Το χιονισμένο πρωινό της Τρίτης με βρήκε στην είσοδο της εφορίας Χολαργού. Προσπαθούσα να ρυθμίσω κάποιους φόρους που δεν πλήρωσα, οι οποίοι εντάσσονται στην έκτακτη φορολόγηση με τον περιπαιχτικό χαρακτηρισμό: «εισφορά αλληλεγγύης». Δηλαδή, δέχομαι μια δεύτερη άγρια φορολογία για να δείξω την αλληλεγγύη μου σε κάποιους. Σε ποιους, αγνοώ. Πάντως όχι σε αυτούς που πρέπει, αυτό είναι σίγουρο. Ας μας υποχρέωναν τουλάχιστον να τα δίναμε απευθείας στους οικονομικά πιο αδύναμους. Τώρα υποπτεύομαι πως πήγαν αλλού. Αυτό όμως είναι άλλο θέμα.

Το σημείωμα σήμερα έχει χαρακτήρα ρεπορτάζ το οποίο θα μπορούσε να φιλοξενηθεί υπό τον προφητικό τίτλο: «Γερμανοί εφοριακοί σε απόγνωση». Θα το έχετε ακούσει. Περισσότεροι από 160 εθελοντές εφοριακοί από την Γερμανία έρχονται στην Ελλάδα για να βοηθήσουν στη σωστή λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Αν ένας από τους 160 αυτούς Γερμανούς, παρακολουθούσε τη μικρή μου αυτή περιπέτεια της περασμένης Τρίτης, είμαι σίγουρος ότι θα επέστρεφε στην χώρα του με την πρώτη πτήση της Lufthansa.

Στον τρίτο όροφο του κτιρίου της εφορίας, παρ’ ότι πολύ νωρίς το πρωί, η ουρά έχει ήδη σχηματισθεί. Το σκηνικό παραπέμπει σε υπαρκτό σοσιαλισμό. Όρθιοι σε ένα σκοτεινό και παγωμένο διάδρομο διάφοροι και διάφορες περιμένουν αμίλητοι. Ο ένας είδε τον άλλο να περιμένει και σκέφτηκε πως σε αυτήν την ουρά ανήκει. Περιμένουμε μπροστά από μια κλειστή πόρτα! Νόμιζα πως θα μείνει για πάντα κλειστή, αλλά έκανα λάθος. Ακόμα και οι κλειστές πόρτες της εφορίας κάποια στιγμή ανοίγουν. Λίγο νυσταγμένος ένας υπάλληλος, ρωτάει με σχεδόν αυστηρό ύφος για το τι ποσά οφείλουν. Από τα στόματα ακούγονται αριθμοί που αντιστοιχούν σε οφειλόμενα ευρώ. Ο καθένας με την σειρά του και με ένα σχεδόν ένοχο ύφος, αναφέρει το ποσό. Όταν αυτό είναι κοντά στα 500 ευρώ, ο υπάλληλος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία. Στα μεγαλύτερα ποσά ρίχνει και μια δεύτερη ματιά στον άνθρωπο που το αναφέρει. Και μαζί, τον κοιτάνε και οι υπόλοιποι της ουράς. Σε εμένα δεν έφτασε πότε, ήμουν πολύ πίσω. Αν έφτανε, μάλλον θα με κοίταζε επίμονα. Οι ερωτήσεις τελειώνουν σύντομα για ν’ αποδειχθεί αμέσως όμως πως δεν είχαν κανένα νόημα! Κυριολεκτώ. Η εφορία καταργείται; Η εφορία υποβαθμίζεται; Η εφορία δεν έχει εφοριακούς; Δεν κατάλαβα, πάντως αφού περιμέναμε κάποια ώρα μας είπε πως πρέπει να πάμε στην εφορία Αγίας Παρασκευής!

Ωστόσο ο υπάλληλος μας άφησε μια μικρή ελπίδα για ν’ αποφύγουμε την διαδρομή ως την Αγία Παρασκευή. Το είπε κάπως έτσι: «Εκτός… Εκτός, αν θέλετε να στείλετε την αίτηση με φαξ στην Αγία Παρασκευή,να περιμένουμε την απάντηση πάλι με φαξ και θα δούμε…» Καλή ιδέα, αλλά τι γράφουμε στην αίτηση, που το γράφουμε και ποια θα είναι η τύχη του φαξ αφού αποσταλεί; Εκεί απάντηση δεν υπήρξε. Απλά κούνησε τον ώμο και κοίταξε με θλίψη το φλιτζάνι του καφέ που είχε παγώσει. Αποφάσισα να δω την όλη ιστορία, σαν μια περιπέτεια. Από εφορία σε εφορία, από ουρά σε ουρά, από υπάλληλο σε υπάλληλο. Wild adventure. Με χιονισμένα μαλλιά, μπήκα στην εφορία της Αγίας Παρασκευής.

Μεγάλο κτίριο, μεγάλες ουρές. Έτσι πάνε αυτά. Στην δική μου ουρά στον δεύτερο όροφο, υπολόγιζα χρόνο αναμονής δυο ώρες. Δεν είναι άσχημα, κάνεις γνωριμίες, μαθαίνεις πράγματα. Σου λέει ο κύριος μπροστά τι χαπάκια παίρνει για την υπέρταση, η κυρία πίσω πως δεν θα προλάβει να μαγειρέψει, ενώ ένας νεαρός πιο πίσω καθησυχάζει την καλή του πως το μεσημέρι θα έχει τελειώσει. Αισιόδοξος. Θαύματα γίνονται ακόμα και στις εφορίες. Μεσόκοπη κυρία έρχεται σε εμάς τους τελευταίους της σειράς και μας διατάζει να την ακολουθήσουμε στον κάτω όροφο. Κάποιος τόλμησε να ρωτήσει “γιατί” και εισέπραξε αυστηρό βλέμμα. Οι υπόλοιποι πειθαρχήσαμε. Μας πήγαν σ’ ένα πιο μικρό γραφείο για να μας εξυπηρετήσουν γρηγορότερα. Είχαν καλή πρόθεση δηλαδή. Αλλά, τι φταίνε που το ηλεκτρονικό σύστημα μπλοκάρει; Χτυπήματα αναποτελεσματικά στο πληκτρολόγιο, κωδικοί που δεν βρίσκονται και τηλεφωνήματα σε ειδικούς που δεν απαντάνε.

Ο χρόνος αναμονής δεν διαφέρει από εκείνον του πάνω ορόφου. Κάποια μαγική στιγμή έφτασε η σειρά μου. Ήμουν προετοιμασμένος. Συμπληρωμένη αίτηση, με υπογραφές, στοιχεία, τα πάντα. Νόμιζα πως θα τα καταφέρω. Έχω άγνοια κινδύνου μάλλον. Η υπάλληλος με πληροφορεί πως “ο Χολαργός δεν είναι εδώ, είναι επάνω”. Στην μεγάλη ουρά του επάνω ορόφου που είχα στηθεί από την αρχή δηλαδή. Την κοιτάω σαν ηλίθιος. Είναι από τις φορές εκείνες, που νιώθεις πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Δεν μου ταίριαζε ενα άδοξο τέλος στην μάχη αυτή. Ανέβηκα πάλι επάνω. Όταν έφτασε η σειρά μου, ένοιωθα πως είχα παλέψει με εκατό θηρία. Επιμονή όμως. Δίνω τα χαρτιά και μου ζητάνε πρωτόκολλο. Πάω στο πρωτόκολλο βάζει μια κυρία μια σφραγίδα και γυρνάω. “Είστε από τον Χολαργό ε; Χμ,πρέπει να στείλετε τα χαρτιά με φαξ στο Χολαργό”! Μα, στον Χολαργό ήμουν και με έστειλαν εδώ. Μου χαμογέλασε. Το πιο παγωμένο χαμόγελο. “Θέλετε να τα στείλετε με φαξ;”. Θέλω. Ο υπάλληλος στο φαξ, είναι εξυπηρετικός. Απλά, δεν θυμάται τον αριθμό φαξ του Χολαργού. Μετά από ώρα του τον σφυρίζει από δίπλα μια συνάδελφός του. Τα στέλνει, τα παίρνω, κατεβαίνω πάλι όροφο, πάω στο πρώτο γραφείο, αφήνω τα χαρτιά και νοιώθω πως είμαι κοντά στο τέλος. Όχι, βέβαια, δεν υπάρχει τέλος, σ’ αυτά. Πρέπει να ξαναπάω στον Χολαργό την επομένη ήμερα για να πληρώσω τον φόρο. Μέχρι να έρθει ο επόμενος. Φόρος αλληλεγγύης φυσικά. Σε μενα, ποιος θα δείξει αλληλεγγύη;

του Γιάννη Παντελάκη

Πηγή: protagon.gr