Δεν είναι πολύς ο καιρός που ψάχνοντας για αυτό το κάτι που θα εξισορροπούσε τον «υδροκεφαλισμό» της καθημερινότητάς μου απέναντι σε ένα «καχεκτικό» κορμί που ασφυκτιούσε, ανακάλυψα το τάνγκο και μαζί του έναν ολόκληρο κόσμο ξεχασμένων αισθήσεων, κομψότητας, λυρισμού και ιδιαίτερης απόλαυσης. Σώματα σφιχταγκαλιασμένα που λικνίζονται και αυτοσχεδιάζουν υπό τους νοσταλγικούς ήχους μιας άλλης εποχής.

Το αργεντίνικο τάνγκο ή τανγκό (όπως και να το τονίσεις παραμένει το ίδιο), ο παλιομοδίτικος αυτός χορός σε όλες του τις παραλλαγές – Salon ή Nuevo – έχει πραγματικά εξελιχθεί σε φαινόμενο που αγγίζει τα όρια της μαζικής υστερίας. Έφηβοι, νέοι, μεσήλικες και ηλικιωμένοι από την Αθήνα ως την Θεσσαλονίκη και από την Πρέβεζα ως τη Μυτιλήνη γεμίζουν ασφυχτικά τις βραδιές μιλόνγκα και χορεύουν μέχρι τελικής πτώσεως, μέχρι να χαράξει, χειμώνα-καλοκαίρι.

Και αναρωτιέμαι τί είναι αυτό που πυροδότησε ξαφνικά το ενδιαφέρον των ανθρώπων όλων των ηλικιακών ομάδων για έναν χορό παλιομοδίτικο και ξένο στην ελληνική κουλτούρα; Τί είναι αυτό που κάνει το τάνγκο τόσο ξεχωριστό, αγαπητό και επίκαιρο; Είναι ο μιμητισμός που συνήθως υπαγορεύει τις επιλογές όσων ζουν ακολουθώντας τις επιταγές ενός συγκεκριμένου life-style; Είναι μήπως «τα παπούτσια του τάνγκο» και ο ενδυματολογικός κώδικας που σίγουρα μπορούν να αναχθούν σε φετίχ για κάθε tanguero και tanguera; Είναι μια μόδα των καιρών που απευθύνεται σε λίγους και αργά ή γρήγορα θα ξεφτίσει; Δεν νομίζω.

Η δύναμη και η ακαταμάχητη γοητεία του τάνγκο έγγειται στο μαγικό «δύο», στο δυϊκό αριθμό των αρχαίων που έχουμε εξοβελίσει όχι μόνο από τη γραμματική μας, αλλά και από τις ζωές μας. Το τάνγκο προϋποθέτει αυτό το «δύο», 1+1, να σέβεται το πρωτόκολλο του χορού και τους ρόλους του αρσενικού και του θηλυκού, να εμπιστεύεται, να παραδίδεται και να συνεργάζεται, εν τέλει να επικοινωνεί και να αυτοσχεδιάζει με απώτερο σκοπό την απόλαυση του χορού, της μουσικής και της ανθρώπινης επαφής. Σε μια εποχή που όλα καταρρέουν κυριολεκτικά και μεταφορικά και όλοι τονίζουν την ανάγκη για νέες συλλογικότητες, ας μην ξεχνάμε ότι η στοιχειώδης συλλογικότητα είναι το 1+1, ο δυϊκός αριθμός, που σέβεται, εμπιστεύεται, συνεργάζεται και αυτοσχεδιάζει για έναν κοινό στόχο, κάτι διόλου αυτονόητο, αμελητέο ή ευκαταφρόνητο.

Από την faidra για το Κάθε Μέρα