Παρέλασαν χθες οι γύφτοι απ’ το Δενδροπόταμο στη Θεσσαλονίκη, όπως είπε ο δήμαρχος Γιάννης Μπουτάρης; Τι να σας πω, θα σας γελάσω, δεν το είδα στην τηλεόραση και την παρέλαση δεν μπόρεσα να την δω live, παρόλο που το μπαλκόνι μου απέχει 60 μέτρα από την παραλιακή.

Ξυπνήσαμε χθες με τα οδοφράγματα στη γειτονιά να οριοθετούν την νεκρή ζώνη ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο check point. Εκτός από τα οδοφράγματα, είχαμε και κλούβες της αστυνομίας παραταγμένες, έτσι ώστε να μην υπάρχει καμιά επαφή με τον κόσμο της παρέλασης, παρά μόνο μέσω της τηλεόρασης.

Γύρω στις 10.00 – 10.30 η κίνηση στη γειτονιά έγινε πολύ έντονη. Κόσμος που ήθελε να δει την παρέλαση και η αστυνομία δεν τον άφηνε, οδηγοί αυτοκινήτων που πήγαιναν ανάποδα ψάχνοντας να βρουν έξοδο, νέοι και μεγαλύτεροι ντυμένοι με παραδοσιακές στολές, αστυνομικοί με μοτοσικλέτες ή χωρίς, κάμεραμαν και φωτογράφοι. Κάποια στιγμή έκαναν την εμφάνισή τους όσοι θα συμμετείχαν αργότερα στη «λαϊκή παρέλαση» του ΣΥΡΙΖΑ. Για εκείνους, λοιπόν, ήταν οι κάμεραμαν και οι φωτογράφοι. Με επικεφαλής τον βουλευτή Τάσο Κουράκη, έψαξαν να βρουν το κατάλληλο σημείο να περάσουν στην παραλιακή, η αστυνομία δεν τους άφησε, φώναξαν μερικές φορές ότι η χούντα δεν τελείωσε το ’73, στριμώχτηκαν ανάμεσα από σφιχτοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα κρατώντας μάλιστα κι ένα πανώ ανοιχτό κι έφυγαν για να αναζητήσουν παρακάτω έξοδο. Μαζί τους, έφυγαν κι οι κάμεραμαν κι οι φωτογράφοι.

«Έλα παιδιά, σημαία, πρωινό κουλουράκι, λουκουμαδάκι!» παρακινούσε τους περαστικούς ο κουλουρτζής της γειτονιάς που, ένεκα η ημέρα, είχε διευρύνει τη δραστηριότητά του. Τίποτα, όμως, ο κόσμος ήταν απειροελάχιστος για μια τέτοια μέρα κι οι Συριζαίοι είχαν άλλες δουλειές απ’ το να αγοράζουν σημαίες και λουκουμαδάκι. Ρωτώντας τον περιπτερά της γειτονιάς, αργότερα, πως πήγε η δουλειά, «χειρότερα κι από καθημερινή», απάντησε. Μα ναι, το έβλεπες ότι η πόλη ήταν σε ημίνεκρη κατάσταση. Η Βασιλίσσης Όλγας –κεντρικότατος δρόμος που οδηγεί από τα ανατολικά προς το κέντρο- ήταν κλειστή. Ελάχιστοι κυκλοροφούσαν την ώρα της παρέλασης. Όλοι οι κάθετοι δρόμοι, στην περιοχή απ’ όπου παραδοσιακά ο κόσμος την παρακολουθούσε, ήταν φραγμένοι. Μέχρι και μια είσοδος αυλής πολυκατοικίας είχε κλειστεί με κάγκελα και ένα ζευγάρι ενοίκων που μπήκε, πρώτα εξήγησε στους αστυνομικούς που τη φύλαγαν ότι εκεί μένει.

Ήταν θλιβερό το θέαμα. Και κάποτε τελείωσε. Την ώρα εκείνη μπορέσαμε να πλησιάσουμε σε κάποιο από τα λίγα σημεία ελεύθερης πρόσβασης. Ξέραμε ότι από δεξιά μας ήταν η συγκέντρωση του ΠΑΜΕ κι από αριστερά μας του ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Μια κινητικότητα της αστυνομίας προς την πλευρά του ΠΑΜΕ, έδειξε ότι κάτι γίνεται. «Παιδιά χαμός από την άλλη» μας πληροφόρησε ο κύριος που στεκόταν δίπλα. «Συμπλοκή, δακρυγόνα, ξύλο, είναι η γυναίκα μου κοντά και μου το είπε στο τηλέφωνο». Στην πραγματικότητα, τα επεισόδια ήταν πολύ περιορισμένης έντασης. Καλή ρεπόρτερ η σύζυγος του κυρίου…

Και δεν θα μπορούσε παρά να είναι έτσι, γιατί εκείνη την ώρα έκανε την εμφάνισή του το απόλυτο τρολ. Ο άνθρωπος που έκλεψε την παράσταση, έκανε τους πάντες να τον προσέξουν, να παραμιλούν, να νιώσουν σοκ και δέος, να τον θαυμάσουν. Ο πιλότος του F-16 της Ομάδας Αεροπορικών Επιδείξεων «ΖΕΥΣ» της Πολεμικής Αεροπορίας. Και να ήθελες να κάνεις κάτι άλλο εκείνη την ώρα, δεν μπορούσες. Ο τύπος με τις παράτολμες –για τα μάτια ημών των κοινών θνητών- φιγούρες του και τον εκκωφαντικό θόρυβο του F-16, απαίτησε και κέρδισε την προσοχή. Ποια φασαρία, ποιο πανώ, ποια διαμαρτυρία, ποιο σύνθημα; Είχε κανείς μάτια για κάτι άλλο πέρα από το ασημί τρολ που αποπροσανατόλισε τους πάντες και τα πάντα και τους κατεύθυνε στη δική του «ατζέντα»; Μου πέρασε από το μυαλό μήπως τυχόν κάποιος πανούργος σκέφτηκε την τρολιά αυτή προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες για επεισόδια…

Περνώντας από μπροστά μας το αυτοκίνητο που απομάκρυνε τον Κάρολο Παπούλια από το χώρο της παρέλασης, άκουσα τον διπλανό να φωνάζει: «Ου να χαθείς, μούμια!» Κάτι μουρμούρισε ότι «Θα το πληρώσετε όλοι σας», αλλά ήταν ο μόνος εκεί κοντά που φώναξε. Το θυμήθηκα αργότερα, βλέποντας στο διαδίκτυο κάποιες αναρτήσεις για διαμαρτυρίες του κόσμου την ώρα που περνούσαν οι επίσημοι.

Γύρισα στο σπίτι κι έβαλα τηλεόραση. Κι είδα τον Γιάννη Μπουτάρη να δηλώνει για την παρέλαση ότι «ήταν μια πολύ ωραία εκδήλωση. Όλοι ήταν πολύ καλοί, απ’ το Λύκειο Ελληνίδων μέχρι τους γύφτους απ’ τον Δενδροπόταμο». Έμεινα κάγκελο. Τι ήθελε να πει, άραγε ο ποιητής; Και θυμήθηκα ότι πριν βγω τον είχα δει στην τηλεόραση πάνω στην εξέδρα των επισήμων, να πίνει από ένα πλαστικό άσπρο ποτήρι φραπέ και να μιλά στο κινητό την ώρα της παρέλασης. ΟΚ, είπαμε να είμαστε αντισυμβατικοί αλλά όλα έχουν όρια. Ο δήμαρχος αρνήθηκε να παρευρεθεί στις εκδηλώσεις με την αναπαράσταση της απελευθέρωσης της πόλης επειδή «δεν ταίριαζαν με την αισθητική» του, ενώ λίγες μέρες πριν απέδωσε τιμές αρχηγού κράτους στην εικόνα του «Άξιον εστί». Παράλογο; Πολύ.

Ίσως ο καφές, το κινητό και οι γύφτοι να ήταν η επανάσταση του Γιάννη Μπουτάρη επειδή ήταν υποχρεωμένος να βρίσκεται στην εξέδρα που δεν γούσταρε. Μόνο που, όταν η επανάσταση γίνεται τελείως κουτουρού, χαμένος βγαίνει ο επαναστάτης…

 Tης Χριστίνας Ταχιάου

Πηγή: protagon.gr