξαναδούμε το “τείχος”, θα μείνει μονάχα χαραγμένο στην μνήμη.

Η ανάγκη των παιδικών χρόνων για το αδιάφθορο πρόσωπο, και τον γενναίο, ακουμπάει σ’ έναν Πουγιόλ, μία από τις φιγούρες που χάνονται από την ανθρώπινη διαστροφή για “εξέλιξη” δίχως όρια και την ψευδαίσθηση του photoshop στο internet.

Πηγή: apodytiriakias.gr