Σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης για τον τομέα της ενέργειας στην Ελλάδα «βλέπει» η McKinsey για την επόμενη δεκαετία.

Σύμφωνα με μελέτη της εταιρίας με τίτλο «Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά», η οποία πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του ΣΕΒ, μέσα στην επόμενη δεκαετία ο τομέας της ενέργειας έχει τη δυνατότητα

να αυξήσει σημαντικά τη συνεισφορά του στην ελληνική οικονομία, προσθέτοντας 9 δις. ευρώ Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία έως το 2021, φτάνοντας τα 22 δις. (έναντι 13 δις. σήμερα).

Παράλληλα, όπως προκύπτει από τη μελέτη της McKinsey, η ανάπτυξη του τομέα της ενέργειας έχει τη δυνατότητα να μειώσει το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο κατά περίπου 1 δις. ευρώ σε ετήσια βάση.

Ωστόσο, προκειμένου να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες για ανάπτυξη και βελτίωση της παραγωγικότητας στον ενεργειακό τομέα, η μελέτη επισημαίνει 14 προτεραιότητες ομαδοποιημένες σε 4 κατηγορίες:

– Βελτίωση της αποδοτικότητας του τομέα. Προϋποθέτει τον εξορθολογισμό της κατανάλωσης ενέργειας στα κτίρια και τις μεταφορές. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση των διαθέσιμων τεχνικών μέσων, τα περισσότερα από τα οποία απαιτούν επενδύσεις και κίνητρα για να επιταχυνθεί η εφαρμογή τους. Ακολουθώντας μία συγκεκριμένη στρατηγική βελτίωσης της ενεργειακής κατανάλωσης των υπαρχόντων και νέων ακινήτων, θα μπορούσε να επιτευχθεί αύξηση στην ΑΠΑ του βιομηχανικού και κατασκευαστικού κλάδου κατά €1 δισ. σε ετήσια βάση με ορίζοντα το 2021.

-Αύξηση παραγωγικότητας. Μπορεί να επιτευχθεί με την αύξηση των διαθέσιμων πόρων, την βελτίωση της λειτουργικότητας (σε επίπεδο καυσίμων και εργασίας), την αύξηση της παραγωγικότητας κεφαλαίων και τον περιορισμό των απωλειών στη διανομή, π.χ. με την εγκατάσταση «έξυπνων» μετρητών, και την καταπολέμηση της παραοικονομίας στη λιανική πώληση του πετρελαίου.

-Βελτιστοποίηση του μείγματος ενέργειας με την χρήση τεχνολογιών για την υποκατάσταση καύσιμων αναφορικά με την ενεργειακή επάρκεια και το οικονομικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται μία ολοκληρωμένη μελέτη για την ενεργειακή στρατηγική της χώρας με αναφορά στους κοινοτικούς στόχους του ΕC 202020 και θα πρέπει να εκπονηθεί ένα πλάνο για την ενεργειακή διασύνδεση μεταξύ των νησιών.

-Αύξηση της εξωστρέφειας και συμμετοχή στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας κατά μήκος της ενεργειακής αλυσίδας. Βασικές προτεραιότητες είναι η εκμετάλλευση της γεωγραφικής θέσης της χώρας με στόχο τη δημιουργία Κόμβου Φυσικού Αερίου, την αύξηση της συμμετοχής των ελληνικών επιχειρήσεων στα έργα ενεργειακής υποδομής και παραγωγής ενέργειας της ευρύτερης περιοχής, την προώθηση των εξαγωγών ενεργειακών προϊόντων την επόμενη πενταετία και την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων στην αλυσίδα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Οι παραπάνω προϋποθέσεις είναι απαραίτητες προκειμένου ο τομέας της ενέργειας να αντιμετωπίσει τα προβλήματα αποδοτικότητας που τον χαρακτηρίζουν. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, ο ελληνικός τομέας ενέργειας χαρακτηρίζεται από χαμηλή αποδοτικότητα στη χρήση καυσίμων χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας και κεφαλαίων και υψηλό κόστος του μίγματος παραγωγής. Σε σύγκριση με τις αγορές της Νοτίου Ευρώπης και της Γερμανίας, η κατανάλωση ενέργειας στην Ελλάδα από τα νοικοκυριά και το εμπόριο είναι κατά 10%-40% υψηλότερη και, η κατανάλωση πετρελαίου στις μεταφορές 5%–10% υψηλότερη.

Το μίγμα παραγωγής εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πετρέλαιο (αντί για το φθηνότερο φυσικό αέριο) ενώ οι μελλοντικοί ενεργειακοί στόχοι περιλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό παραγωγής από ΑΠΕ, γεγονός που πιθανόν να αυξήσει το μέσο κόστος του ενεργειακού μίγματος. Όλες αυτές οι ανεπάρκειες εξισορροπούνται εν μέρει από την ελεγχόμενη τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και την αποδοτική χρήση ενέργειας στο βιομηχανικό τομέα, που συγκρατεί το μέσο κόστος της ενέργειας σε επίπεδα χαμηλότερα από τα ευρωπαϊκά κράτη. Η αντιμετώπιση όλων αυτών των προβλημάτων μπορεί να μειώσει σημαντικά το ενεργειακό κόστος για την Ελλάδα.

Επιπλέον, ο τομέας χαρακτηρίζεται από περιορισμένη εξωστρέφεια, καθώς είναι σχετικά μικρή η ελληνική παρουσία στις αγορές του εξωτερικού, και περιορισμένη η δραστηριοποίηση ελληνικών επιχειρήσεων σε όλο το μήκος της παραγωγικής αλυσίδας. Παρά την ύπαρξη εγχώριων κοιτασμάτων, δε χρησιμοποιείται ούτε πετρέλαιο ούτε φυσικό αέριο στην κορυφή της παραγωγικής αλυσίδας (upstream), ενώ υπάρχει μικρή μόνο συμμετοχή στη δημιουργία υποδομών. Τόσο η έλλειψη εξωστρέφειας όσο και η μικρή συμμετοχή στην κορυφή της αλυσίδας περιορίζουν την προοπτική ανάπτυξης του τομέα.

Πηγή: energypress.gr