ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Το οργανωμένο έγκλημα αποτελεί σημαντική πρόκληση για την Βουλγαρία, θα τονίσει στην αυριανή της (18 Ιουλίου) έκθεση η Κομισιόν σχετικά με την πρόοδο της χώρας πέντε χρόνια μετά την ένταξή της στην ΕΕ.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η έκθεση για την Βουλγαρία εστιάζει στο οργανωμένο έγκλημα και στην αποτυχία επιβολής του νόμου. Στην περίπτωση της Ρουμανίας, τα μακροχρόνια προβλήματα διαφθοράς επισκιάστηκαν αυτή τη φορά από την εύθραυστη εσωτερική πολιτική κατάσταση, με την κυβέρνηση της χώρας να προσπαθεί να ανατρέψει τον πρόεδρο.

Η Κομισιόν επικαλείται την Europol, σύμφωνα με την οποία οι ομάδες οργανωμένου εγκλήματος της Βουλγαρίας δραστηριοποιούνται σε 15 κράτη μέλη της ΕΕ.

Η Europol αναφέρει ότι η βουλγαρική μαφία “ειδικεύεται” στην εμπορία ανθρώπων και στις απάτες αναφορικά με πληρωμές μέσω καρτών.

“Ενώ ο ρόλος τους και η επίδρασή τους εκτός Βουλγαρίας είναι συγκρίσιμα με τις παράνομες δραστηριότητες άλλων ομάδων, ο ρόλος τους μέσα στη Βουλγαρία είναι μοναδικός”, αναφέρει η έκθεση.

“Διαφέρει από την κατάσταση στα άλλα κράτη μέλη με την έννοια ότι ακόμη και σήμερα αυτές οι ομάδες ασκούν σημαντική επιρροή στις οικονομικές δραστηριότητες της χώρας. Από οικονομική άποψη, εμποδίζεται ο ανταγωνισμός και απομακρύνονται οι ξένες επενδύσεις. Αυτές οι ομάδες επηρεάζουν επίσης την πολιτική διαδικασία και τους κρατικούς θεσμούς”, συνεχίζει.

Η Βουλγαρία είναι επίσης μοναδική για το υψηλό αριθμό συμβολαίων θανάτου. ” Είναι γεγονός ότι πάνω από 150 δολοφονίες την τελευταία δεκαετία μπορούν να θεωρηθούν συμβόλαια θανάτου”, αναφέρει η Κομισιόν.

Συνεχίζει λέγοντας ότι πολύ λίγες περιπτώσεις εκδικάστηκαν, ενώ ακόμη λιγότερες οδήγησαν σε καταδίκη.

” Είναι επίσης ασαφές εάν μετά από αυτά τα εγκλήματα έχουν γίνει συστηματικές οικονομικές έρευνες”, τονίζει. Πράγματι, το σύστημα επιβολής του νόμου στη Βουλγαρία συχνά φέρεται να λειτουργεί υπέρ των εγκληματιών, παρά των θυμάτων.

Παρά τις ευρωπαϊκές πιέσεις, τα αποτελέσματα είναι μάλλον δυσανάλογα “μέτρια” κυρίως στις πιο σημαντικές υποθέσεις διαφθοράς, κάποιες από τις οποίες η Κομισιόν τις παρακολουθεί συστηματικά.

Πηγή: euractiv.gr