Δανείζομαι στοιχεία από το ρεπορτάζ του Σ. Τζίμα στην Καθημερινή. Ο συνεταιρισμός αμπελουργών/οινοποιών της Νάουσας Vaeni μόλις έκλεισε μιαν επικερδέστατη συμφωνία δεκαετούς συνεργασίας με έναν ισχυρό Κινεζικό όμιλο εισαγωγών κρασιού, με την προοπτική της διάθεσης στην αγορά της μακρινής Κίνας δυόμιση εκατομμυρίων μπουκαλιών, κατά μέσον όρο, τον χρόνο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ειδικότερη συμφωνία για την ετήσια προώθηση στην εν λόγω χρυσοφόρο αγορά 55.000 μπουκαλιών επίλεκτου βιολογικού κρασιού με βάση το Ξινόμαυρο- είναι βέβαια η χαρισματική ποικιλία της Νάουσας- που θα τιμώνται- βαστήξτε λίγο την αναπνοή σας- 600 ευρώ το ένα. Ας κάνουμε έναν μικρό μπακάλικο λογαριασμό. Υπολογίζοντας ως μέση, αυστηρά ελεγχόμενη, στρεμματική απόδοση, για ένα τέτοιο νέκταρ, περί τα 500- 600 λίτρα κρασοστάφυλου, μας χρειάζονται γύρω στα 110 στρέμματα γης για να φτάσουμε στην παραγωγή των 55.000 επίζηλων μπουκαλιών. Μιλάμε όμως για 600 ευρώ το μπουκάλι. Εφόσον το κάθε στρέμμα μας θα μας χαρίζει διαλεχτό χυμό για 500 περίπου μπουκάλια, ο ετήσιος τζίρος της καλλιέργειας θα είναι γύρω στα 300.000 ευρώ. Πόσα μας κάνουν τον μήνα; Ούτε λίγο ούτε πολύ 25.000 ευρώ, παρακαλώ, από την αξιοποίηση ενός και μόνο στρέμματος. Δεν νομίζω πως μένει καμιά αμφιβολία για το ότι έχουμε εδώ ένα πολύ προνομιούχο κομμάτι γης.

Ας περάσουμε όμως τώρα και στα χωράφια του διεθνούς real estate. Ποιό θα λέγατε ότι είναι το κτηματομεσιτικό φιλέτο στην Γαλλία; Τα Ηλύσια πεδία, το 16ο διαμέρισμα ή μήπως το Saint- Germain του Παρισιού; (Κατ’ αντιστοιχία προς την άνω 5η λεωφόρο του Μανχάταν ή την Belgravia του Λονδίνου.) Τίποτε απ’ όλα αυτά, σας πληροφορώ. Κανένα απ’ όλα αυτά τα όντως ζηλευτά κομμάτια γής δε φτάνει τη χάρη και την αξία βέβαια ενός μικρού φραγμένου αμπελοχώραφου στην καρδιά της νωχελικής Βουργουνδίας. Όπου βέβαια καλλιεργείται και «ανατρέφεται» με κάθε φροντίδα το πιο ευωδιαστό και εκκεντρικό- εύσωμο αλλά και με απίστευτη ευλυγισία- πορφυρό κρασοστάφυλο του κόσμου, το pinot noir. Υπάρχει βέβαια και το στιβαρό αλλά κι εξίσου φινετσάτο chardonnay για τα λευκά κρασιά, αλλά θα επιμείνω εδώ στην ποικιλία που ο χυμός- και η φλούδα της βέβαια- μας χαρίζουν το κόκκινο καμάρι της περιοχής. Για έναν απλό, απλούστατο λόγο. Από καλλιεργητές, οινολόγους και απλούς οινοφίλους έχουν ήδη εντοπισθεί εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στο pinot noir και στο ξινόμαυρο. Παρεμφερή αρώματα φρούτων του δάσους σε ένα ευδιάκριτο φόντο ροδόσταμου, σώμα με ευπρόσδεκτο πάχος που δε χάνει πάντως ούτε στιγμή την ευκινησία του, επίμονη ηδονική επίγευση.

Καιρός ήταν τ’ αμπέλια της Νάουσας ν’ αρχίσουν να διεκδικούν- τι λέω, ν’ απαιτούν- τους τίτλους ευγενείας των ομολόγων τους της Βουργουνδίας. Πρέπει να πω ότι ενόσω κατέρρεε τα τελευταία χρόνια η οικονομία της βορειοελλαδίτικης αυτής περιοχής- στηριγμένη από ένα σημείο και μετά στην προβληματική, όπως αποδείχθηκε, κλωστοϋφαντουργία- σημαντικές πρωτοβουλίες είχαν αναληφθεί από εκείνους που εξακολουθούσαν να πιστεύουν στο γνήσιο γηγενές (ξινό)μαυρο χρυσάφι. Είχε συσταθεί μια δραστήρια Διεπαγγελματική Ένωση (μέλη του Συνεταιρισμού- τι σπουδαία μαντάτα, αλήθεια, κι αυτά, που εις πείσμα της ανά την επικράτεια απαξίωσης του θεσμού, το τοπικό συνεταιριστικό σωματείο είναι που νταραβερίζεται με τους Κινέζους- μαζί με μικρομεσαίους και πιο μεγάλους γαιοκτήμονες/ιδιώτες καλλιεργητές, έμπορους, οινοτεχνικούς κ.α.) που φρόντιζε άγρυπνα τα συμφέροντα του κλάδου. Θεσπίστηκαν και συνεχίστηκαν με επιμέλεια δοκιμές παραδοσιακών αλλά και πειραματικών οινοποιήσεων. Πρωτοστάτησαν, τέλος,οι Ναουσαίοι στην καθιέρωση και ανάδειξη επίλεκτων αμπελοχώραφων- τα αμπελοτόπια, όπως προσφυώς ονομάστηκαν- ειδικών, δηλαδή, αμπελοοινικών «χωρών» (αν ακολουθήσουμε την ορολογία του Θεόφραστου) μέσα στην ευρύτερη ζώνη καλλιέργειας «Νάουσα», προστατευόμενη ήδη με το σήμα «ονομασία προέλευσης». Ας επιχειρήσουμε ξανά τον παραλληλισμό με την Βουργουνδία. Το αμπελοτόπι είναι μια παραλλαγή, κατά κάποιον τρόπο, του εμβλήματος Grand/ Premier Cru που τόσο περήφανα φέρουν οι πιο διάσημοι αμπελώνες της Cote d’ Or και της Cote de Beaune, κατά μήκος του ευλογημένου ποταμού Saone. Και θα σας πω τώρα και τη δική μου αμαρτία, με μεγάλη πάντως δόση περηφάνιας. Αντί για ένα οποιοδήποτε μεγάλο ή πρώτο Βουργουνδέζικο cru, δώστε μου εμένα οποτεδήποτε μια καλή χρονιά της Ράμνιστας του κυρ-Γιάννη.

Ας ξαναγυρίσουμε ωστόσο στα επιτεύγματα του Ναουσαίικου συνεταιρισμού (και είμαι βέβαιος πως οι άνθρωποί του διόλου δεν θα παρεξηγηθούν για την ειδική μνεία της Ράμνιστας, ενός προϊόντος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.) Πιστεύω πως είναι πολύ σημαδιακή η συμφωνία που συνήψαν με τον Κινεζικό όμιλο. Δεν μπορεί να μην πάει ο νους μου στην ανάκαμψη της οικονομίας της Αργεντινής, χάρη στις μαζικές εξαγωγές βοδινών κρεάτων και σόγιας προς τη ραγδαία αναπτυσσόμενη καταναλωτική αγορά της Κίνας στα μέσα της περασμένης δεκαετίας. Φτάνει πια ο θρήνος και ο κοπετός “είμαστε μια χώρα που δεν παράγει τίποτα”. Ας ανασκουμπωθούμε καλύτερα. Αν είμαστε σε θέση να φτιάξουμε ένα διαλεχτό κρασί και να το πουλήσουμε 600 ευρώ το μπουκάλι – όχι μόνον αγόγγυστα παρά ανυπόμονα φαίνεται πως περιμένουν να το ανοίξουν και να το πιουν οι Κινέζοι – μοναδική σανίδα σωτηρίας μας δεν μπορεί να είναι τα εκβιαστικά δάνεια των αμείλικτων εταίρων μας. Και σειρά μετά το κρασί, κατά τη δήλωση άλλωστε των υπευθύνων του Vaeni, έχει το λάδι και τόσα άλλα πράγματα όλο αρχοντιά και χάρη.

Tου Δημήτρη Ποταμιάνου

Πηγή: protagon.gr