Η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ έχει χτυπήσει ευαίσθητα νεύρα των σχολιαστών στα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, που παρακολουθούν εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια στενά τις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Βλέπουν την υπόθεση ως απόδειξη της απροθυμίας της ελληνικής πολιτικής τάξης να χτυπήσει το πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Τη σύλληψη Βαξεβάνη την αξιολογούν ως έμπρακτη επιβεβαίωση των επαναλαμβανόμενων προειδοποιήσεών τους για την ποιότητα της δημοκρατίας σε μια χώρα υπό πίεση και κρίση και τέλος στέκονται σε αυτό καθαυτό το πρόβλημα της φοροδιαφυγής.
Ο Βρετανός Ρίτσαρντ Μέρφι, διευθυντής του κέντρου Tax Research UK και σύμβουλος του Δικτύου Φορολογικής Δικαιοσύνης που επισημαίνει περιπτώσεις φορολογικής αδιαφάνειας διεθνώς, υπενθύμισε έρευνά του από το Φεβρουάριο που εκτιμούσε το ετήσιο κόστος της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα σε 19,2 δισεκατομμύρια ευρώ (με βάση στοιχεία του 2009).
Ο κ. Μέρφι υπολόγιζε ότι το 27,5% των συναλλαγών στην ελληνική οικονομία δεν δηλώνεται στην εφορία. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε αδήλωτα εισοδήματα 63 δισεκατομμυρίων ευρώ (έρευνα του Ιουνίου από Έλληνες ακαδημαϊκούς των πανεπιστημίων της Βιρτζίνια και του Σικάγο υπολόγιζε τη φοροδιαφυγή των ελεύθερων επαγγελματιών σε τουλάχιστον 28 δισεκατομμύρια ευρώ).
Τα 19,2 δισ. ευρώ των χαμένων φόρων αναλογούν στο 18% των συνολικών κρατικών δαπανών και στο 113% των δαπανών για την υγεία. Οι υπολογισμοί του Βρετανού ειδικού κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι αν με κάποιον τρόπο έμπαιναν κάθε χρόνο στα ταμεία του κράτους οι φόροι που δεν καταβάλλονται, η Ελλάδα θα αποπλήρωνε το σύνολο του χρέος της χωρίς ανάγκη περικοπών σε δαπάνες σε 17 χρόνια.
Ο Ρίτσαρντ Μέρφι δήλωσε στο ΣΚΑΪ ότι η υπόθεση Βαξεβάνη κάνει ακόμα πιο δύσκολο για την ελληνική κυβέρνηση να δικαιολογήσει τις περικοπές χωρίς να έχει λύσει το πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Ανάλογο πρόβλημα πάντως δεν αντιμετωπίζει μόνο η ελληνική κυβέρνηση.
Η ίδια έρευνα υπολόγισε ότι το ύψος της φοροδιαφυγής στην ΕΕ ανέρχεται συνολικά σε 864 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Ο κ. Μέρφι τονίζει ότι τα πάντα στην έρευνα είναι εκτιμήσεις με βάση στοιχεία από διεθνείς και εθνικούς οργανισμούς, αλλά παρόλα αυτά μετριοπαθείς εκτιμήσεις.
Στο πεδίο της φοροαποφυγής τα ποσά είναι πιο δύσκολο να ελεγχθούν, με την έρευνα να υπολογίζει ότι οι χαμένοι φόροι φτάνουν στα 150 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Συνολικά δηλαδή οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις χάνουν κάθε χρόνο ένα ποσό που ξεπερνά το 1 τρισεκατομμύριο ευρώ λόγω μη απόδοσης φόρων. Η ΕΕ θα αποπλήρωνε το συνολικό της χρέος σε κάτι λιγότερο από 9 χρόνια αν υπήρχε πάταξη της φοροδιαφυγής.
Ο Ρίτσαρντ Μέρφι είπε στο ΣΚΑΪ ότι η έκθεσή του και οι πρόσφατες εξελίξεις σε Ελλάδα, Βρετανία και αλλού έχουν πετύχει να δημιουργήσουν μεγαλύτερη επίγνωση του προβλήματος της φοροδιαφυγής και της αδυναμίας των αρχών να την αντιμετωπίσουν. «Ως προς τη βούληση των κυβερνήσεων να πατάξουν το φαινόμενο, δεν έχω δει κάποια σημαντική αλλαγή, εκτός ίσως από τη Γαλλία όπου έχουν πάρει το θέμα πιο σοβαρά», πρόσθεσε ο Βρετανός ειδικός.
Το συμπέρασμά του είναι ότι η εφαρμογή της πολιτικής λιτότητας ανά την Ευρώπη έχει να αντιμετωπίσει ένα εμπόδιο που ψηλώνει όλο και περισσότερο, δηλαδή το επιχείρημα όσων υποφέρουν από τις περικοπές ότι δεν είναι σωστό να πληρώνουν αυτοί την ώρα που τα δημοσιονομικά προβλήματα θα αμβλύνονταν με την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Αναφερόμενος στη λίστα Λαγκάρντ ο Ρίτσαρντ Μέρφι πρόσφατα έγραψε πως είναι κοινό μυστικό ότι οι ελβετικές τράπεζες χρησιμοποιούνται από το 1934 ως καταφύγιο χρημάτων φοροφυγάδων από όλο τον κόσμο. Ο λόγος είναι οι νόμοι που υιοθετήθηκαν εκείνη την εποχή γύρω από την τραπεζική αγορά της χώρας που είχαν σκοπό να αποτρέψουν ερωτήσεις των γαλλικών αρχών για καταθέσεις στην Ελβετία Γάλλων αξιωματούχων, επιχειρηματιών και κληρικών. Οι ίδιοι οι Ελβετοί τραπεζίτες έχουν παραδεχθεί ότι ίσως ακόμα και το 50% των καταθέσεων σε τράπεζές τους βρίσκεται εκεί παρανόμως.
Η υπόθεση της λίστας συνέπεσε χρονικά με τις αποκαλύψεις περί τεράστιας κλίμακας συστηματικής φοροαποφυγής –ενδεχομένως και φοροδιαφυγής- από μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Βρετανία. Η εφημερίδα Γκάρντιαν σε ανάλυσή της υπολόγισε ότι τέσσερις μεγάλες αμερικανικές εταιρείες, η Amazon, η Facebook, η Google UK και η Starbucks έχουν καταβάλλει την τελευταία τετραετία μόλις 30 εκατομμύρια λίρες, έχοντας πωλήσεις πάνω από 3,1 δισεκατομμύρια λίρες.
Ο κ. Μέρφι και άλλοι συμπατριώτες του ειδικοί σε θέματα φορολογίας ζητούν εξάλλου από τη βρετανική εφορία να ενεργήσει πιο γρήγορα με βάση λίστα Βρετανών καταθετών στα ελβετικά υποκαταστήματα της HSBC, της οποίας ο πρώην διευθυντής λόρδος Γκριν είναι τώρα υφυπουργός Εμπορίου και Επενδύσεων στην κυβέρνηση Κάμερον.
Πηγή: skai.gr