Τον κίνδυνο να χαθούν σημαντικά κονδύλια από το ΕΣΠΑ (συμφωνία με πληροφορίες περί τα 2 δισ. ευρώ) παραδέχθηκε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας σε ειδική έκθεση-απολογισμό δράσεων που δημοσιοποίησε σήμερα.

Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου μάλιστα, στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου, τόνισε ότι “η ελληνική Κυβέρνηση θα συνεχίσει να διατυπώνει στο ανώτατο δυνατό επίπεδο το εύλογο αίτημα για την παράταση της καταβολής κοινοτικών δαπανών για τα προγράμματα της περιόδου 2007-2013”.

Όπως τονίσθηκε, το τελευταίο διάστημα η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού έχει προχωρήσει, σε συνεργασία με τις Διαχειριστικές Αρχές, σε ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και προωθεί τις πληρωμές βάση συγκεκριμένων κριτηρίων.

Στο παραπάνω πλαίσιο, την προηγούμενη εβδομάδα (3-9 Αυγούστου) πραγματοποιήθηκαν πληρωμές 50 εκατ. ευρώ, ενώ την τρέχουσα εβδομάδα (10-16 Αυγούστου) οι πληρωμές θα ξεπεράσουν τα 100 εκατ. ευρώ. Αθροιστικά, λοιπόν, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου οι πληρωμές υπερβαίνουν τα 150 εκατ. ευρώ.

Ταυτόχρονα, το υπουργείο Οικονομίας σε συνεννόηση με το Υπουργείο Οικονομικών προχωράει στην εφαρμογή ρύθμισης που θα εξασφαλίσει ότι οι εισροές από τα διαρθρωτικά ταμεία θα κατευθύνονται αποκλειστικά στις πληρωμές των έργων του ΕΣΠΑ.

Επιπρόσθετα, το πρόβλημα ρευστότητας αντιμετωπίζεται και με τις προτάσεις που παρουσιάστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και οι οποίες προβλέπουν:

• Αύξηση του ποσοστού συγχρηματοδότησης σε 100% για την περίοδο 2007-2013 (από 95% που ίσχυε μέχρι τώρα). Η αύξηση αυτή θα οδηγήσει στην εισροή περίπου 500 εκ. κοινοτικής συνδρομής.

• Άμεση απόδοση του 5% του τρέχοντος ΕΣΠΑ που κανονικά παρακρατείται μέχρι τη δήλωση ολοκλήρωσης των προγραμμάτων τον Μάρτιο του 2017, μέτρο το οποίο μπορεί να προσθέσει άλλα 500 εκ. επιπλέον.

• Ειδικότερα, για την προγραμματική περίοδο 2014-2010, η Επιτροπή προτείνει την αύξηση της προ-χρηματοδότησης (προκαταβολή) των προγραμμάτων Συνοχής κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες, κάτι που μπορεί να προσθέσει 1 δισ. ευρώ στα διαθέσιμα κεφάλαια των πρώτων ετών της περιόδου.

Στ. Κράλογλου