
Μία μικρή ιστορική αναδρομή που μπορεί να βοηθήσει εκείνους που δεν το αντιλαμβάνονται, να κατανοήσουν ότι η ποδοσφαιρική ιστορία μίας ομάδας,όσο πλούσια και αν είναι, έχει μία τιμή προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωσή της στο οικονομικό περιβάλλον του ανελέητου οικονομικού ανταγωνισμού, ο οποίος καθορίζει την τύχη και τις διακρίσεις των ομάδων στο ευρωπαϊκό επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Πρόκειται για μία ιστορία που εξελίσσεται στη γειτονική Ιταλία, αλλά διαφορετικές εκδοχές της, έχουν σημειωθεί στην Ισπανία, τη Γαλλία και την Αγγλία. Εκδοχές που στην πλειοψηφία τους υπήρξαν αποτυχημένες και ταλαιπώρησαν σε απίστευτο βαθμό ομάδες και οπαδούς, καθώς τις οδήγησαν σε ένα σκληρό οικονομικό αδιέξοδο ή την οικονομική καταστροφή. Υπάρχουν, φυσικά και επιτυχημένες ιστορίες, όπως αυτή της Μάντσεστερ Σίτι, αλλά αυτές είναι μετρημένες και γράφτηκαν με εκατοντάδες εκατομμύρια που βρίσκονται σε ελάχιστα «χέρια», τα οποία σιγά σιγά διαμορφώνουν έναν κύκλο, στον οποίο θα χωρούν πολύ λίγοι. Και πολύ πλούσιοι. Αν κάποιος κοιτάξει τον ευρωπαϊκό χάρτη, θα διαπιστώσει -με λίγη φαντασία είναι αλήθεια- ότι οι πραγματικά μεγάλες και πλούσιες ομάδες που εμφανίζονται σταδιακά, αρχίζουν να μοιάζουν με τα ρωμαϊκά χωριά, τα οποία περιτριγυρίζουν το χωριό των Γαλατών. Το χωριό δεν είναι άλλο από το παιχνίδι και τα ερασιτεχνικά χαρακτηριστικά του. Ο,τι δεν αποφέρει κέρδος, εξορίζεται. Στην ιστορία που αναφέρομαι και στις διαφορετικές εκδοχές της, οι μεγάλοι πρωταγωνιστές του καιρού είναι οι Άραβες. Έχουν συγκεντρώσει τα κέρδη από την εμπορία πετρελαίου και στη χειμαζόμενη από την οικονομική κρίση Ευρώπη, με την τεράστια ρευστότητα που διαθέτουν, αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες. Οι Άραβες, παραδοσιακά και λόγω των θρησκευτικών περιορισμών του Ισλάμ, δεν είχαν καλές σχέσεις με τα χρηματιστήρια, αν και η νεότερη γενιά που έχει σπουδάσει σε Αγγλία και Αμερική, δειλά δειλά, αρχίζει να τα προσεγγίζει προσεκτικά. Όμως, στη σημερινή ιστορία, δεν πρωταγωνιστούν Αραβες, αν και θα μπορούσαν.
Η αρχή της ιστορίας
Οι αδελφοί Καμπέριο ήταν στην ομάδα των 20 περίπου ανθρώπων που αποφάσισαν να ιδρύσουν στο τέλος του 19ου αιώνα το 1898 τη Μίλαν. Ευκατάστατοι και αρχομανείς πήραν γρήγορα τα ηνία του νεοσύστατου συλλόγου στα χέρια τους και άρχισαν να φέρονται αυταρχικά σε όλους όσοι στελέχωναν σιγά – σιγά την ομάδα του Μιλάνου. Η συμπεριφορά τους όμως είχε δημιουργήσει πολλές αντιπάθειες. Δέκα χρόνια, μόλις, μετά την ίδρυση της Μίλαν, το 1908 ο Τζιοβάνι Παραμιτιότι, ηγείται μίας «διασπαστικής» κίνησης ανάμεσα στους παράγοντες του συλλόγου. Καταφέρνει να πάρει με το μέρος του κάποια από τα μέλη της Μίλαν, που διαφωνούσαν με τον τρόπο που οι αδελφοί Καμπέριο διοικούσαν αλλά και μερικά νεαρά, ανερχόμενα και δυναμικά άτομα της μιλανέζικης κοινωνίας και συγκεντρώνονται στο εστιατόριο Orlogio, ένα από τα κεντρικότερα του Μιλάνου, όπου και ιδρύουν την INTERNAΖIONALE, τη Διεθνή, δηλαδή, ομάδα του Μιλάνου.
Ενα όνομα που εξέφραζε την ελπίδα του Παραμιτιότι και των γύρω του, ότι η ομάδα που ίδρυσαν, θα γινόταν μεγαλύτερη από τη Μίλαν. Η πρώτη σπουδαία περίοδος στην ιστορία της Ιντερ, συμπίπτει με τη μεταμόρφωση του ιταλικού ποδοσφαίρου σε επαγγελματικό και την ίδρυση της ενιαίας πρώτης κατηγορίας, της Serie A, το 1929 και την παρουσία στην εντεκάδα της, ενός θρύλου. Είναι ο ποδοσφαιριστής που κυριαρχεί στην πρωταθλήτρια ομάδα του 1929-30 και μία από τις μεγαλύτερες προπολεμικές ποδοσφαιρικές μορφές, όχι μόνο της Ιταλίας αλλά και της Ευρώπης. Ο Τζουζέπε Μεάτσα. Θεωρείται ο κορυφαίος μεσοεπιθετικός του ιταλικού ποδοσφαίρου, με εξαιρετική τεχνική κατάρτιση, άψογο κοντρόλ, φαντασία, δυνατό σουτ, φοβερή ντρίμπλα, τρομακτικό πέταγμα στα πρώτα μέτρα του σπριντ και παροιμιώδη ευχέρεια στο σκοράρισμα. Μπορούσε να πετύχει γκολ με κάθε τρόπο και από κάθε σημείο του γηπέδου. Ο Μεάτσα, που γεννήθηκε το 1910, αγωνίστηκε στην Ιντερ από το 1927 έως το 1939 και θα ξαναγυρίσει σε αυτήν την περίοδο 1946-47 για να κλείσει την καριέρα του. Για τα επιτεύγματά του, έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες. Αν βγάλει κάποιος τον Μεάτσα από την ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου, είναι σαν να βγάζει τα μισά φωνήεντα της ιταλικής γλώσσας.
Η συνέχεια μετά τον πόλεμο
Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ιντερ πέρασε στο περιθώριο των πρωταγωνιστών, καθώς η ομάδα που κυριαρχούσε ήταν η μεγάλη Τορίνο, η «γκρανάτα» των Ιταλών φιλάθλων, η οποία με ηγέτη τον Βαλεντίνο Ματσόλα έγραψε λαμπρές σελίδες ποδοσφαιρικής ιστορίας. Οσο μαγική υπήρξε εκείνη η ομάδα, τόσο τραγικό ήταν το τέλος της. Το αεροπλάνο που τη μετέφερε συνετρίβη το 1949 πάνω στον λόφο της Σουπέργκα, έξω από το Τορίνο. Η Ιντερ θα κατακτήσει τον πρώτο μεταπολεμικό της τίτλο το 1953, όπως και την αμέσως επόμενη χρονιά το 1954. Η ομάδα εκείνης της εποχής ήταν δημιούργημα του Αλφρέντο Φόνι, που είχε έρθει στον πάγκο των «νερατζούρι» το 1952. Ο Φόνι ήταν ένας άνθρωπος που θεωρούσε ότι η ισχυρή άμυνα είναι η βάση μίας ομάδας. Μετά τον Μεάτσα, είναι το δεύτερο στη σειρά μεγάλο όνομα στην ιστορία της Ιντερ και του ιταλικού ποδοσφαίρου. Ο Φόνι παρακολουθούσε με προσοχή την εξέλιξη των αγωνιστικών συστημάτων και ιδίως τους νεωτερισμούς με τους οποίους πειραματίστηκαν δύο Αυστριακοί προπονητές. Ο πρώτος ήταν ο Ούγκο Μάισλ, ο δημιουργός της εξαιρετικής ομάδας-θαύμα (Βούντερ-τιμ) της εθνικής Αυστρίας και ο δεύτερος ήταν ο Καρλ Ράπαν που είχε σαν πεδίο των πειραματισμών του την ελβετική Σερβέτ.
Ο Ράπαν, ήταν ο πρώτος που άλλαξε το πιο διαδεδομένο αγωνιστικό σύστημα της εποχής το WM που είχε καθιερώσει από το 1925 ο κόουτς της Χάντερσφιλντ και της Αρσεναλ, ο Χέρμπερτ Τσάπμαν. Το WM ήταν ένα σύστημα που έμοιαζε με το 3-4-3. Ο Ράπαν ήταν ο πρώτος προπονητής που παρέταξε την ομάδα του με 4 αμυντικούς, καθώς σκέφθηκε να γυρίσει έναν μέσο, στην άμυνα. Οι αμυντικοί του Ράπαν έπαιζαν κοντά στις γραμμές του πλαγίου άουτ και το man-to-man μαρκάρισμα των αντιπάλων εξτρέμ ήταν ο τρόπος άμυνάς τους. Ο ένας από τους δύο κεντρικούς αμυντικούς είχε την ευθύνη της επιτήρησης του αντίπαλου σέντερ φορ, ενώ ο δεύτερος κεντρικός οπισθοφύλακας, αυτός που ο Ράπαν γύρισε στην άμυνα από τα χαφ, βρισκόταν μπροστά από τον τερματοφύλακα έχοντας έναν περισσότερο ελεύθερο ρόλο και αναλαμβάνοντας να μαρκάρει όποιον αντίπαλο επιθετικό ξέφευγε από τους άλλους 3 συμπαίκτες του στην άμυνα. Αυτός ο δεύτερος κεντρικός αμυντικός του Ράπαν είχε και επιθετικό ρόλο, αφού είχε τη δυνατότητα να κατεβάζει την μπάλα στη μεσαία γραμμή. Αργότερα, αυτός ο «ελεύθερος σέντερ μπακ» του Ράπαν θα εξελιχθεί σε λίμπερο. Ο Φόνι βάσισε το δικό του αμυντικό σύστημα πάνω στην παραλλαγή του Ράπαν, αλλά την ίδια στιγμή γύριζε στα χαφ έναν ή δύο επιθετικούς ανάλογα με τις περιστάσεις, μεταμορφώνοντας το σύστημά του σε ένα 4-5-1. Ο Φόνι έμεινε στον πάγκο της Ιντερ μέχρι το 1956, αλλά η επίδρασή του στο ιταλικό ποδόσφαιρο ήταν τεράστια.
Ο «μάγος» και το δεκάρι του Θεού
Το καλοκαίρι του 1960 ο πρόεδρος της Ιντερ, Αντζελο Μοράτι, πατέρας του σημερινού προέδρου, έφερε στον πάγκο των «νερατζούρι» τον Αργεντινό «μάγο» Χελένιο Χερέρα.
Με τον Χερέρα, που στο Μιλάνο απόκτησε το προσωνύμιο του «μάγου», όλα άλλαξαν. Ο Αργεντινός που πρωτόπαιξε μπάλα στην Μπόκα Τζούνιορς, ήρθε στο Μιλάνο από την Μπαρτσελόνα. Εχοντας περάσει από τον πάγκο της εθνικής Γαλλίας, των μεγάλων γαλλικών ομάδων της εποχής Ρεντ Σταρ και Σταντ Φρανσέ, των ισπανικών Βαγιαδολίδ, Ατλέτικο Μαδρίτης, Μάλαγα, Σεβίλλης, Λα Κορούνια και Μπαρτσελόνα, αλλά και της πορτογαλικής Μπελενένσες, στην Ιντερ ο Χερέρα βρήκε τις ιδανικές συνθήκες για να κάνει τη δουλειά του, όπως εκείνος ήθελε.
Ο Μοράτι τον αφήνει απόλυτο αφεντικό στην ομάδα και θέτει στη διάθεσή του απεριόριστο ποσό χρημάτων για μεταγραφές. Ωστόσο, ο Χερέρα δεν ξοδεύει αλόγιστα. Αγοράζει ποδοσφαιριστές που ταιριάζουν στο αγωνιστικό του σύστημα και είναι πειθαρχημένοι. Η πειθαρχία, για τον Χερέρα, ήταν η σημαντικότερη αρετή για έναν ποδοσφαιριστή. Ο «μάγος» δεν δίστασε να διώξει από την Ιντερ τον συμπατριώτη του Αντζελίλο, έναν από τους μεγαλύτερους γκολτζήδες στην ιστορία του κάλτσιο, γιατί θεωρούσε ότι ήταν απείθαρχος. Το πρώτο πρωτάθλημα έρχεται την περίοδο 1962-63 από μία ομάδα «όνειρο». Κάτω από τα δοκάρια βρίσκεται ο Λορέντσο Μπουφόν, στα πλάγια, από δεξιά ο Μπούρνιτς και αριστερά ο Φακέτι (που δεν αποβλήθηκε ποτέ), ενώ την πανίσχυρη αμυντική γραμμή της Ιντερ συμπληρώνουν οι λίμπερο Πίκι και Γκουαρνέρι, με τον Τανίν σε ρόλο αμυντικού μέσου. Στα χαφ, ο Χερέρα έχει μία τριπλέτα αριστουργηματική. Δεξιά τον Σάντρο Ματσόλα, στο κέντρο τον Λούις Σουαρέθ που έφερε από την Μπάρτσα και αριστερά τον Μάριο Κόρσο, ίσως το φοβερότερο αριστερό πόδι που πέρασε ποτέ από τα ιταλικά γήπεδα. Οι επιθετικές αρετές και δυνατότητες αυτής της τριπλέτας ήταν θεωρητικά απεριόριστες, αλλά ο Χερέρα τους είχε καλουπώσει σε περισσότερο αμυντικογενή συμπεριφορά.
Το επιθετικό δίδυμο, αποτελούν ο Βραζιλιάνος Τζάιρ και ο Μπενίνο ντι Τζιάκομο, που αργότερα θα αντικαταστήσουν ο Αουρέλιο Μιλάνο και ο Αντζελο Ντομεγκίνι, που θα χρησιμοποιούνται εναλλάξ ως παρτενέρ του Βραζιλιάνου. Ο Χερέρα θα πάρει το σύστημα του Φόνι, στο οποίο θα προσθέσει έναν ακόμη αμυντικό για να το μετατρέψει σε 1-4-3-2. Με τον τρόπο του πλέκει μία αμυντική διάταξη σαν αλυσίδα (Catena στα ιταλικά σημαίνει αλυσίδα) αδιαπέραστη, σκληρή και συνεκτική. Ενα τέτοιο σύστημα που στόχο έχει να προστατέψει την εστία της ομάδας «πνίγοντας» τους επιθετικούς σχεδιασμούς του αντιπάλου, είναι ελάχιστα θεαματικό και γι’ αυτό αντί-δημοφιλές.
Ηταν όμως αποτελεσματικό. Λένε πως το πιο μεγάλο εργαλείο του Χερέρα, ήταν ένας παίκτης που κάποιος χαρακτήρισε «το δεκάρι του Θεού». Ο Σάντρο Ματσόλα. Από ένα πείσμα του Χερέρα, η Ιντερ στο μπαράζ του πρωταθλήματος της περιόδου 1960-61 κόντρα στη Γιουβέντους, κατεβάζει την εφηβική της ομάδα και χάνει με 9-1. Το γκολ των πιτσιρικάδων της Ιντερ σημειώνει ο γιος του ηγέτη της αδικοχαμένης Τορίνο, Βαλεντίνο Ματσόλα, ο Σάντρο. Ο Χερέρα ξεχώρισε αμέσως τον νεαρό Σάντρο, που θα αποτελέσει ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του ιταλικού ποδοσφαίρου. Μαζί με τον Τζιάνι Ριβέρα της Μίλαν θα σημαδέψουν το ιταλικό ποδόσφαιρο των σίξτις και των αρχών των σέβεντις και η αναμέτρησή τους στο γήπεδο θα κάνει τα μιλανέζικα ντέρμπι, κλασικά. Ο Ματσόλα ήταν εξαίρετος τεχνίτης, με κοφτή ντρίμπλα, μακρινή μπαλιά ακριβείας, ευχέρεια στο σκοράρισμα και φοβερό αγωνιστικό πάθος. Δεν ήταν τόσο ντελικάτος όσο ο Ριβέρα, αλλά το πείσμα του τον έκανε να πολεμά μέχρι το τελευταίο σφύριγμα. Ο Ματσόλα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο τελευταίος μεγάλος ρομαντικός, αφού τελείωσε την καριέρα του στην ομάδα που ξεκίνησε, χωρίς να αλλάξει ποτέ φανέλα.
Το πρώτο μεγάλο «διαμάντι» στην ιστορία της Ιντερ θα έρθει την περίοδο 1963-64, όπου μπορεί να χάθηκε το Σκουντέτο, αλλά στην Ευρώπη οι «νερατζούρι» αποκλείοντας με την σειρά τις Εβερτον, Μονακό, Παρτιζάν και Ντόρτμουντ, φτάνουν στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αήττητοι, έχοντας σημειώσει 6 νίκες και 2 ισοπαλίες. Στο «Πράτερ» της Βιέννης, αντιμετωπίζουν μία Ρεάλ, που δεν ήταν πια η υπερομάδα της εξαετίας 1956-61. Με δύο γκολ του Ματσόλα και ένα του Μιλάνι, οι «νερατζούρι» εκμηδενίζουν τη «βασίλισσα» και κρατάνε το Μιλάνο ξάγρυπνο δύο μερόνυχτα. Το 1965 οι «νερατζούρι» θα βρεθούν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών με αντίπαλο την Μπενφίκα. Ο τελικός εκείνης της χρονιάς γίνεται στο «Σαν Σίρο» και οι «νερατζούρι» με μία άμυνα για σεμινάριο, εγκλωβίζουν τους τεχνίτες Λουζιτανούς και με ένα γκολ του Τζάιρ, στέφονται για δεύτερη φορά πρωταθλητές Ευρώπης.
Ο Μουρίνιο και οι Κινέζοι
Από τότε, και ενώ στην Ιταλία η Ιντερ θα ακολουθεί τη Γιούβε και τη Μίλαν, ο πατέρας θα παραδώσει στον γιο την προεδρία, θα ξοδευτούν εκατομμύρια ευρώ, θα φορέσουν τη φανέλα των «νερατζούρι» μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, ο τίτλος του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, το σημερινό Τσάμπιονς Λιγκ θα στοιχειώσει την Ιντερ. Θα περιμένει μέχρι τον ερχομό του Μουρίνιο, που θα κάνει το μεγάλο κόλπο με αντίπαλο τη φοβερή Μπάρτσα στα ημιτελικά, αντιμετωπίζοντάς την περίπου σαν ένας εξελιγμένος Χερέρα θα οδηγήσει τη «Διεθνή» του Μιλάνου στον τελικό. Εκεί, με αντίπαλο την Μπάγερν, ο υιός Μοράτι θα καταφέρει ό,τι ο πατέρας του είχε πετύχει στο παρελθόν, δύο φορές. Η Ιντερ, την περίοδο 2009/10 σαράντα πέντε χρόνια μετά τον τελευταίο μεγάλο της τίτλο, θα στεφθεί η καλύτερη ομάδα της Ευρώπης. Αυτή η κορυφή φαίνεται ότι ήταν το πιο κρίσιμο σημείο στην ιστορία της ομάδας του Μιλάνου. Ο Μοράτι κατάλαβε πως το οικονομικό κόστος για να κρατηθεί στην ομάδα των πρωταγωνιστών είναι πολύ υψηλό. Ακόμη και αυτός σε μία περίοδο οκονομικής κρίσης αδυνατεί να το καλύψει.
Έτσι, ένα μεγάλο ποσοστό μετοχών της ομάδας, που σύμφωνα με πληροφορίες φτάνει το 40%, περνά στον έλεγχο ενός κινεζικού κονσόρτσιουμ, το οποίο αναλαμβάνει την υποχρέωση να φτιάξει ένα νέο και πολυλειτουργικό γήπεδο στην ομάδα, μέχρι το 2017. Με την ολοκλήρωση του γηπέδου, όμως, ο έλεγχος μίας αληθινής Ιταλίδας θα περάσει στα χέρια Κινέζων! Η Ιντερ θα γίνει πράγματι διεθνής, με σοβαρό κίνδυνο να χάσει αυτό που -αδόκιμα- θα ορίζαμε ως «ιταλικότητα». Σημεία των καιρών.
Του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου
Πηγή: sday.gr