Στις καθημερινές συναλλαγές όλοι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με τους γενικούς όρους συναλλαγών, γνωστούς σε όλους και ως «τα ψιλά γράμματα». Συναντώνται πολύ συχνά σε όλο το φάσμα όλων των συναλλαγών μας και ιδίως στα τραπεζικά έγγραφα, τα οποία υπογράφουμε. Σχεδόν όλοι μας δεν μπαίνουμε στον κόπο να διαβάσουμε τα ψιλά γράμματα στις σελίδες τις οποίες μονογραφούμε την μία πίσω από την άλλη μόνο και μόνο να φύγουμε από την τράπεζα ή άλλο κατάστημα. Είναι αυτά τα γράμματα τόσο ψιλά σε ορισμένες περιπτώσεις, ώστε με τη χρήση μεγεθυντικού φακού να είναι αδύνατη η ανάγνωσή τους ή και εξαιρετικά δύσκολη, όπως στις συμβάσεις πιστωτικών καρτών λόγου χάριν. Πόσο σημαντικά είναι όμως τα ψιλά γράμματα;

Σύμφωνα με το Ν. 2251/1994, τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των καταναλωτών τελούν υπό την προστασία του Κράτους. Το Κράτος μεριμνά ιδίως για την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών, τα οικονομικά τους συμφέροντα, την οργάνωσή τους σε ενώσεις καταναλωτών, το δικαίωμα ακρόασής τους σε θέματα που τους αφορούν και την πληροφόρηση και την επιμόρφωση τους, ιδιαίτερα των ευπρόσβλητων ομάδων καταναλωτών σε θέματα που αφορούν στην αγορά, στον ανταγωνισμό, στον καταναλωτή, στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και στην προαγωγή της βιώσιμης κατανάλωσης.

Ως καταναλωτής, νοείται σύμφωνα με το νόμο κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα για τα οποία προορίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά και τα οποία κάνουν χρήση των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, εφόσον αποτελούν τον τελικό αποδέκτη τους. Καταναλωτής είναι και ο κάθε αποδέκτης διαφημιστικού μηνύματος αλλά και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εγγυάται υπέρ καταναλωτή, εφόσον δεν ενεργεί στο πλαίσιο της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας του.

Ως προμηθευτής, νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, κατά την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας του, προμηθεύει προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες στον καταναλωτή. Προμηθευτής νοείται και ο διαφημιζόμενος.

Ως γενικούς όρους των συναλλαγών ορίζει ο νόμος 2251/1994 εκείνους τους όρους που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για μελλοντικές συμβάσεις, και δεν δεσμεύουν τον καταναλωτή, εάν κατά την κατάρτιση της σύμβασης τους αγνοούσε χωρίς δική του υπαιτιότητα, όπως, ιδίως, όταν ο προμηθευτής δεν του υπέδειξε την ύπαρξη τους ή του στέρησε τη δυνατότητα να λάβει πραγματική γνώση του περιεχομένου τους. Με άλλα λόγια ο καταναλωτής δεν μπορεί να πει στο δικαστήριο ότι δεν γνώριζε τι διάβαζε. Πολύ συχνά η ορολογία σε αυτές τις περιπτώσεις, ιδίως στις τραπεζικές συμβάσεις, είναι τόσο δύσκολη στην κατανόηση, ώστε να απαιτείται η συνδρομή κάποιου ειδικού, πράγμα που κοστίζει πολλά χρήματα.

Οι γενικοί όροι συμβάσεων και παρεπόμενων συμφωνιών που καταρτίζονται στην Ελλάδα υποχρεωτικά διατυπώνονται γραπτώς στην ελληνική γλώσσα, κατά τρόπο σαφή, συγκεκριμένο και εύληπτο, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να αντιληφθεί πλήρως το νόημα τους και εκτυπώνονται με ευανάγνωστους χαρακτήρες σε εμφανές μέρος του εγγράφου της σύμβασης. Επομένως, τα ψιλά γράμματα, ως τέτοια έρχονται σε αντίθεση με το νόμο και να ζητάτε να σας τα δίνουν σε ευμεγέθη γράμματα, ώστε να μπορείτε να τα διαβάζετε.

Οι γενικοί όροι των διεθνών συναλλαγών που εφαρμόζονται στην ελληνική αγορά αποτυπώνονται υποχρεωτικά και στην ελληνική γλώσσα. Οπότε, σωστό είναι να μην υπογράφετε κάτι που δεν καταλαβαίνεται και πόσο μάλλον όταν είναι σε ξένη γλώσσα.

Όροι που συμφωνήθηκαν μετά από ατομική διαπραγμάτευση μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών (ειδικοί όροι) υπερισχύουν των αντίστοιχων γενικών όρων, για το λόγο ότι είναι εξατομικευμένοι και υπάρχει μεγαλύτερο περιθώριο διαπραγματεύσεων ως προς τους όρους που θα επιλέξουν τα μέρη της συμφωνίας. Σε πολλές περιπτώσεις προσπαθεί ο προμηθευτής, η τράπεζα δηλαδή, να αποδείξει ότι δήθεν πολλοί δυσμενείς όροι είναι κατόπιν ατομικής διαπραγμάτευσης, αλλά ευτυχώς τα δικαστήρια κρίνουν σύμφωνα με το νόμο.

Κατά την ερμηνεία των γενικών όρων συναλλαγών λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη προστασίας των καταναλωτών. Γενικοί όροι συναλλαγών που διατυπώθηκαν μονομερώς από τον προμηθευτή ή από τρίτον για λογαριασμό του, σε περίπτωση αμφιβολίας ερμηνεύονται υπέρ του καταναλωτή. Στις περισσότερες συμβάσεις οι καταναλωτές καλούνται να βάλουν μόνο την υπογραφή τους. Αυτή η κατάσταση οδηγεί στον χαρακτηρισμό αυτών των συμβάσεων ως συμβάσεις προσχώρησης, κατά το αμερικάνικο παρ’ το ή φύγε (Take it or leave it deal), όπου το άλλο μέρος δεν έχει ικανότητα διαπραγμάτευσης των όρων της σύμβασης ή το περιθώριο είναι τόσο μικρό, ώστε να μην γέρνει η ζυγαριά προς το αδύναμο μέρος.

Γενικοί όροι συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή απαγορεύονται και είναι άκυροι. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού όρου ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση, ο σκοπός της, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται.

Για το πότε έχουμε σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή, θα μιλήσουμε σε άλλο άρθρο.

του Αστέριου Παπαστέργιου για το kathemera.gr

* ​Ο ​Αστέριος Παπαστέργιος​ είναι Δικηγόρος, απόφοιτος Τμήματος Νομικής​ ​ ΑΠΘ, κάτοχος Μεταπτυχιακού στο Ευρωπαϊκό και Διεθνές Οικονομικό Δίκαιο (LL.M.-Eur.) του Πανεπιστημίου Ludwig Maximilians Universität του Μονάχου και υποψήφιος Διδάκτωρ του Τμήματος ​ ​Νομικής​​ ΑΠΘ.