Χθες το βράδυ θυμήθηκα, περιδιαβαίνοντας στα αχανή μονοπάτια του διαδικτύου, τη Διεθνή ημέρα μουσείων, μέσω, ενός δημοσιεύματος στο facebook. Το δέλεαρ της δωρεάν εισόδου ήταν θελκτικότατο. Ακόμα περισσότερο, όμως, ήταν η ανακοίνωση ότι η ρωμαϊκή αγορά, μαζί με το μουσείο της, θα είναι ανοικτά στο κοινό για τρεις μέρες, μέχρι και Κυριακή, 20 Μαΐου.

Ξύπνησα, λοιπόν, χτες το πρωί, φορτώθηκα και τη φωτογραφική μου μηχανή και ξεκίνησα. Μπαίνοντας στο forum, στο άλλοτε πολύβουο, πολύχρωμο, πολυσύχναστο κέντρο της κάποτε ϋπό ρωμαϊκή κατοχή πόλης μας, μεταφέρθηκα σε άλλη εποχή. Έπαιξα κρυφτούλι μόνος μου ανάμεσα στις αψίδες της στοάς. Θαύμασα τα ανακατεμένα με αμμοχάλικο επιδαπέδια μωσαϊκά. Ανεβοκατέβηκα στα πέτρινα καθίσματα του ρωμαϊκού ωδείου. Ύψωσα τα μάτια μου να αντικρίσω τον μαρμάρινο, κορινθιακού ρυθμού κίονα, που αναστηλώθηκε όπως όπως, μέσα στα μαύρα σκοτάδια, από τον αρχαιολόγο Φώτη Πέτσα, μπας και σώσει τελευταία στιγμή το παρελθόν της πόλης από της μπουλντόζες. Μπουλντόζες που ετοιμάζονταν να σκάψουν για να ορθωθεί στο σημείο το δικαστικό μέγαρο. Μέγα λάθος, όπως απέδειξε η κολώνα αυτή, που ευτυχώς αποφεύχθηκε.

Πήγα και στο περίφημο μουσείο. Αν και δεν… πολυπαίζει πολύ στον πολιτιστικό χάρτη της πόλης, είναι ένα ολοκαίνουργιο (ολοκληρώθηκε το 2009) και αρτιότατο μουσείο, χωμένο κάτω από τη γη. Η είσοδός του, που βρίσκεται στο τέλος της στοάς, δεν προϊδεάζει για την ύπαρξή του. Αντικείμενα καθημερινής χρήσης, μαρμάρινες στήλες, αγάλματα, μέχρι και δοχείο νυκτός συναντάς σε αυτό τον ημιυπόγειο χώρο! Και όχι μόνον από την εποχή που η Θεσσαλονίκη ήταν μέρος της παντοδύναμης ρωμαϊκής επαρχίας, αλλά και από όλο το χρονικό φάσμα, κατά το οποίο η αγορά άκμασε, θάφτηκε, ποδοπατήθηκε, κτίστηκε και αναβίωσε ξανά. Αποκορύφωμα, φυσικά, η μεγάλη πυρκαγιά του 1917 και το όραμα του Ερνέστου Εμπράρ για τη γύρω περιοχή.

Πραγματικά άλλη πόλη! Και το καλύτερο; Δεν ήμουν μόνος. Μόνον όσην ώρα ήμουν εκεί ήρθαν τέσσερα γκρουπάκια από σχολεία. Οι παιδικές φωνές με έβγαλαν από το… mood της εποχής, αλλά χαλάλι! Αλλά και απλός κόσμος, Έλληνες και ξένοι με συνόδεψαν στη βόλτα μου. Άλλη μία απόδειξη ότι μάλλον η πολιτεία και οι ίδιοι οι ιθύνοντες δεν κάνουν κάτι σωστά όταν τα μουσεία μένουν μισοάδεια. Αυτή ακριβώς η σκέψη επανήθλε, δυστυχώς, και σήμερα. Σας είπα παραπάνω ότι το μουσείο αυτό δεν ”πολυπαίζει”.

Βγαίνοντας, συνάντησα μία κυρία, υπεύθυνη για την καθοδήγηση των επισκεπτών και την ασφάλεια των εκθεμάτων. Τη ρώτησα αν το μουσείο θα συνεχίσει να λειτουργεί και με το πέρας του τριημέρου αυτού. Η απάντηση ήταν ένα ντροπαλό, μα αποστομωτικό συνάμα ”Όχι”. ”Δεν υπάρχουν”, λέει, ”άτομα από το Υπουργείο Πολιτισμού για να κρατήσουν το μουσείο ανοικτό. Με τα χίλια ζόρια δέχεται επισκέπτες και ο αρχαιολογικός χώρος, μέχρι τις τρεις. Από εκεί και πέρα, οι μόνοι που μπαίνουν είναι οι ελάχιστοι συντηρητές των εκθεμάτων.”

Και έρχομαι εγώ και λέω: άντε, να προσπεράσω το ηλίθιο ωράριο (ποιος θα έρθει να δει ένα μουσείο οχτώ η ώρα το πρωί ή ποιος εργαζόμενος θα προλάβει, όταν αυτό κλείνει στις τρεις;). Αλλά δεν δέχομαι να παραμένει κλειστό, τα 2/3 του χρόνου, αυτό το μουσείο και οποιοδήποτε μουσείο της πόλη μου, λόγω έλλειψης προσωπικού, τη στιγμή που για… άλλα και άλλα, κονδύλια για προσλήψεις πάντα υπάρχουν. Εκπροσωπεί την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας μου. Εκπροσωπεί και τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τον κάθε επισκέπτη, δείγμα πολιτισμού και αυτό. Και, εν τέλει, το πλήρωσα από την τσέπη μου, εγώ και οι γονείς μου, για να κατασκευαστεί, ώστε να εμφανίζεται κορδωμένος ο πρώην Υπουργός Πολιτισμού στα εγκαίνια και να παπαρολογεί.

Όχι, δεν το δέχομαι. Έχει ακουστεί να γίνουν μετατάξεις για να λυθεί το πρόβλημα. Ή να μπουν εθελοντικά νεαρά παιδιά ως ξεναγοί. Αρμόδιος δεν είμαι για να πω τι μπορεί να γίνει και τι όχι. Το μόνο που μπορώ να κάνω, πέρα από τη δημοσιοποίηση του θέματος είναι να αναφωνώ ”O tempora, o mores.”

Του Κωστή Κοτσώνη

Πηγή: parallaximag.gr