Η ΕΕ συμφώνησε σήμερα (30 Μαΐου) να θέσει ένα τέλος σε δεκαετίες υπεραλίευσης και να δρομολογήσει την ανασύσταση των εξαντλούμενων αποθεμάτων μέχρι το 2020. Η εν λόγω απόφαση ελήφθη στο πλαίσιο μιας συμφωνίας αναφορικά με την αναμόρφωση της αλιευτικής πολιτικής.

Charter_Fishing.jpgΗ συμφωνία θα δώσει οριστικό τέλος στα ετήσια «παζάρια» για τις ποσοστώσεις αλιευμάτων από τους υπουργούς της ΕΕ στις Βρυξέλλες, οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί ότι βάζουν τα δικά τους βραχυπρόθεσμα οικονομικά συμφέροντα πάνω από την μακροχρόνια βιωσιμότητα των ιχθυαποθεμάτων στην Ευρώπη.

Αξιωματούχοι δήλωσαν ότι μια συμφωνία που προβλέπει ότι θα ακολουθούνται πιο αυστηρά οι επιστημονικές συμβουλές για τον καθορισμό των ποσοστώσεων στο μέλλον ,θα μπορούσε να αυξήσει τα αλιευτικά αποθέματα της ΕΕ έως και κατά 15 εκατομμύρια τόνους, μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας.

Η μεταρρύθμιση θα έχει επίσης ως αποτέλεσμα τη μαζική μείωση της πρακτικής γνωστής ως «απόρριψη», της απόρριψης πίσω στη θάλασσα ανεπιθύμητων αλιευμάτων ώστε να μη συνυπολογίζονται στις ποσοσώσεις. Σήμερα, οι απορρίψεις είναι νόμιμη πρακτική σε όλη την ΕΕ.

Οι Ευρωπαίοι αλιείς ρίχνουν 2 εκατομμύρια σχεδόν τόνους ψαριών στη θάλασσα ετησίως– τα οποία συχνά είναι ήδη νεκρά ή πεθαίνουν μετά – επειδή δεν θέλουν να τα αξιοποιήσουν και, κυρίως, επειδή επιδιώκουν να καλύψουν τις αυστηρές ποσοστώσεις με πιο ακριβά είδη.

Ο Chris Davies, Βρετανός φιλελεύθερος ευρωβουλευτής ο οποίος ηγείται της ομάδας «Ψάρια για το Μέλλον» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προέβη σε δηλώσεις έπειτα από την υπογραφή της συμφωνίας όπου την περιέγραψε ως ένα σημαντικό βήμα για την προώθηση της βιώσιμης αλιείας.

«Ο τρόπος που αντιμετωπίζαμε μέχρι σήμερα τις θάλασσες της Ευρώπης ήταν ντροπιαστικός. Αλλά έχουμε διδαχθεί από αυτόν. Σε όλη την Ευρώπη επικρατεί πλέον μια έντονη επιθυμία να ακουστούν οι συμβουλές των επιστημόνων, να αποκατασταθούν τα ιχθυαποθέματα, να περιοριστεί η πρακτική της «απόρριψης»και να εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο μέλλον για τη βιομηχανία της αλιείας μας», πρόσθεσε.

Η κοινή αλιευτική πολιτική της Ευρώπης, η οποία αντιστοιχεί – κατά προσέγγιση – σε €1 δισ. ανά έτος, έχει κατηγορηθεί ότι ευθύνεται για το επί σειρά δεκαετιών φαινόμενο της υπεραλίευσης, με τις γενναιόδωρες επιδοτήσεις να οδηγούν σε μια μαζική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα του αλιευτικού στόλου.

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εκτιμά ότι το 75% των ευρωπαϊκών ιχθυαποθεμάτων σήμερα προέρχεται από την υπεραλίευση, σε σύγκριση με το αντίστοιχο 25% που ισχύει σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ως μέρος της προαναφερθείσας συμφωνίας, τα κράτη μέλη της ΕΕ που ασχολούνται ενεργά με τον αλιευτικό τομέα θα πρέπει να μειώσουν το μέγεθος των στόλων τους, προκειμένου να αντικατοπτρίζει τις συνολικές ποσοστώσεις τους ή να αντιμετωπίζει την απώλεια ορισμένων επιδοτήσεων.

Η συμφωνία θα πρέπει τώρα να επικυρωθεί από τις κυβερνήσεις της ΕΕ και από ολόκληρο το σώμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και στη συνέχεια, δηλαδή κατά το επόμενο έτος, να τεθεί επίσημα σε ισχύ. Αξίζει να σημειωθεί, στο σημείο αυτό, ότι οι λεπτομέρειες που περιλαμβάνει είναι απίθανο να αλλάξουν.

Η Ευρώπη κατέχει την τρίτη θέση στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά σε αλιεύματα, σε παγκόσμιο επίπεδο, με την Κίνα και την Ινδονησία να προηγούνται. Τα στοιχεία αυτά αφορούν στο 2010, και είναι τα πλέον πρόσφατα που μας παρείχε ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών.

Στα κορυφαία αλιευτικά κράτη της Ευρώπης συγκαταλέγονται η Δανία, η Ισπανία, η Βρετανία και η Γαλλία, τα οποία από κοινού αντιπροσωπεύουν περίπου το ήμισυ του συνόλου των αλιευμάτων της ΕΕ.

Πηγή: euractiv.gr