Πολύ κουβέντα γίνεται το τελευταίο καιρό για τους καυστήρες βιομάζας, μετά από την άρση της απαγόρευσης για τους καυστήρες αυτούς που ανακοινώθηκε το Σεπτέμβριο.

Κι αυτό καθώς οι σύγχρονες τεχνολογίες αξιοποίησης της βιομάζας έχουν εξελιχθεί τόσο, που πλέον αποτελούν μια αξιόπιστη και ανταγωνιστική επιλογή, όχι μόνο σε επίπεδο κατοικίας,

αλλά και σε ένα ευρύ φάσμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Η εμπειρία των ευρωπαϊκών χωρών έδειξε ότι η χρήση βιομάζας είναι φθηνότερη για τον καταναλωτή τόσο σε σχέση με το πετρέλαιο όσο και σε σχέση με το φυσικό αέριο.

Έρευνα που έγινε στην Αυστρία, όπου οι καυστήρες βιομάζας χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια, έδειξε ότι η χρήση τους είναι έως 20% φθηνότεροι απʼ ότι αυτή των λεβητών πετρελαίου. Από αντίστοιχη έρευνα στη Δανία, προέκυψε ότι το κόστος είναι χαμηλότερο ως και 50%.

Οι νέοι αυτοί καυστήρες καίνε pellets, επεξεργασμένα δηλαδή υπολείμματα ξύλου (π.χ. ροκανίδια) που σύμφωνα με παράγοντες του χώρου κοστίζουν από 160 ευρώ ο τόνος (για μικρές ποσότητες) μέχρι 240 ευρώ / τόνος (για μεγαλύτερες ποσότητες). Όσο για τη μέση τιμή αλλαγής ενός συμβατικού λέβητα πετρελαίου με έναν που να «καίει» pellets, υπολογίζεται σε 5.500 ευρώ. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι μια μεγάλη πολυκατοικία με κατανάλωση 5.000 λίτρων πετρελαίου ετησίως, μπορεί να έχει από την αλλαγή του καυστήρα ένα ετήσιο όφελος 2.500 ευρώ, κι επομένως να έχει κάνει απόσβεση της επένδυσης σε δύο περίπου χρόνια.

Ακριβώς λόγω της οικονομικής κρίσης, η Greenpeace έχει καταθέσει εδώ και καιρό στο υπουργείο Περιβάλλοντος πρόταση φορολογικών κινήτρων, που επιδοτεί την αγορά πράσινων συστημάτων θέρμανσης. Ωστόσο όπως έχει πει δημόσια ο αρμόδιος υπουργός, προς το παρόν δεν υπάρχει σκέψη στο υπουργείο για επιδότηση των καυστήρων βιομάζας

Ενδιαφέρον έχει να αναφερθούμε και στην πρόοδο που έχει κάνει η συγκεκριμένη τεχνολογία. Η καύση των pellets γίνεται σε σύγχρονους λέβητες υψηλής τεχνολογίας, με αυτόματη τροφοδοσία καυσίμου και ηλεκτρονικά ελεγχόμενη παροχή αέρα, οι οποίοι είναι σε θέση να αποδώσουν περισσότερο από το 90% της ενέργειας που περιέχεται στο ξύλο για θέρμανση. Τα πιο εξελιγμένα μάλιστα συστήματα διαθέτουν αυτόματο σύστημα καθαρισμού των επιφανειών και αυτόματη απομάκρυνση της στάχτης, ενώ ορισμένα μοντέλα συμπιέζουν τις στάχτες, ώστε το καθάρισμα να είναι αναγκαίο μόνο δύο φορές το χρόνο.

Οι σύγχρονοι αυτοί λέβητες ξύλου δεν παράγουν ορατό καπνό και οι εκπομπές τους σε διοξείδιο του άνθρακα είναι πολύ χαμηλές.

Το βασικό τους πλεονέκτημα σε σχέση με τα συμβατικά καύσιμα (πετρέλαιο, αέριο), εκτός του κατά 50% μικρότερου κόστους και του ανανεώσιμου χαρακτήρα τους, είναι πως είναι «ουδέτεροι» ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), δε συμβάλλουν δηλαδή στην αποσταθεροποίηση του κλίματος. Διότι οι όποιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την καύση της βιομάζας «ισοσκελίζονται» από ισοδύναμες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα που απορροφήθηκαν από τα φυτά στη διάρκεια της ζωής τους.

Περισσότερες πληροφορίες για τις εφαρμογές της βιομάζας μπορεί κανείς να βρει στην ιστοσελίδα του Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ),

Πηγή: energypress.gr/cres.gr