Χθες παραιτήθηκε ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας από δήμαρχος Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης. Ήταν ο δήμαρχος με την μακροβιότερη θητεία στην Ελλάδα καθότι από το 1986 συνεχώς μέχρι το 2010 εκλεγόταν Δήμαρχος Βουλιαγμένης και από το 2011 είχε εκλεγεί Δήμαρχος του ενοποιημένου λόγω Καλλικράτη Δήμου Βάρης-Βούλας- Βουλιαγμένης. Τον Αύγουστο του 2011 ένα σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο έριξε ξαφνικά αυλαία στην δημαρχία του. Το τυπικό αντίο ήρθε με την παραίτησή του.

Δεν σκοπεύω να γράψω καμιά αγιογραφία, απλώς θεωρώ πώς για έναν άνθρωπο που έπαιρνε 65%-70% για 24 χρόνια στη Βουλιαγμένη κάτι πρέπει να γραφτεί με το επίσημο τέλος της καριέρας του. Αυτό που θα γράψω είναι πώς τον έζησα αυτά τα 25 σχεδόν χρόνια γνωριμίας μας. Όσο πιο αντικειμενικά μπορώ.

Ο Γρηγόρης έπαιξε πόλο στον Παναθηναϊκό τη δεκαετία του 60 (έφτιαχνε μια επτάδα μαζί με τα αδέλφια του), αλλά πιο γνωστός ήταν για την καριέρα του στο θαλάσσιο σκι. Ως αθλητής και ως δάσκαλος, μια καριέρα που δεν εγκατέλειψε ποτέ. Μέχρι το ατύχημά του ήταν φανατικός του αθλητισμού. Παρ’όλα αυτά το μεγάλο μου παράπονο ήταν ότι ως δήμαρχος δεν βοήθησε όσο θα μπορούσε τον Ναυτικό Όμιλο Βουλιαγμένης, ένα σωματείο που είχε κάνει ξακουστή τη Βουλιαγμένη σε όλη την Ευρώπη. Ότι δεν ήλεγχε απόλυτα, δύσκολα το εμπιστευόταν.

Είχε ένα δικό του στυλ διοίκησης. Κατάφερε να κρατήσει τη Βουλιαγμένη μακριά από τις πολυκατοικίες και τα νυχτομάγαζα και αν ρωτήσεις τους κατοίκους της, αυτό είναι που του αναγνωρίζουν περισσότερο. Η εικόνα της σημερινής Βουλιαγμένης είναι σε μεγάλο βαθμό δικό του επίτευγμα. Τα έβαλε με πολύ κόσμο για να το καταφέρει αυτό και μάλιστα όχι με ευκαταφρόνητους αντιπάλους. Μπορεί να είχε ισχυρές πλάτες αλλά αν δεν είχε κι αυτόν τον δυναμισμό του σερίφη της άγριας δύσης δεν θα τα κατάφερνε. Όσοι έχετε έρθει στη Βουλιαγμένη σίγουρα θα τον είχατε δει να τριγυρνάει με τον ασύρματο (πολλές φορές ξυπόλυτος) και να βάζει τις φωνές στους διπλοπαρκαρισμένους καλώντας τη δημοτική αστυνομία να επέμβει γιατί «του χαλάγανε την πόλη». Την ένιωθε δική του τη Βουλιαγμένη και ίσως αυτό είναι που δεν το συγχωρούν πολλοί. Απείχε πολύ από την εικόνα του σύγχρονου μάνατζερ που έχουν τα εγχειρίδια πολιτικού μάρκετινγκ, αλλά ήταν αποτελεσματικός. Όπως κάθε έντονη προσωπικότητα είχε πολλούς που ορκιζόντουσαν στο όνομά του αλλά και αρκετούς αντίπαλους.

Ο Γρηγόρης δεν ήταν εύκολος συνομιλητής. «Ζύγιζε» σε δευτερόλεπτα τον συνομιλητή του και είχε μια αντιπάθεια προς οτιδήποτε το τεχνοκρατικό που το θεωρούσε ύποπτο. Έβαζε εύκολα τις φωνές ακόμα και στους στενότερους συνεργάτες του και το επόμενο λεπτό μπορεί να τους αγκάλιαζε. Εκεί που δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του ήταν στο τσιγάρο. Εφάρμοζε αυστηρά τον αντικαπνιστικό νόμο πολύ πριν γίνει νόμος του κράτους. Ήταν σκληρός, απότομος πολλές φορές αλλά δίκαιος. Τώρα που λείπει καταλαβαίνω πόσο τον αγαπούσε το προσωπικό παρά τις φωνές που είχε ακούσει.

Ο λόγος που χρησιμοποίησα παρελθοντικό χρόνο στο κείμενο δεν είναι γιατί τελείωσε ο Γρηγόρης, αλλά γιατί τελείωσε η δημαρχιακή του εποχή. Βλέποντας γειτονικές περιοχές και ανεξάρτητα από τα προτερήματα και τα ελαττώματα που θα μπορούσε κάποιος να του καταλογίσει, το σίγουρο είναι ότι η Βουλιαγμένη του χρωστάει.

Από τον Αύγουστο, μετά το ατύχημα δεν τον έχω δει. Όλοι τον είχαν για «τελειωμένο» που θα πέρναγε την υπόλοιπη ζωή του κατάκοιτος ή σε καροτσάκι. Όμως και πάλι πήγε αντίθετα στο ρεύμα. Σηκώθηκε, περπατάει κι εύχομαι σε λίγο καιρό να τον ξαναδούμε δίπλα μας. Χωρίς τις σκοτούρες του Δημάρχου αυτή τη φορά, αλλά με την αστείρευτη διάθεσή του για ζωή.

Του Γιώργου Μαυρωτά

Πηγή: protagon.gr