Όλες οι χώρες πρέπει να θέσουν τους εθνικούς τους στόχους για τη μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου του χρόνου και όχι αργότερα, όπως θέλουν οι ΗΠΑ, πρότειναν την Τρίτη (28 Μαΐου) οι Βρυξέλλες.

Oettinger energy green paperΜετά τις αποτυχίες του παρελθόντος, σχεδόν 200 χώρες συμφώνησαν το 2011 να επεξεργαστούν μέχρι το τέλος του 2015, μια συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για την επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, με τους περιορισμούς να τίθενται σε ισχύ από το 2020. Ωστόσο, ακόμα δεν έχουν προσδιοριστεί οι υποχρεώσεις κάθε χώρας.

Με τις προετοιμασίες για τη συνάντηση των κυβερνητικών αντιπροσώπων την κλιματική αλλαγή την επόμενη εβδομάδα στη Βόνη να βρίσκονται σε εξέλιξη, η ΕΕ είπε ότι όλες οι χώρες πρέπει να έχουν θέσει τις εθνικές δεσμεύσεις τους για τον περιορισμό την αύξησης των αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το τέλος του 2014.

Οι αποφάσεις για τις δεσμεύσεις θα ληφθούν τον επόμενο χρόνο, συνεπώς υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος για την επανεξέταση όλων των εθνικών σχεδίων πριν από τη συμφωνία του 2015, τόνισαν οι Βρυξέλλες.

Τα εθνικά σχέδια θα πρέπει να είναι εύκολα συγκρίσιμα, ώστε να μπορούν να γίνουν πιο αυστηρά αν χρειαστεί μετά την επανεξέτασή τους, δήλωσε η ΕΕ σε επίσημο έγγραφό της προς τα Ηνωμένα Έθνη.

Η προσέγγιση της ΕΕ είναι πιο απαιτητική σε σύγκριση με την πρόταση των ΗΠΑ, σύμφωνα με την οποία κάθε χώρα θα πρέπει να προσφέρει απλώς μια «συνεισφορά» στη συμφωνία του 2015, ίσως και μέχρι τα μέσα του 2015, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή μια μη δεσμευτική επανεξέταση η οποία θα διαρκέσει μερικούς μήνες.

Η Ουάσιγκτον υποστηρίζει ότι οι κυβερνήσεις θα αναλάβουν πιο εύκολα δράση, εάν έχουν τη δυνατότητα να προσδιορίζουν οι ίδιες τα σχέδια τους αναφορικά με το ζήτημα των αερίων του θερμοκηπίου, και δεν τους υποδεικνύουν εξωτερικοί «εξεταστές» πώς να κινηθούν. Ωστόσο, αξιωματούχοι της ΕΕ φοβούνται ότι τέτοιες εθνικές πολιτικές θα υπονομεύσουν τη «φιλοδοξία».

Η ιδέα του να θέτει κάθε κυβέρνηση τους δικούς της στόχους σημαίνει την εγκατάλειψη του Πρωτοκόλλου του Κιότο (1997), το οποίο έθετε κεντρικούς στόχους για τις βιομηχανικές χώρες να μειώσουν τις εκπομπές μέχρι το 2012 και στη συνέχεια να εξετάσουν τους τρόπους με τους οποίους θα τις εφαρμόσουν.

Οικονομική επιβράδυνση

Σε αντίθεση με τους βασικούς βιομηχανικούς συμμάχους τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες έμειναν έξω από το Πρωτόκολλο, ενώ δεν έχουν θέσει ανώτατα όρια στις εκπομπές. Η οικονομική επιβράδυνση έχει καταστήσει πολλές κυβερνήσεις απρόθυμες να αναλάβουν αποφασιστική δράση για την μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Όλες οι πλευρές ισχυρίζονται ότι οι δεσμεύσεις σχετικά με τις εκπομπές πρέπει να επιτύχουν το στόχο των Ηνωμένων Εθνών για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας σε λιγότερο από 2 ° Κελσίου, το απαραίτητο όριο για να αποφευχθούν επικίνδυνες αλλαγές με περισσότερες πλημμύρες, ξηρασίες και άνοδο της στάθμης των θαλασσών.

Οι θερμοκρασίες έχουν ήδη αυξηθεί κατά 0.8 ° C από τη Βιομηχανική Επανάσταση. Τα δέκα θερμότερα έτη έχουν καταγραφεί από το 1998 και μετά, παρόλο που ο ρυθμός αύξησης της θερμοκρασίας στην επιφάνεια του πλανήτη αυτόν τον αιώνα έχει επιβραδυνθεί.

«Στηρίζουμε την έκκληση της ΕΕ προς όλες τις χώρες να φέρουν εις πέρας τις δεσμεύσεις τους όσο το δυνατόν πιο σύντομα», είπε η Samantha Smith, από την ομάδα διαχείρισης της WWF. Είπε επίσης ότι το σχέδιο των ΗΠΑ ήταν απλώς μια συνταγή για μια αδύναμη συμφωνία η οποία απέτυχε να περιορίσει την αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τους 2°C.

Η Κίνα και η Ινδία λένε ότι οι πλούσιες χώρες πρέπει να ηγηθούν των προσπαθειών για μεγάλες μειώσεις στις εκπομπές αερίων μετά το 2020, δίνοντας παράλληλα στις αναδυόμενες χώρες το χρόνο να προβούν στην καύση ορυκτών καυσίμων για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης.

Η Κομισιόν πρότεινε μια μείωση της τάξεως του 40% για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, κάτω από τα επίπεδα του 1990, καθώς και οι ανανεώσιμες ενέργειες να καλύπτουν το 30% του συνόλου των ενεργειακών αναγκών. Και τα δύο θα πρέπει να έχουν γίνει μέχρι το 2030.

Πηγή: euractiv.gr