Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα που η αμερικάνικη αρχή για τον έλεγχο του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης ρίχνει «καμπάνα» σε μία εταιρεία –ορθοπεδικών –για τον τρόπο με τον οποίο «δραστηριοποιείτο στην ελληνική αγορά. Στην αγωγή της που αξίζει να διαβάσετε ολόκληρη κατά της Smith &Nephew η Security and Exchange Commission μιλάει για Έλληνα αντιπρόσωπο που έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου καθώς οι «μίζες» στους ορθοπεδικούς το 2002 έφταναν το 30-40%. Φυσικά η υπόθεση περνάει απαρατήρητη για την ελληνική δικαιοσύνη την ώρα που οι ορθοπεδικοί μιας άλλης υπόθεσης, εκείνης της Depuy,δεν έχουν περάσει ακόμα την πόρτα του δικαστηρίου.

Παρά τις διαβεβαιώσεις του πολιτικού προσωπικού – ιδιαίτερα του κ. Γ.Παπανδρέου – εισαγγελείς και προανακριτικοί υπάλληλοι αποδεικνύονται ιδιαίτερα αργοί στις υποθέσεις δωροδοκίας με εξαίρεση την εισαγγελία Αθηνών. Απόδειξη η προηγούμενη περίπτωση «ελληνικού ενδιαφέροντος» με την οποία ασχολήθηκε η Security nad Exchnange Commission και αφορούσε την ανάμειξη Έλληνα υπηκόου σε δωροδοκία αξιωματούχων της ΠΓΔΜ προκειμένου να κρατήσουν κλειστή για λογαριασμό της Magyar Telecom θυγατρικής της Deutsche Telecom την αγορά τηλεπικοινωνιών της γειτονικής χώρας.

Συγκεκριμένα η ουγγρική θυγατρική της Ντώυτσε Τελεκομ (Deutsche Teelekom) Magyar Telekom (MATAV) τιμωρήθηκε με πρόστιμο 95 εκατομμυρίων δολαρίων από την επιτροπή επιτήρησης της κεφαλαιαγοράς επειδή παραβίασε τον νόμο «για τις διεφθαρμένες πρακτικές» των ΗΠΑ σε δύο χώρες της Βαλκανικής, την ΠΓΔΜ και το Μαυροβούνιο κατά την περίοδο 2005-2006. Σύμφωνα με τα έγγραφα της απόφασης της αμερικάνικής αρχής οι Ούγγροι εκπρόσωποι της θυγατρικής της γερμανικής εταιρείας, που ελέγχει τον ΟΤΕ, πλήρωσαν σε στελέχη της κυβέρνησης των Σκοπίων αλλά και σε «ένα κόμμα μειονότητας» (σς προφανώς της Αλβανικής) το ποσό των 4,9 εκ ευρώ (ή 6,3 εκ δολαρίων) μέσω Έλληνα μεσάζοντα και των εταιρειών του προκειμένου να μείνει «κλειστή» η αγορά τηλεπικοινωνιών της γειτονικής χώρας για την θυγατρική της «Ντωυτσε Τελεκομ».

Η αμερικανική αρχή κατηγορεί τρία στελέχη της «Μάγκυαρ Τελεκομ» πώς όταν το 2004 αύξησαν το μερίδιό τους στις «Μακεδονικές Τηλεπικοινωνίες» (Μaktel )στο 51% έναντι 35% που κατείχε ακόμα η κυβέρνηση της γειτονικής χώρας αναζητούσαν τρόπο για να μην δοθεί η Τρίτη άδεια κινητής τηλεφωνίας όπως επέβαλλε ο νόμος για την απελευθέρωση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που «δεν θα ήταν επωφελής για την Μάγκυαρ Τέλεκομ».

Ο νόμος επέβαλε ακόμα τέλη συχνοτήτων και «άλλα ρυθμιστικά εμπόδια» στην εταιρεία που ήλεγχε η ουγγρική θυγατρική της «Ντώυτσε Τέλεκομ».

Τον Μάρτιο του 2005 τα τρία στελέχη της ουγγρικής εταιρείας άρχισαν να εκτελούν σχέδιο «για να δωροδοκήσουν κυβερνητικούς εταίρους. «Απευθύνθηκαν σε έναν Έλληνα μεσάζοντα για να διευκολύνει διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ που τον Απρίλιο-Μάιο του 2005, κατέληξαν στην υπογραφή μιας μυστικής συμφωνίας. Σκοπός της συμφωνίας ήταν η καθυστέρηση της τρίτης άδειας κινητής τηλεφωνίας καθώς επίσης και η μεσολάβηση των επισήμων για να μην πληρώσει η θυγατρική εταιρεία των Ούγγρων στα Σκόπια το τέλος συχνοτήτων. Ένας από τους Ούγγρους αξιωματούχους της Μαγκυαρ Τέλεκομ υπέγραψε στις 27 Μαΐου του 2005 πρωτόκολλο συνεργασίας με «κορυφαίο μακεδόνα πολιτικό από το κόμμα της πλειοψηφίας» (σς η φρασεολογία της αμερικανικής αρχής ), πρωτόκολλο που εγκρίθηκε από κορυφαίους αξιωματούχους της «Ντωυτσε Τελεκομ»». Το αντίγραφο της συμφωνίας για να μην διαρρεύσει δόθηκε εις χείρας του Έλληνα μεσάζοντα».

Το πρωτόκολλο αυτό σύμφωνα με τους αμερικάνους αξιωματούχους της επιτροπής επιτήρησης της κεφαλαιαγοράς «ήταν παράνομο σύμφωνα με τον νόμο» των Σκοπίων και ουδέποτε έλαβε δημοσιότητα στη γειτονική χώρα.

Ανάμεσα στο 2005 και το 2006 η Μαγκυαρ Τέλεκομ απήλαυσε όλων των προνομίων της συμφωνίας που περιλαμβανόταν μέσα στο πρωτόκολλο και κατέβαλλε για αυτό το ποσό των 4,875 εκ ευρώ στον Έλληνα μεσάζοντα. Στις 31 Μαΐου του 2005 όμως οι τρείς Ούγγροι αντήλλαξαν επιστολές μεταξύ τους διαπιστώνοντας ότι «το μειονοτικό πολιτικό κόμμα θα τορπίλιζε το σκάφος της συμφωνίας αν δεν πληρώσουμε σε δύο μήνες». Στο σημείο αυτό οι «Μακεδονικές τηλεπικοινωνίες» πρότειναν σε γειτονική χώρα (σς δηλαδή στο Κόσσοβο) να κατασκευάσουν θυγατρική εταιρεία που θα λειτουργούσε επ’ ωφελεία του μειονοτικού κόμματος στην ΠΓΔΜ. Η εκδοχή αυτή δεν στάθηκε δυνατό «να υλοποιηθεί» σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές.

Έτσι ενεργοποιήθηκαν οι εταιρείες του «Έλληνα μεσάζοντα» για «παροχή συμβουλών» και «μάρκετινγκ». Τα εικονικά συμβόλαια είχαν σχεδιασθεί για να παρακαμφθούν οι εσωτερικοί έλεγχοι της Μάγκυαρ Τελεκομ. Τα «συμβόλαια» συμφωνα με τις αμερικανικές αρχές δεν εξυπηρετούσαν θεμιτές εμπορικές πρακτικές και είχαν σχεδιασθεί για να διοχετευθούν μίζες. Οι τρείς Ούγγροι μιλούσαν ή έγραφαν για τις πληρωμές αυτές χρησιμοποιώντας τον όρο «λοτζίστικς». Επειδή οι Κυπριακές εταιρείες του Έλληνα μεσάζοντα ήταν αδύνατο να αντέξουν σε οποιονδήποτε σοβαρό έλεγχο οποιασδήποτε αρχής αποφασίσθηκε να χρησιμοποιηθούν εταιρείες γέφυρες του ίδιου μεσάζοντα «με την γνώση και την σταθερή πεποίθηση ότι κάποιες από τις παράνομες πληρωμές ή όλο το ποσό θα κατευθύνονταν σε κρατικούς αξιωματούχους της ΠΓΔΜ». Στο διάστημα των πληρωμών στην κυβέρνηση της γειτονικής χώρας βρισκόταν το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο πάντως φαίνεται να μην είχε σχέση με τις συγκεκριμένες εταιρείες του Έλληνα μεσάζοντα και το αλβανικό κόμμα του κ Αλι Αχμέτι που είχε στενότερες σχέσεις.

Η Ντωυτσε Τελεκομ πάντως αρνήθηκε τις κατηγορίες ότι παραβίαση την αρχή της απαγόρευσης καταβολής «μιζών» όπως είπε η εκπρόσωπος της εταιρείας Ελπίδα Τερζή. Στις 15 Απριλίου του 2010 το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης ζήτησε να ανοίξουν οι λογαριασμοί των Δημ.Κ., Μιχαήλ Κ, Σταύρου Νικολαόυ Στ. και των εταιρειών Ch Holdings, Cos, Net, Loy Powers, P Sea σε μία γαλλική και μία πορτογαλική τράπεζα της Αθήνας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών ασχολήθηκε με το αμερικάνικο αίτημα μετά από έναν ολόκληρο χρόνο στις 12 Απριλίου του 2011 οπότε και ενέκρινε το άνοιγμα των λογαριασμών των συγκεκριμένων φυσικών και νομικών προσώπων. Σύμφωνα με την εσωτερική αλληλογραφία του ανακριτή του 13ου τμήματος του πρωτοδικείου Αθηνών το αίτημα των αμερικανικών αρχών διαβιβάστηκε στο συμβούλιο δέκα μήνες μετά την αποστολή του από τους Αμερικανούς και για το άνοιγμα των λογαριασμών πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος χωρίς να βρεθεί κάτι όταν άνοιξαν. Πάντως στις αποφάσεις της αμερικανικής επιτροπής κεφαλαιαγοράς και του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης αναγνωρίζεται η «ενδελεχής εσωτερική έρευνα τόσο της γερμανικής, όσο και της ουγγρικής εταιρείας «για την διαλεύκανση της υπόθεσης. Οι γερμανικές ερευνούν ακόμα την ίδια υπόθεση.

Tου Τάσου Τέλλογλου

Πηγή: protagon.gr