Στα 780 ευρώ ορίζεται ο εισαγωγικός μισθός των υπαλλήλων στο Δημόσιο τομέα του βαθμού ΣΤ της κατηγορίας Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης, σύμφωνα με την εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών για το νέο μισθολόγιο.

Ταυτόχρονα, στο βασικό μισθό ενσωματώνεται μέρος των επιδομάτων, υιοθετείται μικτό σύστημα αποδοχών, ενώ καταργούνται κάθε είδους επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις.

Από την άλλη αυξάνεται σημαντικά το επίδομα θέσης ευθύνης με σκοπό τη δημιουργία ενός επιπλέον κινήτρου για την κατάληψη των θέσεων ευθύνης από τα ικανότερα στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης.

Επιπλέον καταργείται η οικογενειακή παροχή (συζύγου) για τους έγγαμους υπαλλήλους, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η παροχή για τα τέκνα τα οποία βρίσκονται υπό την προστασία του υπαλλήλου.

Η εγκύκλιος του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει τη δυνατότητα υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων, με αμοιβή, η οποία καθορίζεται κάθε φορά με υπουργική απόφαση, θέτοντας ως ανώτατο όριο ωρών τις είκοσι (20) μηνιαίως. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ώρες υπερωρίας μπορεί να φτάσουν τις 60 ή 50 ώρες, κατά μήνα, ανάλογα την περίπτωση.

Με βάση το ποσό των 780 ευρώ οι βασικοί μισθοί των υπόλοιπων κατηγοριών διαμορφώνονται αφού πολλαπλασιαστούν με επιμέρους συντελεστές, οι οποίοι φτάνουν έως το 1,4 για υπαλλήλους πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.

Πιο συγκεκριμένα:

α. Του βαθμού Ε με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού ΣΤ σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

β. Του βαθμού Δ με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Ε σε ποσοστό δέκα πέντε τοις εκατό (15%).

γ. Του βαθμού Γ με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Δ σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

δ. Του βαθμού Β με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Γ σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

ε. Του βαθμού Α με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Β σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

Οι βασικοί μισθοί των Μ.Κ. όλων των βαθμών καθορίζονται ως εξής:

α) Του πρώτου μισθολογικού κλιμακίου (Μ.Κ). κάθε βαθμού και κατηγορίας με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού αυτού κατά δύο τοις εκατό (2%).

β) Του κάθε επόμενου Μ.Κ. με προσαύξηση του βασικού μισθού του προηγούμενου μισθολογικού κλιμακίου σε ποσοστό ίδιο με αυτό που ορίζεται στην προηγούμενη περίπτωση.

Επιδόματα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών

1. Με τις διατάξεις αυτές προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα ευρώ (150 ευρώ) μηνιαίως. Οι δικαιούχοι του εν λόγω επιδόματος, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησής του καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου.

2. Προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτές, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, οριζόμενο σε εκατό (100) ευρώ μηνιαίως.

3. Ορίζεται ότι, μέχρι την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, το επίδομα Απομακρυσμένων – Παραμεθορίων περιοχών χορηγείται στους υπαλλήλους που υπηρετούν στις απομακρυσμένες – παραμεθόριες περιοχές καθώς και στις προβληματικές περιοχές κατηγορίας Α’, όπως αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Το επίδομα αυτό καταβάλλεται με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι του προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στην Υπηρεσία της περιοχής που δικαιολογεί την καταβολή του. Επίσης καταβάλλεται και για όσο διάστημα οι υπάλληλοι τελούν σε θεσμοθετημένες άδειες (κανονικές, συνδικαλιστικές, ειδικές, εκπαιδευτικές μικρής διάρκειας έως δύο (2) μηνών, διευκόλυνσης υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις, μητρότητας και ανατροφής παιδιού), σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια μέχρι έξι (6) μέρες το χρόνο, καθώς και αυτής που χορηγείται από δημόσια νοσοκομεία, κέντρα υγείας του δημοσίου, πανεπιστημιακές κλινικές, νοσηλευτικούς σχηματισμούς του Ι.Κ.Α. και ιδιωτικές κλινικές, εφόσον έχει προηγηθεί νοσηλεία στις τελευταίες, η οποία αποδεικνύεται με σχετικά παραστατικά στοιχεία (εισαγωγή, εξιτήριο κ.λπ.).

Για τη συνδρομή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων, εκδίδεται κάθε μήνα βεβαίωση από τον εκάστοτε προϊστάμενο του προσωπικού αυτού, η οποία συνοδεύει τη μισθοδοτική κατάσταση.

Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι απομακρυνθούν για οποιοδήποτε λόγο (μετακίνηση, απόσπαση, μετάθεση, μετάταξη, διάθεση, αργία, άδεια άνευ αποδοχών κ.λπ.) από την Υπηρεσία της περιοχής, που δικαιολογεί τη χορήγησή του, διακόπτεται για ίσο χρόνο και η καταβολή του εν λόγω επιδόματος με ευθύνη του οικείου προϊσταμένου, ο οποίος, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι αρμόδιος να βεβαιώνει την συνδρομή των προϋποθέσεων καταβολής ή μη καταβολής του.

Επιδόματα εορτών και αδείας

1. Το επίδομα Χριστουγέννων καταβάλλεται στις 16 Δεκεμβρίου εκάστου έτους και ορίζεται στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500 ευρώ). Το επίδομα αυτό, καταβάλλεται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Απριλίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους, δηλαδή για 240 ημέρες.

2. Το επίδομα Πάσχα καταβάλλεται 10 ημέρες πριν από το Πάσχα και ορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 ευρώ). Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Απριλίου του επόμενου έτους, δηλαδή για 120 ημέρες.

Σε περίπτωση που το επίδομα Πάσχα καταβληθεί πριν από την 15η Απριλίου, η εκκαθάριση θα αναφέρεται μέχρι και την ημερομηνία αυτή (15 Απριλίου) και συνεπώς αν ο υπάλληλος, μετά την καταβολή του επιδόματος δεν μισθοδοτηθεί για οποιοδήποτε λόγο μέχρι την 15η Απριλίου, θα γίνει ανάλογη περικοπή, είτε από το μισθό του, είτε από οποιαδήποτε άλλη απαίτησή του (περίπτωση αποχώρησής του από την Υπηρεσία κ.λπ.).

3. Το επίδομα Αδείας καταβάλλεται την 1η Ιουλίου εκάστου έτους και ορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 ευρώ). Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στο ακέραιο εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1η Ιουλίου μέχρι 30 Ιουνίου του επόμενου έτους, δηλαδή για 360 ημέρες.

Στις περιπτώσεις που ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο από τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, τότε λαμβάνει τμήμα του ανωτέρω επιδόματος, ανάλογο του χρόνου μισθοδοσίας του.

Σε περιπτώσεις μετατάξεων, για την καταβολή των επιδομάτων Εορτών και Αδείας, ισχύουν τα εξής:

α. Στις περιπτώσεις μετάταξης από μία Δημόσια Υπηρεσία σε άλλη, η καταβολή γίνεται αποκλειστικά από την Υπηρεσία στην οποία μετατάχθηκε ο υπάλληλος.

β. Στις περιπτώσεις μετάταξης από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. σε Δημόσιο και αντίστροφα καθώς και μετάταξης από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. σε άλλο Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α., η καταβολή γίνεται από την κάθε Υπηρεσία ανάλογα με το χρόνο που μισθοδοτήθηκε ο υπάλληλος. Στους υπαλλήλους που κατά τις ημερομηνίες πληρωμής των ανωτέρω επιδομάτων καταβάλλονται μειωμένες αποδοχές λόγω διαθεσιμότητας, αργίας, άδειας άνευ αποδοχών κ.λπ. του ν. 3528/2007, ο υπολογισμός των επιδομάτων γίνεται με βάση τις μειωμένες αυτές αποδοχές.

Οι νόμιμοι κληρονόμοι υπαλλήλων που απεβίωσαν λαμβάνουν τα αντίστοιχα επιδόματα Εορτών και Αδείας που τους αναλογούν μέχρι τη χρονολογία του θανάτου.

Υπάλληλος, στον οποίο παρέχεται δυνατότητα επιλογής, (π.χ. έξοδος από την Υπηρεσία), δικαιούται να λάβει τα επιδόματα εορτών και αδείας είτε από την Υπηρεσία του είτε από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως εξής:

1) Στην περίπτωση επιλογής καταβολής από την Υπηρεσία, καταβάλλεται τμήμα τους ανάλογο προς τον αριθμό των ημερών που μισθοδοτήθηκε ο υπάλληλος.

2) Στην περίπτωση επιλογής καταβολής τους από τη σύνταξη, εφόσον ο υπάλληλος έχει υπερβεί το 60° έτος της ηλικίας του, καταβάλλονται στο ακέραιο, ανεξάρτητα από τις ημέρες που συνταξιοδοτήθηκε ο υπάλληλος.

Τέλος, τα επιδόματα αυτά καταβάλλονται στο ακέραιο, εφόσον οι πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων αυτών (εορτών και αδείας), δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ μεικτά.

Οικογενειακή παροχή

Για την ενίσχυση της οικογένειας των υπαλλήλων, χορηγείται μηνιαία οικογενειακή παροχή, ανάλογα με την οικογενειακή κατάστασή τους ως εξής:

Για υπάλληλο με τέκνα ανήλικα ή ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, η ανωτέρω παροχή καθορίζεται ως εξής:

– πενήντα ευρώ (50 ευρώ) για ένα τέκνο,

– εβδομήντα ευρώ (70 ευρώ) συνολικά για δύο τέκνα,

– εκατόν είκοσι ευρώ (120 ευρώ) συνολικά για τρία τέκνα

– εκατόν εβδομήντα ευρώ (170 ευρώ) συνολικά για τέσσερα τέκνα και επιπλέον εβδομήντα ευρώ (70 ευρώ) για καθένα από το πέμπτο τέκνο και άνω.

Η κατά τα ανωτέρω παροχή δικαιολογείται μόνο για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους.

Η ανωτέρω παροχή δεν καταβάλλεται στους έγγαμους υπαλλήλους οι οποίοι όμως δεν έχουν αποκτήσει τέκνα, ή τα τέκνα αυτά έχουν ενηλικιωθεί ή περατώσει τις σπουδές τους ή σε κάθε περίπτωση έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους, με εξαίρεση τους έγγαμους υπαλλήλους που έχουν τέκνα ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον.

Πηγή: skai.gr/kathimerini.gr