Θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης βλέπει για την επόμενη χρονιά, ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος, σε συνέντευξή του στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», επισημαίνει ότι θεμελιώδης προϋπόθεση για έξοδο από την κρίση είναι η δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων.

 

Όπως είπε, «αυτό θα επιτευχθεί, σε πολύ μεγάλο βαθμό, μέσα από την εξυγίανση, όχι μόνο της δημοσιονομικής κατάστασης αλλά και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, γιατί η ρευστότητα των τραπεζών είναι αυτή που θα τροφοδοτήσει τη ρευστότητα της πραγματικής οικονομίας».

Ο υπουργός, υπόσχεται πως με το φορολογικό σύστημα που θα κατατεθεί στο τέλος Σεπτεμβρίου θα αρθούν οι αδικίες, ενώ μιλά ξεκάθαρα για επανεξέταση των συντελεστών του ΦΠΑ και στο χώρο της εστίασης. Ωστόσο, διευκρινίζει ότι ο νόμος θα ισχύσει.

Αναφερόμενος στις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, τις χαρακτηρίζει πολύ σημαντικές, κάτι που, όπως λέει, φαίνεται και από τις αντιδράσεις των αγορών που για πρώτη φορά εκφράζονται θετικά για την ελληνική οικονομία.

Ο κ. Βενιζέλος υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα δεν έφτασε στη χρεοκοπία και εξηγεί ότι «το ζήτημα είναι να πειστεί η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας για την ανάγκη να εφαρμοστεί υπό συνθήκες εθνικής ενότητας και κοινωνικής συνοχής ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που έχει αρχή, μέση και τέλος».

Ο υπουργός διευκρινίζει ότι δεν έχει τεθεί θέμα εμπράγματων εγγυήσεων.

Για το ενδεχόμενο να ληφθούν νέα σκληρά μέτρα, απαντά ότι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής για τους εφαρμοστικούς νόμους, είναι μέτρα που έχουν ληφθεί ενόψει του νέου προγράμματος.

Παράλληλα, τονίζει ότι είναι θεμελιώδης για την έξοδο από την κρίση η δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων «γιατί αλίμονο εάν γίνεται όλη αυτή η προσπάθεια για τη δημοσιονομική εξυγίανση και ταυτόχρονα η Ελλάδα κουβαλάει όχι μόνο το βάρος εξυπηρέτησης του χρέους της αλλά παράγει και μέσα από την πρωτογενή διαχείριση νέα ελλείμματα».

Τέλος, για τις τράπεζες αναφέρει ότι «ένα βασικό στοιχείο των αποφάσεων της 21ης Ιουλίου είναι η απόλυτη διασφάλιση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και από πλευράς διοχέτευσης ρευστότητας μέσα από το ευρωσύστημα και από πλευράς κεφαλαιακής επάρκειας, καθώς προβλέπονται 20 δισ. για την κεφαλαιακή ενίσχυση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Οι ελληνικές τράπεζες γίνονται έτσι οι ασφαλέστερες ίσως στην Ευρώπη, αυτό μπορεί να είναι δυσάρεστο για κάποιους μετόχους αλλά είναι πάρα πολύ ευχάριστο για την ελληνική οικονομία, για τους καταθέτες, για τις επιχειρήσεις, για τα νοικοκυριά. Και γι’ αυτό έχουμε ήδη ενδείξεις επιστροφής καταθέσεων στις τράπεζες».

Πηγή: skai.gr