Εφτά το πρωί. Ξενύχτισσα από την προηγούμενη αλλά η δουλειά πρέπει να συνεχιστεί. Έξω ο καιρός έχει περίεργη διάθεση. Κάτι σε μινόρε. Το λεωφορείο άδειο σχεδόν. Αν κάνεις το ίδιο δρομολόγιο αρχίζεις να βλέπεις γνώριμες φάτσες και ας μην έχεις πει ποτέ ένα καλημέρα. Η ίδια διαδρομή πάντα. Στο τέλος οι κινήσεις γίνονται μηχανικά. Κλείνεις τα μάτια στη διαδρομή, κατεβαίνουν οι διακόπτες ένας-ένας και εκεί το μυαλό αρχίζει να ταξιδεύει. Τελευταία εικόνα το λιμάνι με την θάλασσα να λάμπει ήρεμη και να χρυσίζει κάτω από τις πρώτες αχτίδες του ήλιου.

Χάνεσαι στη γαλήνη που εμπνέει αυτή η τελευταία εικόνα και σου έρχονται στο μυαλό υποσυνείδητα εικόνες αγαπημένες. Τα καΐκια φεύγουν για την ψαριά της μέρας μέσα σε ένα σύννεφο γλάρων, εικόνα με τόσο θόρυβο αλλά και τόση γαλήνη ταυτόχρονα που σε κάνει να μειδιάς ασυναίσθητα. Ο ήλιος εξαγνίζει με τις ακτίνες του το μαύρο του βυθού. Και αυτός ο απέραντος ορίζοντας. Σου δίνει την αίσθηση ότι μπορείς ανά πάσα στιγμή να φύγεις. Να ξεφύγεις από όλα τα καθημερινά προβλήματα. Από την ρουτίνα και την μιζέρια. Είναι άλλη η ελευθερία της θάλασσας. Δεν υπάρχει όριο. Από Καβάλα μπορείς να ταξιδέψεις Κρήτη μέσα στο απέραντο γαλάζιο μόνο με την σκέψη σου και από εκεί να μπεις στον Νείλο να φτάσεις μέχρι τα πέρατα του κόσμου. Όσο πάει το μυαλό σου. Κάθεσαι δίπλα της και της μιλάς, την ακούς και νιώθεις πως σου ξεπλένει την ψυχή και το μυαλό. Ακόμα και όταν είναι φουρτουνιασμένη και θυμωμένη έχει μια άγρια ομορφιά. Έχει την δύναμη να μετατρέπει τα μινόρε του μυαλού σε ματζόρε.

Θα μου πείτε αυτά είναι και ευαίσθητες ψυχές και ρομαντικές και δεν είναι για όλους. Και θα σας πω και εγώ με την σειρά μου ότι κατά βάθος όλοι είμαστε ρομαντικοί και ευαίσθητοι. Απλά χρειαζόμαστε να ρίξουμε τις άμυνες μας υπό συνθήκες και υπό όρους. Σκέφτηκα πολλές φορές αν μπορούσα να ζήσω σε πόλη χωρίς θάλασσα. Η απάντηση όλες τις φορές είναι πως όχι. Έχω ανάγκη να είμαι κοντά στο νερό. Όχι για τα μπάνια του καλοκαιριού. Αυτά από μικρή τα χόρτασα και με το παραπάνω. Αλί σε αυτούς που πρέπει να κάνουν ολόκληρο ταξίδι για να δουν αμμουδιά. Απλά θέλω να έχω μια διέξοδο. Μια έξοδο κινδύνου. Ρωτήστε και τους θαλασσινούς στα μπάρκα. Σε εθίζει αυτό το στοιχείο. Σε νανουρίζει, σε ταξιδεύει, σε τρομάζει πότε-πότε γιατί είναι και αυτό στους όρους του παιχνιδιού.

Και ξαφνικά ανοίγεις τα μάτια και τα μινόρια επιστρέφουν. Το λεωφορείο σταματά. Μαζεύω τα πράγματα μου και κατεβαίνω. Μένει μόνο το όνειρο και η θύμηση της μυρωδιάς της θάλασσας. Άλλη μια μέρα στο γραφείο ξεκινά. Ξενύχτισσα, κουρασμένη, νυσταγμένη αλλά με ένα κοχύλι στο αυτί για σκουλαρίκι. Κάπου θα χρειαστεί στην διάρκεια της μέρας. Ποτέ δεν ξέρεις τι παιχνίδια κάνει το μυαλό! Καλή συνέχεια σε όλους σας και μέχρι την επόμενη φορά, όποτε δείτε τα πολλά ζόρια, κλείστε τα μάτια και ταξιδέψτε. Αν μη τι άλλο είναι δωρεάν!

Από την Δέσποινα Παρασύρη για το Κάθε Μέρα