Μόλις δύο ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας της Κυριακής. Επομένως αντί να κάνουμε εικασίες , είναι πιο λογικό να δούμε βήμα-βήμα τις μέχρι τώρα εξελίξεις στην ελληνική πολιτική σκηνή.

Οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 άφησαν την ελληνική πολιτική σκηνή κατακερματισμένη και διαίρεσαν τους ψηφοφόρους, μοιράζοντάς τους σε μια ποικιλία των πολιτικών κομμάτων. Παρά το γεγονός ότι ο νικητής των εκλογών, η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία κέρδισε το 18,85% των ψήφων και 108 έδρες (από 300) στο Κοινοβούλιο, ήταν αδύνατο για τη ΝΔ να σχηματίσει κυβέρνηση.

Αργότερα, η εντολή για το σχηματισμό κυβέρνησης παραχωρήθηκε αυτόματα στην ριζοσπαστική αριστερά ΣΥΡΙΖΑ (16,78% και 52 έδρες). Επίσης, ήταν εξίσου αδύνατο είτε η Δημοκρατική Αριστερά (6,1% και 19 έδρες) είτε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (8,48% και 26 έδρες), να συμφωνήσουν να σχηματίσουν μια συμμαχία με το ΣΥΡΙΖΑ. Τέλος, αποδείχθηκε ανυπέρβλητο για το ΠΑΣΟΚ (13,18% και 41 έδρες) για την οικοδόμηση ενός βιώσιμου συνασπισμού. Ως αποτέλεσμα αυτού του αδιεξόδου, σχηματίσθηκε μία μεταβατική , υπηρεσιακή, κυβέρνηση υπό την ηγεσία του κ Π. Πικραμένου.

Ο στόχος αυτής της κυβέρνησης ήταν να προετοιμάσει τις εκλογές της 17ης Ιουνίου. Για να υπάρξει μια πλήρης εικόνα για την έννοια της προεκλογικής συζήτησης που διαμόρφωσε την ελληνική πολιτική σκηνή αυτές τις μέρες, είναι απαραίτητο να λάβουμε υπόψη τα παρακάτω.

Το κέντρο-δεξιά Νέα Δημοκρατία τιμωρείται από τους ψηφοφόρους για δύο λόγους. Από τη μία πλευρά, η ΝΔ, μαζί με το ΠΑΣΟΚ, παραμένουν υπεύθυνοι για την οικονομική και πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα που οδήγησε στην κρίση χρέους. Από την άλλη πλευρά, η ΝΔ κατηγορείται, με τον ίδιο τρόπο όπως και το ΠΑΣΟΚ, για την συγκατάθεση της στο Μνημόνιο Συμφωνίας (ΜΣ) που υπεγράφη μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικας το Μάιο του 2010.

Η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι η ΝΔ απέρριψε το πρώτο μνημόνιο του Μαΐου 2010 που στρεφόμενη κατά της οικονομικής πολιτικής που συμφωνήθηκε εκείνη την εποχή. Η NΔ συναίνεσε στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης χρέους από το Νοέμβριο του 2011, που συνεπάγεται μια επιπλέον χρηματοδοτική διευκόλυνση της τάξης των € 130 δισ. που συνοδεύεται κυρίως με την υποχρέωση για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία.

Συνολικά, οι Έλληνες ψηφοφόροι φαίνεται να έχουν στραφεί μακριά από τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα κατηγορώντας τα ως υπεύθυνους για την τραγική οικονομική κατάσταση της χώρας και για τη δημιουργία ενός πελατειακού συστήματος εξουσίας. Σήμερα, το παράδοξο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με λιγότερο από το 17% των ψήφων ανέλαβε το ρόλο του αυτοαποκαλούμενου εκπρόσωπου της ελληνικής κοινωνίας.

Με όλες τις υποσχέσεις που φαίνεται αδύνατο να εκπληρώσει, ο ΣΥΡΙΖΑ προσελκύει νέους, άπειρους ψηφοφόρους, οι οποίοι δεν έχουν καμία ένδειξη για το πώς λειτουργεί η οικονομία και ποια είναι η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Με τον ίδιο τρόπο, ο ΣΥΡΙΖΑ προσελκύει επίσης πολλούς από εκείνους που πριν μερικά χρόνια άνηκαν στο ίδιο πελατειακό σύστημα εξουσίας. Ισχυρίζεται επίσης ότι «ανοίγει το δρόμο για την ελπίδα».

Πώς μπορεί όμως κάτι τέτοιο να συμβαίνει αν η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ – όπως αποδεικνύεται από ορισμένες δημοσκοπήσεις – φαίνεται να οδηγείται από τα απομεινάρια του δυσλειτουργικού συστήματος το οποίο αναπτυσσόμενο βραδέως από το 1981 έχει οδηγήσει σε ολική παράλυση της ελληνικής πολιτικής και της οικονομίας σήμερα.

Από μια διαφορετική οπτική γωνία, πολλοί νέοι άνθρωποι από αυτούς που έχουν την τάση να κατανοούν, σε αντίθεση με αυτούς που δέχονται άκριτα την λαϊκιστική ρητορική του κ. Τσίπρα, όταν έρχονται αντιμέτωποι με το ζήτημα του ποιου να ψηφίσουν, αισθάνονται ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Δηλαδή, από τη μία πλευρά, αυτοί οι νέοι άνθρωποι, κυρίως λόγω της ηλικίας τους και της έλλειψης ιστορικής μνήμης της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα, δεν αισθάνονται υποχρεωμένοι να ψηφίσουν τα παραδοσιακά κόμματα στην Ελλάδα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και την ίδια στιγμή, απεχθάνονται τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό σημαίνει ότι πολλά από τα νεαρά άτομα είναι πιθανότερο να ψηφίσουν υπέρ των μικρότερων κομμάτων. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι, δεδομένου του διαρκούς κατακερματισμού της ελληνικής πολιτικής σκηνής μια ψήφο υπέρ ενός μικρότερου κόμματος, ας πούμε ενός φιλελεύθερου, δεν θα μπορεί να υποστηρίξει την φιλελεύθερη στάση του στο Κοινοβούλιο. Δηλαδή, αν το μικρό κόμμα δεν κατορθώσει να μπει στο κοινοβούλιο, οι ψήφοι του θα προστεθούν αυτόματα στο συνολικό σκορ του πρώτου κόμματος. Αν το μικρό κόμμα καταφέρει να πάρει πάνω από 3%, αυτό το ποσοστό θα λειτουργήσει μόνο εις βάρος του μεγαλύτερου ομοϊδεάτες κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, ένα άλλο πολιτικό αδιέξοδο είναι στον ορίζοντα.

Τέλος, για το κύμα των θετικών αποτελεσμάτων από τις συνεδριάσεις του Χρηματιστηρίου Αθηνών την Τετάρτη και την Παρασκευή, υπήρξε μια σεναριολογία στην Αθήνα, ότι – ανεξάρτητα από την υποβάθμιση των τραπεζών στην Κύπρο και στην Ισπανία – ένας από τους λόγους γι ‘αυτή τη θετική εξέλιξη ήταν μια φήμη ότι η ΝΔ είναι πιθανόν να κερδίσει τις εκλογές της Κυριακής. Η πρόκληση εδώ είναι ότι ακόμη και αν η NΔ κερδίσει στις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ κατά πάσα πιθανότητα θα βγάλει το λαό στους δρόμους. Με αυτόν τον τρόπο, θα είναι πολύ δύσκολο για τη ΝΔ να κυβερνήσει.

Αν κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, η κατάσταση είναι ακόμη πιο περίπλοκη, ιδίως εν όψει των ισχυρισμών του κ. Τσίπρα ότι θα ακυρώσει το μνημόνιο και ότι« η Ευρώπη θα κρατήσει όπως και να έχει την Ελλάδα στην Ευρωζώνη »(FT, 12.06.2012 op-ed). Ο κ. Τσίπρας, λοιπόν, είτε θα αναγκαστεί να χαλαρώσει τις λαϊκίστικες απαιτήσεις του μόλις εκλεγεί ή δεν θα είναι σε θέση να σχηματίσει κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση παραμένει αβέβαιη και οι πιθανότητες για μια σταθερή και αξιόπιστη κυβέρνηση παραμένει στη σφαίρα των ευσεβών πόθων.

Της Άννας Βισβίζη

Καθηγήτριας Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας-DEREE

Πηγή : euractiv.gr